«Μας θεωρούν κακομοίρηδες»
«ΤΑ ΝΕΑ» μιλούν με 4 Ελληνες που ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό
Η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας δεν επηρέασε μόνο τους πολίτες της χώρας αλλά κι εκείνους οι οποίοι είχαν περάσει τα ελληνικά σύνορα χρόνια πριν, προκειμένου να βρουν δουλειά σε χώρες της Ευρώπης, της Ασίας ακόμη και της Αμερικής.
Τα σχόλια που δέχονται τις τελευταίες βδομάδες από ξένους συναδέλφους και φίλους τους για την ενδεχόμενη πτώχευση, τα σκληρά οικονομικά μέτρα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είναι στην πλειονότητά τους γεμάτα οίκτο και συμπόνια. «Μας θεωρούν κακομοίρηδες.
Μας χτυπούν την πλάτη σε ένδειξη συμπαράστασης.
Εχουμε πλέον κατακτήσει τον τίτλο του “φτωχού συγγενή” της Ευρώπης», λένε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας ανθρωπίνου δυναμικού Μanpower, τρεις στους δέκα Ελληνες που βρίσκονται εκτός Ελλάδας είναι για δουλειά. Οπως τονίζουν οι ειδικοί, η πρόθεση των Ελλήνων να περάσουν τα σύνορα για να αναζητήσουν εργασία στο εξωτερικό θα είναι μεγαλύτερη λόγω της οικονομικής κατάστασης της χώρας.
«ΤΑ ΝΕΑ» μίλησαν με τέσσερις Ελληνες οι οποίοι επέλεξαν τα τελευταία χρόνια να ζουν και να εργάζονται σε χώρες του εξωτερικού. Οι περισσότεροι από αυτούς μάλιστα βγήκαν από τη χώρα για σπουδές και δεν επέστρεψαν. Οι έλληνες εργαζόμενοι θυμούνται τη διαδικασία που ακολούθησαν μέχρι να βρουν δουλειά στο εξωτερικό και μιλούν πια έχοντας σταθεί επαγγελματικά στα πόδια τους για το ενδεχόμενο να γυρίσουν στην πατρίδα.
«Εφυγα για το μεταπτυχιακό και δεν γύρισα...»
Το 2000 ο Ανδρέας Παπασπύρου ταξίδεψε στο Λονδίνο για να κάνει μεταπτυχιακό και δεν... επέστρεψε ποτέ. «Δεν ήταν ηθελημένη απόφαση τότε. Σκόπευα να επιστρέψω το συντομότερο δυνατό στο τρίπτυχο πατρίδα- οικογένεια- φίλοι. Ομως η επαγγελματική πρόοδος με κράτησε μακριά», λέει. Αγγλία, Γερμανία και Ασία είναι οι μέχρι τώρα σταθμοί της επαγγελματικής του πορείας. «Κάθε χώρα είχε τις ιδιαιτερότητές αλλά και διαφορετικές διαδικασίες που απαιτούνταν από έναν αλλοδαπό. Αυτό που με εντυπωσίασε στην τελευταία μου μετακίνηση στη Σιγκαπούρη είναι ότι δεν χρειάστηκε να εμπλακώ στην παραμικρή γραφειοκρατική διαδικασία. Τα πάντα έγιναν μέσα σε μία μέρα από τον εργοδότη μου. Ο αριθμός της άδειας παραμονής μου λειτουργεί ως ταυτότητα, ΑΦΜ, άδεια οδήγησης και κωδικός πρόσβασης σε οποιαδήποτε άλλη κρατική διαδικασία γίνεται μέσω Ιντερνετ», εξηγεί ο Ανδρέας, διευθυντής διαχείρισης κινδύνου αγορών Ασίας της γερμανικής τράπεζας Commerzbank, με έδρα τη Σιγκαπούρη.
Στην ασιατική χώρα ζει τα τελευταία πέντε χρόνια. Το εντυπωσιακό όμως είναι ότι ο Ανδρέας ξεκίνησε ως εσωτερικός βοηθός και μέσα σε έξι χρόνια ανέλαβε διευθυντική θέση. «Στο εξωτερικό αν αξίζεις, θα πετύχεις, ανεξαρτήτως ηλικίας, γένους και καταγωγής. Αυτά στην Ελλάδα δυστυχώς δεν γίνονται. Είναι χαρακτηριστικό πως πριν από περίπου δύο χρόνια είχα έρθει σε επαφή με ελληνική τράπεζα για ενδεχόμενη συνεργασία. Μόλις συνειδητοποίησαν ότι ήμουν 30 ετών μου είπαν “άσ΄ το”. Δεν νοείται στέλεχος σε τέτοια ηλικία και ούτε κατά διάνοια μπορούσαν να μου προσφέρουν αντίστοιχες αποδοχές, εκπαίδευση και προοπτικής ανέλιξης».
Ενα σημαιάκι
Πάνω στο γραφείο του ο Ανδρέας έχει πάντα ένα μικρό σημαιάκι της Ελλάδας. Πριν από μερικές μέρες μάλιστα ένας συνάδελφός του στην τράπεζα του είπε ότι τον θαυμάζει. «Που ακόμη έχω τα κότσια και δεν το έχω κρύψει. Υπάρχει ενδιαφέρον κι ένα πνεύμα συμπαράστασης για το ότι είμαστε στο μάτι του κυκλώνα. Υπάρχουν κι εκείνοι που αντιδρούν με εμπάθεια και ειρωνεία λόγω της εξαπάτησης και της ανικανότητας των ελληνικών κυβερνήσεων», λέει χαρακτηριστικά.
«Πολλές ευκαιρίες με καλύτερες παροχές»
Κατά τη διάρκεια των σπουδών του συνειδητοποίησε ότι η δουλειά του ναυπηγού μηχανολόγου-μηχανικού προσφέρει πολλές επαγγελματικές διεξόδους σε πολλά μέρη του κόσμου. Οι καθηγητές αλλά και οι επαγγελματίες του χώρου συνέστηναν στον Λάζαρο Μυρισιώτη να φύγει στο εξωτερικό, τουλάχιστον για μερικά χρόνια. «Η τελική απόφαση ελήφθη πριν από τέσσερα χρόνια. Οι ευκαιρίες που προσφέρονταν στο εξωτερικό ήταν πολλαπλάσιες από τις ελληνικές και με σαφώς καλύτερες παροχές», δηλώνει.
Ετσι, βρέθηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα ναυπηγεία στη Νότια Κορέα. Μόνο μία συνέντευξη. Θυμάται μάλιστα ότι για να φύγει δεν του ζητήθηκε κάτι άλλο εκτός από τη συνέντευξη που έδωσε προκειμένου να προσληφθεί. «Από τη στιγμή που η συμφωνία με τον εργοδότη έκλεισε, το μόνο που έλειπε ήταν το εισιτήριο. Φυσικά έτυχε να πάω σε μια χώρα, για την οποία οι Ελληνες για περίοδο τριών μηνών δεν χρειάζονται καν βίζα. Με το που έφτασα στη χώρα έκανα μία αίτηση στο γραφείο αλλοδαπών και σύντομα απέκτησα κορεάτικη ταυτότητα. Αυτή μου επιτρέπει την παραμονή στη χώρα για έναν χρόνο, με δυνατότητα ανανέωσης, εφόσον φυσικά πληρώσω τους φόρους που μου αναλογούν στο κράτος». Προσθέτει δε ότι τη στιγμή που για μία θέση εργασίας στην Ελλάδα πρέπει να συμφωνήσει κανείς τον μισθό, για μία θέση στο εξωτερικό, εκτός από τον μισθό και την ασφάλεια, θα πρέπει να διαπραγματευτεί την ασφαλή και χωρίς προβλήματα παραμονή στη χώρα, τον τόπο διαμονής, τον καθημερινό τρόπο μετακίνησης από και προς τη δουλειά, μέχρι και τις συνθήκες επαναπατρισμού μετά το τέλος του συμβολαίου.
Η οικονομική κατάσταση της χώρα μας δεν αφήνει αδιάφορους τους Κορεάτες, καθώς τη συσχετίζουν με την κατάσταση στην Κορέα το 1997, τότε που η ασιατική χώρα στράφηκε για βοήθεια στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
«Μας λυπούνται...»
Εφυγε από την Ελλάδα το 2000, έχοντας ήδη προϋπηρεσία 13 ετών ως ξένος ανταποκριτής του Reuters στην Αθήνα. Ο κ. Κώστας Πάρης είχε μαζί του σε αυτή την απόφαση και τη σύζυγό του Τζένη, που εργάζεται στον ίδιο τομέα.
«Το να προωθήσουμε την καριέρα μας ήταν για μας βασικός στόχος. Παράλληλα, όντας νέο ζευγάρι ψάχναμε την περιπέτεια. Οταν λοιπόν μας έγινε η πρόταση να δουλέψουμε και οι δυο στην Ασία, δεν μπορούσαμε να αρνηθούμε», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Πάρης, διευθυντής ειδήσεων σήμερα στο γραφείο του «Dow Jones Νewswires» της Σιγκαπούρης. «Εχουμε εμείς έναν γιο, ο οποίος όταν πήραμε την απόφαση να φύγουμε ήταν τριών, και θέλαμε να του δώσουμε μία καλύτερη ζωή μέσα από την “έκθεσή” του σε ένα διεθνές περιβάλλον. Οπότε, δεχτήκαμε άμεσα την πρόκληση για δουλειά στο “Dow Jones”».
Η διαδικασία που έπρεπε να ακολουθήσει μέχρι να βγει εκτός συνόρων δεν ήταν εύκολη. «Ευτυχώς μιλούσα άπταιστα αγγλικά. Εχοντας προσληφθεί από μία διεθνή εταιρεία μέσων μαζικής ενημέρωσης, εκείνη ανέλαβε ό,τι χρειαζόταν για την έκδοση της βίζας». Οπως λέει, του πήρε αρκετό χρόνο μέχρι να βρει μία διεθνή εταιρεία, η οποία θα μετέφερε τα πράγματα της οικογένειας στην Ταϊλάνδη. «Τα πράγματά μας έκαναν περίπου δύο μήνες μέχρι να φθάσουν στην Μπανγκόκ. Χρειαστήκαμε περίπου έναν μήνα μέχρι να εγκατασταθούμε, ενώ πολύ περισσότερο μέχρι να συνηθίσουμε τη ζέστη, την υγρασία, το μποτιλιάρισμα, αλλά και τους πιο ήπιους ρυθμούς ζωής», λέει ο δημοσιογράφος, ο οποίος μαζί με την οικογένειά του το 2005 άφησαν την Μπανγκόκ για τη Σιγκαπούρη.
Στις συζητήσεις που κάνει το τελευταίο διάστημα με συναδέλφους και φίλους από άλλες χώρες για την κατάσταση της Ελλάδας του εκφράζουν, όπως εξηγεί, περισσότερο την έκπληξή τους. «Δηλώνουν έκπληκτοι που μία χώρα της ευρωζώνης βρέθηκε τόσο κοντά στο να χρεοκοπήσει. Διαβάζουν τις ειδήσεις για τα επίπεδα διαφθοράς στη χώρα μας και δεν μπορούν να πιστέψουν γιατί οι Ελληνες δεν αντέδρασαν γρηγορότερα, προκειμένου να βάλουν την οικονομία ξανά σε τάξη.
«Δεν το αποκλείω να επιστρέψω»
Με προπτυχιακές σπουδές στο Τμήμα Μηχανικών της Επιστήμης των Υλικών στο Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων και μεταπτυχιακό στον τομέα της ενέργειας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, ο 27χρονος Βασίλης Πάσχος αποφάσισε να μείνει στο εξωτερικό για να εργαστεί. Για περισσότερο από έναν χρόνο δούλεψε στις Βρυξέλλες, ενώ τον τελευταίο ενάμιση χρόνο βρίσκεται στο Λονδίνο.
Η επαγγελματική του θέση; Εργάζεται ως σύμβουλος ενέργειας σε μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες και πλέον ειδικευμένες στον τομέα της ενεργειακής συμβουλευτικής παγκοσμίως, την ΑΕΑ Group.
Στην απόφαση να φύγει από την Ελλάδα οδηγήθηκε πρώτα απ΄ όλα από την επιθυμία να κάνει σπουδές στο εξωτερικό. «Τελειώνοντας είδα ότι οι ευκαιρίες για να διαμορφώσω την καριέρα μου όπως εγώ ήθελα ήταν περισσότερες- συγκριτικά με την Ελλάδα. Οπότε όλα ακολούθησαν φυσικά».
Καμία διαδικασία. Ως ευρωπαίος πολίτης, όπως λέει χαρακτηριστικά, δεν χρειάστηκε να κινήσει καμία διαδικασία. «Είχα, όπως κι ο καθένας, το δικαίωμα να εργαστώ και να ζήσω σε όποια χώρα της ευρωζώνης επιθυμούσα, χωρίς να κινήσω διαδικασίες παραμονής και εξασφάλισης βίζας. Κι αυτό φυσικά ήταν το “κλειδί” στη δική μου περίπτωση. Πλέον για κάποιον που μιλάει αγγλικά και μπορεί να “πουλήσει” τον εαυτό του σε μία εταιρεία, το μόνο που φαντάζει εμπόδιο είναι... ο φόβος του για το αεροπλάνο. Εξάλλου, δεν αποκλείω κι άλλοι νέοι να μετακομίσουν εκτός Ελλάδας για να αναζητήσουν εργασία αν η οικονομική κατάσταση χειροτερέψει».
«Πώς φθάσατε ώς εδώ;» είναι πλέον η ερώτηση που δέχεται ο 27χρονος από φίλους και γνωστούς για την οικονομική κρίση.
«Μόλις αρχίζω να τους εξηγώ τους πιθανούς λόγους της κατάστασης, όπως το ζημιογόνο κράτος, τη φοροδιαφυγή, τα σκάνδαλα που επιβάρυναν τα δημόσια οικονομικά, μένουν με ανοιχτό το στόμα. Πάντως, αν κάποτε νομίζαμε ότι μας χρωστάνε για όλα αυτά που δώσαμε στην ανθρωπότητα τώρα νομίζω περάσαμε στο άλλο άκρο. Τους χρωστάμε εμείς που δεν χρεοκοπήσαμε».
Παρ΄ όλα αυτά, ο Βασίλης είναι αισιόδοξος ότι τα πράγματα θα καλυτερεύσουν, γι΄ αυτό και δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να επιστρέψει στην Ελλάδα.
Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ, ΕΥΗ ΣΑΛΤΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου