Τετάρτη, 29 Δεκεμβρίου, 2010
«Θα διαλύσετε το ευρώ», φέρεται να προειδοποίησε ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Ζαν Κλοντ Τρισέ, τον Γάλλο πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί, σχετικά με τη συμφωνία που κατέληξε με την Γερμανίδα καγκελάριο, Αγγελα Μέρκελ, τον Οκτώβριο στο Ντοβίλ στις νορμανδικές ακτές, για τη συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών στο μόνιμο μηχανισμό στήριξης της ευρωζώνης από το 2013, όπως αποκαλύπτει η εφημερίδα «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ» («WSJ»).
Ωστόσο, πρόσθετε το δημοσίευμα -το οποίο μέσα από σειρά συνεντεύξεων με Ευρωπαίους αξιωματούχους φέρνει στη δημοσιότητα τις παρασκηνιακές συζητήσεις σε επίπεδο κορυφής ΕΕ μετά τη διάσωση της Ελλάδας ώς αυτή της Ιρλανδίας- ο κ. Σαρκοζί και η κ. Μέρκελ, αποφάσισαν πως πλέον, παρά το απρόβλεπτο του αποτελέσματος, θα πρέπει να κάνουν ένα βήμα, πέρα από τον Ρουβίκωνα προς τη μεγαλύτερη οικονομική και πολιτική συνεργασία της ευρωζώνης, αν θέλουν τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης.
Ακόμη η αμερικανική εφημερίδα, αποκαλύπτει πως η ΕΚΤ και οι Ευρωπαίοι εταίροι απείλησαν την Ιρλανδία για να δεχτεί τελικά την οικονομική βοήθεια.
Συγκεκριμένα, η «WSJ», μετά τα άρθρα της για το παρασκήνιο της διάσωσης της Ελλάδας και του ευρώ το Σεπτέμβριο, χθες υπό τον τίτλο «Καθώς η νάρκη της Ιρλανδίας εξουδετερώθηκε, η Ευρώπη κλυδωνίζεται κατά μήκος του Ρουβίκωνα», (As Ireland Flails, Europe Lurches Across the Rubicon), ανέφερε:
Στις 18 Οκτωβρίου στο Ντοβίλ, η Αγγελα Μέρκελ και ο Νικολά Σαρκοζί έκαναν μία βόλτα το ηλιοβασίλεμα στην παραλία του πολυτελούς θέρετρου καζίνο. Πέντε μήνες νωρίτερα η ΕΕ δεσμεύτηκε στη διάσωση της Ελλάδας. Πλέον η κρίση μεταφερόταν στην Ιρλανδία και η ηγέτιδα της Γερμανίας ανησυχούσε πως το Βερολίνο θα έπρεπε να πληρώσει το λογαριασμό και για άλλα πακέτα στήριξης στο μέλλον.
«Αγγελα, θα σε βοηθήσω», είπε ο Γάλλος Πρόεδρος πριν ξεκινήσουν τον περίπατό τους. Ο αέρας ήταν ψυχρός και ο κ. Σαρκοζί διέταξε έναν βοηθό να φέρει το παλτό της κ. Μέρκελ.
Οι δύο ηγέτες είχαν ένα επικίνδυνο σχέδιο. Τη συμφωνία του Ντοβίλ, που σφράγισε εκείνο το απόγευμα και καλούσε τους επενδυτές να μετέχουν σε μελλοντικές διασώσεις κρατών-μελών της ευρωζώνης, από το 2013 και έπειτα. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα επιβολή πειθαρχίας για τις σπάταλες χώρες, ωστόσο έκανε σαφές πως μία δυτική ευρωπαϊκή χώρα θα μπορούσε πλέον να χρεοκοπήσει. Κάτι που δεν έχει συμβεί εδώ και μισό αιώνα και γι’ αυτό προκάλεσε ταραχή στις αγορές, όπως οι σύμβουλοι του κ. Σαρκοζί τον είχαν προειδοποιήσει.
Επίσης, ενείχε τον κίνδυνο να εξοργίσει την ΕΚΤ. Ο 68χρονος κ. Τρισέ, άλλωστε επί μήνες προσπαθούσε να επανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών για την ευρωζώνη, στη δημιουργία της οποίας έχει αναλώσει την καριέρα του. Η ΕΚΤ, σχεδόν μόνη κρατούσε «ζωντανή» το τελευταίο διάστημα την Ιρλανδία και τις τράπεζές της. Μία αποστολή που θα γινόταν ακόμη πιο δύσκολη από τη συμφωνία της κ. Μέρκελ και του κ. Σαρκοζί, η οποία υπονόμευε το ευρώ.
Καθώς οι αγορές συνταράσσονταν από τη συμφωνία της Ντοβίλ, η ΕΚΤ παρενέβη δυναμικά. Απείλησε να σταματήσει τη χρηματοδότηση στο Δουβλίνο και μέσω της ιρλανδικής Κεντρικής Τράπεζας πίεσε την κυβέρνηση να δεχτεί τη διάσωση, όπως αποκαλύπτει η «WSJ».
H συμφωνία Σαρκοζί-Μέρκελ είχε την απρόβλεπτη συνέπεια να αναγκάσει την Ευρώπη να κάνει βήματα ώστε να αυξήσει την οικονομική και πολιτική συνεργασία. Τις περασμένες εβδομάδες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δημιούργησαν ένα μόνιμο μηχανισμό στήριξης. Εχουν ξεκινήσει επίσης ένα διάλογο σχετικά με τη συγκέντρωση χρημάτων μέσω ενός ευρωομολόγου, που θα μπορούσε να είναι ανάλογο της κοινής αγοράς αμερικανικών ομολόγων.
Από τα πρώτα βήματα της ΕΕ το 1957, το ευρώ το 1999 αποτέλεσε το σημαντικότερο βήμα σύγκλισης των κρατών-μελών. Εκτοτε, οι οικονομολόγοι προειδοποιούν πως η νομισματική ένωση, χωρίς παράλληλη κοινή ρυθμιστική Αρχή για τη δημοσιονομική πολιτική των χωρών είναι καταδικασμένη να αποτύχει, καθώς δεν υπάρχει τρόπος ώστε να επιβληθεί αυστηρή πειθαρχία, που είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία της ευρωζώνης.
Πλέον, μετά από ένα χρόνο ευρωπαϊκής κρίσης, οι Ευρωπαίοι ηγέτες εξετάζουν αυτό που για πολύ καιρό αντιστάθηκαν: Τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης.
«Η κρίση έδειξε ότι η διαδικασία του σχηματισμού ευρωπαϊκού έθνους είναι αναγκαία», δηλώνει στη «WSJ» ο υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας Τζούλιο Τρεμόντι, εκτιμώντας ότι «θα πάρει χρόνο, αλλά δεν είναι δυνατό να γυρίσουμε το ρολόι πίσω».
Υπάρχουν μηνύματα, λένε οι συντάκτες του δημοσιεύματος, ότι μετά την άνοδο το τελευταίο διάστημα, ακόμη και στα επιτόκια των ομολόγων της Ιταλίας και του Βελγίου (σ.σ. αλλά και της Γερμανίας), ασκείται πίεση που ωθεί τις κυβερνήσεις να επιχειρήσουν.
Η ΕΕ απέχει πολύ όμως από το «ποιοτικό άλμα» στη σύσφιξη της δημοσιονομικής πολιτικής για την οποία έχει κάνει έκκληση ο κ. Τρισέ εδώ και μήνες. Και οι κυβερνήσεις μπορεί να επιδείξουν αδιαφορία αν ηρεμήσουν οι αγορές. Το όλο εγχείρημα πάντως θα δοκιμαστεί από την κλιμάκωση της ανησυχίας για την φερεγγυότητα δύο χωρών-μελών: Της Πορτογαλίας και της Ισπανίας.
Μετά τη διάσωση της Ελλάδας το Μάιο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες προσπάθησαν να βάλουν τέλος στην κρίση, δημιουργώντας ένα προσωρινό Ταμείο Σταθερότητας ύψους 1 τρισ. δολαρίων με τη βοήθεια του ΔΝΤ. Για κάποιο διάστημα οι αγορές ηρέμησαν και το καλοκαίρι το ευρώ επανέκτησε έδαφος έναντι του δολαρίου.
Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, ο κ. Τρισέ, επανέλαβε στις κυβερνήσεις πως πρέπει να περικόψουν τα ελλείμματά τους, αλλά να υπάρξουν και κυρώσεις για όσα κράτη παραβαίνουν τα δημοσιονομικά όρια της ΕΕ. Οι αγορές ωστόσο είχαν καθησυχάσει τότε, με αποτέλεσμα η θέληση για μεταρρύθμιση να έχει καταλαγιάσει επίσης. Μέχρι το φθινόπωρο όμως ήρθε η «καταιγίδα» στην Ιρλανδία.
Η κρίση στην Ελλάδα προήλθε από τα δημόσια οικονομικά της. Η Ιρλανδία δέχτηκε πλήγμα από τον τραπεζικό τομέα και τα δάνεια στην αγορά ακινήτων που αποδείχτηκε φούσκα. Το Δουβλίνο το 2008 είχε εγγυηθεί πως θα κάλυπτε τους επενδυτές εξ’ ολοκλήρου σε περίπτωση κατάρρευσης των τραπεζών. Καθώς οι απώλειες αυξάνονταν, η κυβέρνηση έπρεπε να δανείζει όλο και περισσότερα χρήματα στις τράπεζες.
Μέχρι το καλοκαίρι η Ιρλανδία βρισκόταν σε ένα μη βιώσιμο κύκλο: Οσο πιο πολλά έχαναν οι τράπεζες, τόσα έδινε το κράτος, επιβάλλοντας μεγαλύτερη λιτότητα. Οσο μειώνονταν τα έσοδα εξαιτίας της μειωμένης κατανάλωσης, τόσο λιγότερο αξιόπιστη ήταν η εγγύηση της κυβέρνησης για τις τράπεζες. Τότε παρενέβη η ΕΚΤ, παρέχοντας βραχυπρόθεσμα δάνεια στον ιρλανδικό τραπεζικό τομέα.
Μέχρι τα τέλη του θέρους η ΕΚΤ είχε δανείσει 60 δισ. ευρώ στα ιρλανδικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, περισσότερα από το 1/3 του ΑΕΠ της χώρας. Τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο, τρομαγμένοι επενδυτές και καταθέτες απέσυραν τα χρήματά τους και οι τράπεζες έγιναν ακόμη πιο απεγνωσμένες για ρευστό.
Πέρα από τις τράπεζες, ο κ. Τρισέ ανησυχούσε και για την ιρλανδική κυβέρνηση. Από το Μάιο, η ΕΚΤ, είχε αγοράσει πέρα από τα ελληνικά και αρκετά ιρλανδικά ομόλογα για να στηρίξει την Οικονομία της άλλοτε «κελτικής τίγρεως». Η ΕΚΤ, απεύθυνε έκκληση για πιο πολλές περικοπές. Στις 7 Σεπτεμβρίου σε σύνοδο των Υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης στις Βρυξέλλες, ο κ. Τρισέ, διεμήνυσε στον υπουργό Οικονομικών της Ιρλανδίας, Μπράιαν Λένιχαν, πως είχε «όρεξη για δημοσιονομική πειθαρχία», που σημαίνει πως ήθελε η Ιρλανδία να βελτιώσει τα οικονομικά της.
Το μέλλον της Ιρλανδίας ήταν στο προσκήνιο, αλλά από την πλευρά του ο 51χρονος Λένιχαν έδινε και μία προσωπική μάχη. Χτυπημένος από καρκίνο στο πάγκρεας, έκανε συνεχείς χημειοθεραπείας και ήταν ιδιαίτερα δυστυχής σύμφωνα με φίλους του. Αμφέβαλε πως οτιδήποτε και να έκανε για να βελτιώσει την ιρλανδική οικονομία θα ικανοποιούσε τις αγορές.
Η κρίση στη χώρα του χειροτέρευε, ενώ η εξάρτηση των τραπεζών από την ΕΚΤ μεγάλωνε. Στις 30 Σεπτεμβρίου ανακοίνωσε πως το κράτος θα δώσει δισ. ευρώ προερχόμενα από τους φορολογούμενους και υποσχέθηκε νέο σχέδιο περικοπών, το οποίο ωστόσο δεν ικανοποίησε τους επενδυτές της χώρας. Οπως ανέφερε η «WSJ», μετά από εκατοντάδες τηλεφωνήματα που είχε μαζί τους έγινε αντικείμενο χλευασμού, ενώ έδωσαν την εντολή να «σορτάρουν» την Ιρλανδία. Δηλαδή να πουλήσουν ιρλανδικά ομόλογα, ρίχνοντας τις τιμές τους.
Ο ίδιος αρνήθηκε πως παράλληλα υπήρχε πίεση στην Ιρλανδία ώστε να λάβει διάσωση από την ΕΕ και το ΔΝΤ. «Θα τραβήξουμε κουπί μόνοι μας», δήλωσε (σ.σ. κάτι που διεμήνυε και ο Ελληνας πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, πριν οι αγορές πιέσουν την Ελλάδα να καταφύγει στη διάσωση).
Μέχρι τα μέσα Οκτώβρη, η Ευρωπαίοι γνώριζαν ότι είχαν ένα δεύτερο υποψήφιο για να λάβει οικονομική βοήθεια. Στο επίκεντρο, επανήλθε η στάση της Γερμανίας και η 54χρονη κ. Μέρκελ, γνωστή για τις σκληρές διαπραγματεύσεις της, ώστε να μην προκαλέσει περαιτέρω την κοινή γνώμη στη χώρα της που καλούνταν να σώσουν και άλλο μέλος της ευρωζώνης.
Το Βερολίνο πλέον ζητούσε αυτόματες κυρώσεις στις χώρες με υπέρογκα ελλείμματα. Κάτι που συνεπαγόταν και αλλαγές στη συνθήκη της ΕΕ, και δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς τη συγκατάθεση της Γαλλίας. Είχε ήδη την υποστήριξη της Φιλανδίας και της Ολλανδίας, αλλά και τη σύμφωνη γνώμη της ΕΚΤ.
Η Γαλλία, σε συμμαχία με άλλα κράτη-μέλη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, απέρριψε τη σχετική πρόταση. Στις 18 Οκτωβρίου, οι Υπουργοί Οικονομικών, συναντήθηκαν στο Λουξεμβούργου, ώστε να επιλύσουν τις νέες διαφορές. Μόνο οι αξιωματούχοι της Γαλλίας και της Γερμανίας όμως γνώριζαν την πραγματική συμφωνία που συναπτόταν μίλια μακριά στο Ντοβίλ.
Εκεί, οι δύο ηγέτες ήξεραν πως το ευρωπαϊκό εγχείρημα μπορούσε να αποτύχει, εκτός αν ξεπερνούσαν τις μακροχρόνιες διαφορές τους στο πώς έπρεπε να αντιμετωπιστεί η κρίση.
Η κ. Μέρκελ, άμεσα έκανε σαφές πως η Γερμανία δεν θα μπορούσε να επιτρέψει την επέκταση του προσωρινού Ταμείου Σταθερότητας πέρα από το 2013, όπως ζητούσαν ορισμένες χώρες. Πρότεινε δε συμβιβασμό. Το Βερολίνο θα απέσυρε την απαίτηση για αυτόματες κυρώσεις, αλλά η Γαλλία θα έπρεπε να στηρίξει τη γερμανική πρόταση, που βρισκόταν υπό επεξεργασία για μήνες: Σε μελλοντικές διασώσεις, αν μία χώρα της ευρωζώνης χρειαζόταν διάσωση, οι κάτοχοι ομολόγων θα έπρεπε να αποδεχτούν απώλειες (haircut).
Ο κ. Σαρκοζί, γνώριζε πως η κ. Μέρκελ, είχε ήδη αποφασίσει. Αν απέρριπτε την πρόταση η Γερμανία μπορούσε να αρνηθεί οποιαδήποτε οικονομική στήριξη σε χώρες-μέλη.
«Το ερώτημα ήταν: Τι γίνεται αν οι Γερμανοί γυρίσουν την πλάτη τους στην Ευρώπη;», δήλωσε στην «WSJ» ένας Γάλλος αξιωματούχος. «Κανείς δεν ήθελε να φτάσει ώς εκεί η κατάσταση», πρόσθεσε.
Η συμφωνία του Ντοβίλ έπεσε στο Λουξεμβούργο σαν βόμβα. Ο κ. Γιοργκ Ασμουσεν, αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, εκτύπωσε το σχετικό ηλεκτρονικό μήνυμα που έλαβε λίγο μετά τις 5 το απόγευμα και το μοίρασε στους Ευρωπαίους συναδέλφους τους. Οχι μόνο υπήρξε συμφωνία Γαλλίας-Γερμανίας για τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών, αλλά αυτό έγινε και πίσω από την πλάτη όλων.
«Θα καταστρέψετε το ευρώ», φέρεται να είπε ο κ. Τρισέ στη γαλλική αντιπροσωπεία, όταν έλαβε το κείμενο της συμφωνίας, η οποία προκάλεσε εκνευρισμό και στους εκπροσώπους των άλλων χωρών, καθώς κατάλαβαν ότι οι αποφάσεις ελήφθησαν αλλού και αυτοί εκλήθησαν απλώς για να τις επικυρώσουν.
Η συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών σε μελλοντικές διασώσεις, προειδοποίησε ο επικεφαλής της ΕΚΤ, θα υπέσκαπτε τις ευρωπαϊκές αγορές ομολόγων. Σύμφωνα με τη «WSJ» ο κ. Τρισέ συνέχισε την κριτική του για το θέμα αυτό και στο δείπνο που έγινε μετά από 10 ημέρες, πριν από τη Σύνοδο Κορυφής στις 29 Οκτωβρίου.
«Δεν αντιλαμβάνεστε πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση», είπε στον κ. Σαρκοζί, ο οποίος απάντησε: «Μάλλον μιλάτε σε τραπεζίτες, εμείς είμαστε υπεύθυνοι για τους πολίτες».
Η συμφωνία της Γαλλίας και της Γερμανίας, υιοθετήθηκε με κάποιες τροποποιήσεις, τόσο από τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις 29 Οκτωβρίου, όσο και από την πρόσφατη Σύνοδο στις 17 Δεκεμβρίου. Σε μία κίνηση προς τη δημοσιονομική ενότητα οι Ευρωπαίοι ηγέτες συμφώνησαν στη δημιουργία μόνιμου μηχανισμού στήριξης, στα πρότυπα του ΔΝΤ, με τη συμμετοχή των ιδιωτών σε ενδεχόμενες απώλειες.
Οι αγορές επαναστάτησαν. Σημειώθηκε ξεπούλημα στις αγορές ομολόγων για το χρέος της Ιρλανδίας και άλλων χωρών της ευρωζώνης. Ο κ. Τρισέ ήταν έξαλλος. Οι κυβερνήσεις είχαν καταρρακώσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών, αφήνοντας την ΕΚΤ να συμμαζέψει το χάλι που δημιουργήθηκε.
Στις 9 Νοεμβρίου, ο επίτροπος Οικονομικών της ΕΕ, Ολι Ρεν, απηύθυνε σαφές μήνυμα προς την Ιρλανδία, που μέχρι τότε δεν έκανε τίποτε για την κρίση. «Ο βαθμός έκθεσης της ΕΚΤ σε ιρλανδικές τράπεζες, δεν είναι βιώσιμος», τόνισε στους Ιρλανδούς αξιωματούχους κατά την επίσκεψή του στο Δουβλίνο.
Οι Ιρλανδοί πολιτικοί, τρόμαξαν. Η προειδοποίηση ήταν ανοιχτή. Ο κ. Τρισέ απειλούσε να αποκόψει την Ιρλανδία από την παροχή δανείων. Για τις επόμενες δύο εβδομάδες η ΕΚΤ τήρησε σκληρή στάση. Πίσω από κλειστές πόρτες, διαπραγματευόταν το σχέδιο για την Ιρλανδία.
Η ιρλανδική κυβέρνηση αρνούνταν δημόσια ότι υπήρχε σχέδιο διάσωσης στα σκαριά καθώς φοβόταν την κοινωνική ταραχή. Στις 14 Νοεμβρίου ωστόσο, ο κ. Λένιχαν έστειλε μία αντιπροσωπεία στις Βρυξέλλες για τις τελικές συνομιλίες. Δύο μέρες μετά οι Υπουργοί Οικονομικών συγκεντρώθηκαν στην ευρωπαϊκή πρωτεύουσα πιέζοντας τον Ιρλανδό συνάδελφό τους να δεχτεί τη διάσωση ώστε να σταματήσει ο πανικός στις αγορές. «Πρέπει να γίνει απόψε», διεμήνυσε ο κ. Τρισέ στον Λένιχαν.
Η Ιρλανδία προσπάθησε να αντισταθεί. Οπως στις 18 του μήνα, κατά τη μηνιαία συνάντησή τους στον 36ο όροφο του αρχηγείου της ΕΚΤ, οι Ευρωπαίοι κεντρικοί τραπεζίτες παρέδωσαν τελεσίγραφο στον Ιρλανδό ομόλογό τους, Πάτρικ Χόνοχαν:
Η ΕΚΤ θα απαγόρευε τη χρηματοδότηση προς την Κεντρική Τράπεζα της Ιρλανδίας αν η κυβέρνηση δεν λάμβανε τη διάσωση. Η οικονομική βοήθεια εγκρίθηκε τελικά στις 28 Νοεμβρίου, μαζί με τις λεπτομέρειες για τη λειτουργία μόνιμου μηχανισμού στήριξης από το 2013 και έπειτα.
Μέχρι τότε όμως, η κ. Μέρκελ, ανησυχώντας για την αβεβαιότητα που είχε προκαλέσει η συμφωνία της με τον κ. Σαρκοζί, αποφάσισε να δεχτεί ένα συμβιβασμό για την «κατά περίπτωση» συμμετοχή των ιδιωτών σε ενδεχόμενες μελλοντικές διασώσεις χωρών-μελών της ευρωζώνης:
Μόνο αν ένα κράτος επίσημα χαρακτηριζόταν αφερέγγυο, ομόφωνα από τις υπόλοιπες χώρες-μέλη, οι επενδυτές θα υποχρεώνονταν σε απώλειες.
Οι συνέπειες όμως του μόνιμου μηχανισμού παρέμειναν αδιαμφισβήτητες. Ολες οι χώρες της ευρωζώνης πλέον γίνονται υπεύθυνες για τις αλόγιστες δαπάνες τους. Αυτό θα μπορούσε να τις υποχρεώσει σε δημοσιονομική πειθαρχία, συντονισμένα μεταξύ τους, υπό τις ευρωπαϊκές Αρχές.
Οι συμφωνίες πάντως έχουν αφήσει ένα ανοιχτό θέμα. Την Πορτογαλία. Η Λισσαβώνα εμφανίζεται ως η επόμενη υποψήφια για διάσωση. Γι’ αυτό, έγραψε η «WSJ», πολλοί Υπουργοί Οικονομικών στις 28 Νοεμβρίου, πίεσαν τον Πορτογάλο ομόλογό τους να καταθέσει αίτημα για βοήθεια. Αυτός επανειλημμένα έχει αρνηθεί ότι η χώρα του έχει ανάγκη.
Οι αγορές ωστόσο ανησυχούν πως η Πορτογαλία και η γειτονική της Ισπανία, συνεχίζουν να στοιχειώνουν τους Ευρωπαίους. Τα επιτόκια άλλωστε ακόμη και της Γερμανίας αυξάνονται με τους επενδυτές να ωθούν σε περαιτέρω συντονισμένη οικονομική και πολιτική διακυβέρνηση στην ΕΕ.
Στο τραπέζι βρέθηκε και η πρόταση για ευρωομόλογο. Γερμανία και Γαλλία, πάντως ακόμη δεν θέλουν μία τέτοια έκδοση, όμως αρκετές άλλες χώρες είναι πρόθυμες να συζητήσουν το ενδεχόμενο. Του χρόνου οι συζητήσεις για το μέλλον της Ευρώπης θα συνεχιστούν υπό την πίεση των αγορών. Αν μία πιο στενή ένωση αποτύχει, εκτιμούν Ευρωπαίοι ηγέτες, το ευρώ μπορεί να καταρρεύσει με απρόβλεπτες συνέπειες.
Η «Wall Street Journal», κατέληγε υπενθυμίζοντας ότι η κ. Μέρκελ τόνισε στο γερμανικό Κοινοβούλιο αυτό το μήνα πως «το ευρώ είναι το κοινό μας πεπρωμένο, η Ευρώπη είναι το κοινό μας μέλλον».
Πηγή: «Wall Street Journal» & Εθνικός Κήρυξ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου