Τετάρτη, 26 Σεπτεμβρίου, 2012
Γύριζες το απόγευμα από τη δουλειά, το φροντιστήριο, τη σχολή. Σε ένα σπίτι που ήταν στην εντέλεια. Και δεν μιλάω για την γενική καθαριότητα ενός σπιτιού. Δεν μιλάω για τα απλά και καθημερινά που θα μου περηφανευτείς (όπως κι εγώ άλλωστε) ότι τα κάνεις στην εντέλεια και τώρα που μένεις μόνος σου. Μιλάω για εκείνα που δεν περνούσαν καν από το μυαλό σου.
Φυσικά και η λεκάνη της τουαλέτας αστράφτει γιατί την έχει τρίψει η μάνα σου. Φυσικά και υπάρχει σεντόνι καθαρό, έτοιμο να αντικαταστήσεις αυτό που λέρωσες γιατί τα έχει έτοιμα σιδερωμένα στην ντουλάπα η μάνα σου. Φυσικά και δεν υπάρχουν ιστοί αράχνης στους τοίχους γιατί τους πήρε πρώτη χαμπάρι η μάνα σου. Φυσικά και υπάρχουν ασπιρίνες, depon και άλλα σχετικά εύκαιρα γιατί η μάνα έχει φροντίσει για τον κανακάρη της.
Το φαγητό στο τραπέζι, τα πουκάμισα τα σιδερωμένα, το καθαρό σπίτι, η φροντίδα, όλα δεδομένα μέχρι την στιγμή που θα εγκαταλείψεις τους τέσσερις τοίχους του σπιτιού σου για αρκετό καιρό. Κι αν δεν βρεις μια γυναίκα αντίτυπο της μάνα σου γιατί είσαι πολύ κακομαθημένος να μείνεις λίγους μήνες χωρίς τη φροντίδα μιας γυναίκας.
Τότε που 3 χρονών βλαμμένο κρεμόσουν από πάνω της σε κάθε ευκαιρία, που της ζωγράφιζες λουλούδια και ουράνια τόξα, που την έπαιρνες αγκαλιά γιατί αυτό γούσταρες να κάνεις. Από εκείνη την ηλικία και μετά είσαι ένας αχάριστος.
Ακριβώς γιατί έγιναν όλα δεδομένα. Γιατί δεν ένιωθες την ανάγκη να πεις ευχαριστώ κάθε μεσημέρι που έβρισκες φαγητό μετά το σχολείο. Δεν σκέφτηκες να την ευχαριστήσεις ποτέ για τα σιδερωμένα σου μπλουζάκια. Δεν σου έκανε ποτέ εντύπωση το ότι το δωμάτιό σου ήταν πάντα καθαρό, ακατάστατο αλλά καθαρό.
Που δεν βρήκες σιδερωμένο το αγαπημένο σου μπλουζάκι. Που ανακάτεψε τα μακαρόνια με την σάλτσα ενώ ξέρει ότι δεν σου αρέσει. Που σε ανάγκασε να κάτσεις στο οικογενειακό τραπέζι. Που πέρασε με Azax την οθόνη του υπολογιστή σου. Που κατέβασε την αφίσα της Pamela Anderson από τον τοίχο.
Μια σχέση flat που άφηνε μόνο παράπονα. Και από τις δύο πλευρές. Το λογικό παράπονο της Ελληνίδας μάνας για τον γιο της τον αχάριστο που δεν λέει ένα ευχαριστώ. Και το δικό σου το παράλογο παράπονο που η μάνα σου δεν ικανοποιεί και τις 158.347 επιθυμίες σου.Ξεχνάει κάνα δυο που και που γιατί έχει κι εκείνη ζωή.
Τα μέσα του εικοστού αιώνα ήθελαν την Ελληνίδα να μάχεται για την ισότητά της. Και την ανδροκρατούμενη κοινωνία μας να δυσκολεύεται να αποδεχτεί την ζωή της γυναίκας έξω από το νοικοκυριό της. Αναπόφευκτα η “τίμια μάνα” ήταν εκείνη που έμενε σπίτι να μαγειρέψει και αφιέρωνε εαυτόν στην ανατροφή των παιδιών και την φροντίδα του συζύγου.
Αυτή ήταν η γιαγιά μας. Που έμαθε όλα τα μυστικά για την κουζίνα του τόπου της από την δική της μάνα. Και που πάσχισε να μάθει την δική μας μάνα τι σημαίνει καλό βούτυρο για τα γλυκά, πόσο καλό κάνει το πράσινο σαπούνι στα ρούχα και με τι γιατροσόφι φεύγει το κριθαράκι από το μάτι.
Αυτό το πέπλο γραφικότητας και παράδοσης σπάει σιγά – σιγά. Με την σύγχρονη Ελληνίδα μάνα να μην έχει (δικαίως) χρόνο για το νοικοκυριό. Με μια γενιά νέων ανδρών και γυναικών που οφείλει να αποδεχτεί ότι τα πράγματα αλλάζουν, ότι ο κόσμος εξελίσσεται και ότι η μονάδα μέτρησης της μάνας ίσως και να μην είναι το κίμινο και η ναφθαλίνη.
Η ιδιότητα της Ελληνίδας μάνας θα είναι εκεί. Μπασταρδεμένη, πληγωμένη, αλλαγμένη, ξεθωριασμένη αλλά παρούσα. Κι εσύ, ο γιος σου και ο εγγονός σου θα είστε εκεί για να την θεωρείτε δεδομένη. Και να την τιμάτε μόνο μετά θάνατον πάνω από ένα πιάτο άνοστης μαγειρίτσας.
Και μόνο εσύ ξέρεις πώς θα χτίσεις από την αρχή μια σχέση μαζί της. Για όλα αυτά τα μικρά και καθημερινά που ποτέ δεν προσέχεις, ποτέ δεν σε ικανοποιούν, ποτέ δεν σου αρκούν.
Άλλος θα πει μια καλή κουβέντα, άλλος θα πάρει ένα δώρο, άλλος θα βοηθήσει την μάνα του με τις δουλειές της, άλλος θα γράψει ένα τραγούδι. Σαν αυτό που τραγουδούσε κάποτε μοναδικά ο Luciano Pavarotti...
Άντε. Πάρε κάνα τηλέφωνο την μάνα σου να δεις τι κάνει. Γομάρι...
Οι φωτογραφίες του άρθρου είναι από ένα ταξίδι του φωτογράφου Platon στην χώρα του, την Ελλάδα.
Χρήστος Χατζηιωάννου
Η εξομολόγηση ενός γιου που συνειδητοποίησε ότι δεν έχει πει σχεδόν ποτέ ευχαριστώ. Μια εξομολόγηση σε μορφή ύμνου στην Ελληνίδα μάνα. Τη δικιά σου (χωρίς παρεξήγηση).
Moυ πήρε 14 μήνες ζωής μακριά από το πατρικό μου, μια στοίβα άπλυτα πιάτα, ένα συρτάρι άδειο από εσώρουχα και ένα σπίτι με πελώριες χνουδωτές μπάλες σκόνης για να συνειδητοποιήσω το εξής. Ότι η Ελληνίδα μάνα δεν έχει πάρει ποτέ τον έπαινο που της αξίζει. Και όχι. Το “μπράβο μάνα, τα πέτυχες τα σουτζουκάκια” δεν είναι ο έπαινος που της αξίζει.
Η δεδομένη μάνα
Δεν έχει σημασία τι γιος έχεις υπάρξει. Αν ήσουν από τους καλομαθημένους που έφευγαν κάθε πρωί με ταπεράκι από το σπίτι και το απόγευμα τους περίμενε ο ελληνικός στο φλυτζάνι. Αν ήσουν από τους αντιδραστικούς που δεν μιλούσαν στους γονείς τους και η μόνη φράση που άκουγες από την μάνα ήταν το “πού έχεις μπλέξει παιδάκι μου”. Ή αν ήσουν από τους μαμάκηδες που έτρεχαν πίσω από τα φουστάνια της. Η μάνα ήταν, είναι και θα είναι δεδομένη, μέσα από τις πράξεις της.Γύριζες το απόγευμα από τη δουλειά, το φροντιστήριο, τη σχολή. Σε ένα σπίτι που ήταν στην εντέλεια. Και δεν μιλάω για την γενική καθαριότητα ενός σπιτιού. Δεν μιλάω για τα απλά και καθημερινά που θα μου περηφανευτείς (όπως κι εγώ άλλωστε) ότι τα κάνεις στην εντέλεια και τώρα που μένεις μόνος σου. Μιλάω για εκείνα που δεν περνούσαν καν από το μυαλό σου.
Φυσικά και ήταν τα χειμωνιάτικα στα ντουλάπια με λεβάντα γιατί τα είχε βάλει εκεί η μάνα σου
Φυσικά και η λεκάνη της τουαλέτας αστράφτει γιατί την έχει τρίψει η μάνα σου. Φυσικά και υπάρχει σεντόνι καθαρό, έτοιμο να αντικαταστήσεις αυτό που λέρωσες γιατί τα έχει έτοιμα σιδερωμένα στην ντουλάπα η μάνα σου. Φυσικά και δεν υπάρχουν ιστοί αράχνης στους τοίχους γιατί τους πήρε πρώτη χαμπάρι η μάνα σου. Φυσικά και υπάρχουν ασπιρίνες, depon και άλλα σχετικά εύκαιρα γιατί η μάνα έχει φροντίσει για τον κανακάρη της.
Το φαγητό στο τραπέζι, τα πουκάμισα τα σιδερωμένα, το καθαρό σπίτι, η φροντίδα, όλα δεδομένα μέχρι την στιγμή που θα εγκαταλείψεις τους τέσσερις τοίχους του σπιτιού σου για αρκετό καιρό. Κι αν δεν βρεις μια γυναίκα αντίτυπο της μάνα σου γιατί είσαι πολύ κακομαθημένος να μείνεις λίγους μήνες χωρίς τη φροντίδα μιας γυναίκας.
Μια αγάπη αχάριστη
Ό,τι ισχύει και για τις ερωτικές σχέσεις, ισχύει και για τη σχέση με την μάνα σου. Όσο πιο δεδομένη την έχεις την γκόμενα τόσο λιγότερο της δείχνεις ότι την εκτιμάς και την αγαπάς. Και πες ότι με την γκόμενα πέρασες και 6 μήνες στα μέλια. Την “καλή περίοδο” με την μάνα σου την πέρασες στα πρώτα παιδικά σου χρόνια.Τότε που 3 χρονών βλαμμένο κρεμόσουν από πάνω της σε κάθε ευκαιρία, που της ζωγράφιζες λουλούδια και ουράνια τόξα, που την έπαιρνες αγκαλιά γιατί αυτό γούσταρες να κάνεις. Από εκείνη την ηλικία και μετά είσαι ένας αχάριστος.
Ακριβώς γιατί έγιναν όλα δεδομένα. Γιατί δεν ένιωθες την ανάγκη να πεις ευχαριστώ κάθε μεσημέρι που έβρισκες φαγητό μετά το σχολείο. Δεν σκέφτηκες να την ευχαριστήσεις ποτέ για τα σιδερωμένα σου μπλουζάκια. Δεν σου έκανε ποτέ εντύπωση το ότι το δωμάτιό σου ήταν πάντα καθαρό, ακατάστατο αλλά καθαρό.
Το μόνο που ήξερες να κάνεις ήταν να γκρινιάζεις που έφτιαξε πάλι ρεβύθια
Που δεν βρήκες σιδερωμένο το αγαπημένο σου μπλουζάκι. Που ανακάτεψε τα μακαρόνια με την σάλτσα ενώ ξέρει ότι δεν σου αρέσει. Που σε ανάγκασε να κάτσεις στο οικογενειακό τραπέζι. Που πέρασε με Azax την οθόνη του υπολογιστή σου. Που κατέβασε την αφίσα της Pamela Anderson από τον τοίχο.
Μια σχέση flat που άφηνε μόνο παράπονα. Και από τις δύο πλευρές. Το λογικό παράπονο της Ελληνίδας μάνας για τον γιο της τον αχάριστο που δεν λέει ένα ευχαριστώ. Και το δικό σου το παράλογο παράπονο που η μάνα σου δεν ικανοποιεί και τις 158.347 επιθυμίες σου.Ξεχνάει κάνα δυο που και που γιατί έχει κι εκείνη ζωή.
Η τέχνη της μάνας στην πάροδο του χρόνου
Δεν είναι απλό να είσαι μάνα. Από τις πατριωτικές τουλάχιστον, τις κλασικές τις Ελληνίδες που το έχουν τιμή και καμάρι το να είναι μάνες περιποιητικές για τα παιδιά τους. Κι όπως οι καλές αξίες χάνονται στον χρόνο έτσι και το “επάγγελμα” της μάνας πάει να ισοπεδωθεί από την μοντέρνα του εκδοχή.Τα μέσα του εικοστού αιώνα ήθελαν την Ελληνίδα να μάχεται για την ισότητά της. Και την ανδροκρατούμενη κοινωνία μας να δυσκολεύεται να αποδεχτεί την ζωή της γυναίκας έξω από το νοικοκυριό της. Αναπόφευκτα η “τίμια μάνα” ήταν εκείνη που έμενε σπίτι να μαγειρέψει και αφιέρωνε εαυτόν στην ανατροφή των παιδιών και την φροντίδα του συζύγου.
Αυτή ήταν η γιαγιά μας. Που έμαθε όλα τα μυστικά για την κουζίνα του τόπου της από την δική της μάνα. Και που πάσχισε να μάθει την δική μας μάνα τι σημαίνει καλό βούτυρο για τα γλυκά, πόσο καλό κάνει το πράσινο σαπούνι στα ρούχα και με τι γιατροσόφι φεύγει το κριθαράκι από το μάτι.
Αυτό το πέπλο γραφικότητας και παράδοσης σπάει σιγά – σιγά. Με την σύγχρονη Ελληνίδα μάνα να μην έχει (δικαίως) χρόνο για το νοικοκυριό. Με μια γενιά νέων ανδρών και γυναικών που οφείλει να αποδεχτεί ότι τα πράγματα αλλάζουν, ότι ο κόσμος εξελίσσεται και ότι η μονάδα μέτρησης της μάνας ίσως και να μην είναι το κίμινο και η ναφθαλίνη.
Αυτό που δεν αλλάζει είναι η ουσία της μητρότητας Και η άρρηκτη (οιδιπόδεια γαρ) σχέση της Ελληνίδας μάνας με το καμάρι της. Εσένα και εμένα
Μπορεί η μάνα των δικών σου παιδιών στο μέλλον να μην φτιάχνει ρολό κιμά με αυγό στη μέση. Να μην τα ξεματιάζει κάθε φορά που χασμουριούνται (ακόμα κι αν απλά νυστάζουν). Να μην πλέκει την πορίκα σου για να έχεις ένα σωστό τραπεζομάντηλο όταν αποφασίσεις να νοικοκυρευτείς. Αλλά δεν έχει σημασία.Η ιδιότητα της Ελληνίδας μάνας θα είναι εκεί. Μπασταρδεμένη, πληγωμένη, αλλαγμένη, ξεθωριασμένη αλλά παρούσα. Κι εσύ, ο γιος σου και ο εγγονός σου θα είστε εκεί για να την θεωρείτε δεδομένη. Και να την τιμάτε μόνο μετά θάνατον πάνω από ένα πιάτο άνοστης μαγειρίτσας.
Δεν είναι αργά να αγαπήσεις την μάνα σου
Αν τολμούσα να σου δώσω κάποιο μυστικό για να συσφίξεις τις σχέσεις με την μάνα σου, θα έπρεπε να βαφτώ μόνος μου μπλε και να πέσω στη θάλασσα. Οι ανθρώπινες σχέσεις, ειδικά ενδοοικογενειακά, δεν επιδέχονται συμβουλές. Το πώς συμπεριφέρεσαι στην μάνα σου το ξέρεις μόνο εσύ.Και μόνο εσύ ξέρεις πώς θα χτίσεις από την αρχή μια σχέση μαζί της. Για όλα αυτά τα μικρά και καθημερινά που ποτέ δεν προσέχεις, ποτέ δεν σε ικανοποιούν, ποτέ δεν σου αρκούν.
Άλλος θα πει μια καλή κουβέντα, άλλος θα πάρει ένα δώρο, άλλος θα βοηθήσει την μάνα του με τις δουλειές της, άλλος θα γράψει ένα τραγούδι. Σαν αυτό που τραγουδούσε κάποτε μοναδικά ο Luciano Pavarotti...
Άντε. Πάρε κάνα τηλέφωνο την μάνα σου να δεις τι κάνει. Γομάρι...
Οι φωτογραφίες του άρθρου είναι από ένα ταξίδι του φωτογράφου Platon στην χώρα του, την Ελλάδα.
Χρήστος Χατζηιωάννου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου