Μπλοκαδόρε αγροτοσυνδικαλιστή μου, γιατί μου το χαλάς όσο περνούν οι μέρες; Γιατί το πρόσωπο σου, όπως το βλέπω στα τηλεοπτικά παράθυρα, γίνεται όλο και αντιπαθέστερο; Γιατί απεμπόλισες την εικόνα του σεμνού αγωνιστή εργάτη της γης, με την οποία κέρδιζες τη συμπαράσταση ακόμα κι αυτών που πλήττονταν απ' τα μπλόκα σου; Γιατί όσο περνούν οι μέρες (από τηλεοπτικό δελτίο σε πρωινή εκπομπή) έβγαλες στην επιφάνεια το τσαμπουκαλεμένο ύφος του μάγκα που πρόλαβε να πιάσει το στενό και τώρα επιβάλλει διόδια σ' όποιον έχει την ατυχία να περνά ο δρόμος του από ’κεί; Σε όλους δηλαδή... Ποιον ρόλο επέλεξες τελικά για τον εαυτό σου; Του απόγονου του Μαρίνου Αντύπα που είχε για σύνθημα “απαλλοτρίωση των τσιφλικιών” ή του απόγονου κανενός αγροτοκουτσαβάκη που είχε για σύνθημα το “μάγκες πιάστε τα γιοφύρια”;
Τι είναι αυτά που λες στους ανθρώπους που φωνάζουν ότι πλήττονται από τον δικό σου αγώνα; Και κυρίως, πως τολμάς να ΄χεις αυτό το ύφος όταν τούς απαντάς; Γιατί βρίζεις τον ξενοδόχο που βλέπει τα δωμάτια του άδεια; Γιατί χλευάζεις τον βιοτέχνη που βλέπει τα εμπορεύματα του μπλοκαρισμένα στα σύνορα; Γιατί ακούς τόσο δυνατά τον κούφιο θόρυβο του άδειου κουμπαρά σου, αλλά δε φτάνουν στ' αυτιά σου οι εκρήξεις από τις επιταγές των άλλων που σκάνε; Τι θα πει, “αν δε δούμε λεφτά δεν πρόκειται να γυρίσουμε σπίτι... τι θα πούμε στα παιδιά μας;” Μόνο εσύ μπλοκαδόρε αγροτοσυνδικαλιστή μου έχεις παιδιά; Οι άλλοι που κάνουν αγώνα επιβίωσης στο μικρομάγαζο, στη βιοτεχνία, στο φορτηγό, στο οικογενειακό ξενοδοχειάκι, τι έχουν; Σκυλάκια; Για σύνελθε σε παρακαλώ.
Όλος ο κόσμος είναι έτοιμος να κατανοήσει έναν αδικημένο που τον πνίγει η φτώχεια και βγαίνει στους δρόμους. Dεν είναι όμως διατεθειμένος να ανεχτεί έναν αρκουδόμαγκα που βάζει σταυρωτά τα φυσεκλίκια, στέκεται στη μέση του δρόμου και λέει, “όποιος τολμήσει ας προσπαθήσει να περάσει”. Εν ολίγοις, τουλάχιστον κόψε αυτό το ύφος. Και μην ξανακούσω επιχειρήματα του τύπου “εγώ σε θρέφω... αν δεν παράξω εγώ ο αγρότης, στην πόλη εσύ τι θα τρως;” γιατί μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι. Ούτε λάδι τσάμπα μού έστειλες στο σπίτι μου, ούτε κανένα καφάσι πορτοκάλια δώρο. Τα πληρώνω αυτά που τρώω κύριε, δε μου τα χαρίζεις. Έτσι θα το πάμε τώρα; Ν' αρχίσω να λέω κι εγώ ότι, αφού στην πόλη παράγονται παπούτσια και σώβρακα, πρέπει να μου δώσουν 400 εκατομμύρια ενίσχυση αλλιώς θα μείνεις ξυπόλυτος και ξεβράκωτος;
Κι όταν κάποιος κακομοίρης μικρομεσαίος σού φωνάζει “δεν έχεις μόνο εσύ προβλήματα, έχω κι εγώ, μη μού τα επιδεινώνεις”, σταμάτα σε παρακαλώ να τού απαντάς “αφού έχεις κι εσύ προβλήματα, κατέβα μαζί μας στα μπλόκα”. Αμάν πια μ' αυτά τα σαχλά επιχειρήματα. Η κάθε κοινωνική ομάδα δηλαδή, θα καταστρέφει τη διπλανή της και μετά θα μαζεύονται όλοι μαζί οι καταστρεμμένοι στα σταυροδρόμια. Να διεκδικούν από ποιόν; Και ξέρεις ρε φίλε, τι δε σού συγχωρώ πάνω απ' όλα; Ότι με το υφάκι που έχεις υιοθετήσει εσχάτως, με βάζεις να υποστηρίζω εκ των πραγμάτων την κυβέρνηση... Ενώ εγώ, με τους αγρότες ήμουν και θέλω να είμαι.
του Δημήτρη Καμπουράκη (www.protagon.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου