Τρίτη, 30 Οκτωβρίου, 2012
Μπορεί οι αγορές παγκοσμίως να θεωρούν ότι τα χειρότερα της κρίσης στην Ευρώπη έχουν περάσει, αλλά οι άνθρωποι που ελέγχουν «τα πορτοφόλια των επιχειρήσεων», δεν πιστεύουν το ίδιο.
Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της εταιρείας «BDO» σε 1.000 οικονομικούς διευθυντές μεσαίων επιχειρήσεων που σχεδιάζουν να προχωρήσουν σε επενδύσεις στο εξωτερικό, η κρίση κρατικού χρέους στην Ευρώπη παραμένει μία από τις κύριες ανησυχίες.
Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, που η Ελλάδα να θεωρείται πιο ριψοκίνδυνη χώρα να κάνει κανείς επενδύσεις και να ξεκινήσει μια επιχείρηση, από ό,τι η Συρία.
Μόνο το Ιράν και το Ιράκ θεωρούνται «χειρότερες» χώρες για επενδύσεις από ό,τι η Ελλάδα, η οποία προσπαθεί να πείσει τους διεθνείς επενδυτές ότι αξίζει να της δοθούν τα δάνεια διάσωσης ώστε να αποφύγει τη χρεοκοπία και μια ενδεχόμενη έξοδο από το ευρώ.
«Οι οικονομικοί διευθυντές είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικοί για τη Νότια Ευρώπη, τμήμα της οποίας τώρα θεωρούνται ως εξίσου ριψοκίνδυνα με τις ασταθείς χώρες της Μέσης Ανατολής», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της «BDO», Μάρτιν Βαν Ρέκελ.
Η Ελλάδα δεν είναι πάντως η μόνη χώρα από τις 17 της ευρωζώνης που βρίσκεται στη λίστα με τις 10 πιο επικίνδυνες χώρες για να επενδύσει κανείς. Η Ισπανία βρίσκεται στην 7η θέση.
Η απροθυμία των οικονομικών διευθυντών, ιδιαίτερα σε χώρες με γοργά αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως η Βραζιλία και η Κίνα, να επενδύσουν στις χρεωμένες χώρες της Ευρώπης, εδράζει στην καρδιά της κρίσης.
Ενα μεγάλο μέρος της ανάκαμψης αυτών των χωρών εξαρτάται από τον ιδιωτικό τομέα, από τον οποίο αναμένουν να καλύψει το επενδυτικό κενό που άφησαν οι περικοπές των κρατικών δαπανών.
Ενώ χώρες όπως η Ελλάδα και η Ισπανία αγωνίζονται να πείσουν τις διεθνείς επιχειρήσεις ότι είναι καλά μέρη να επενδύσει κανείς, άλλες χώρες ευημερούν.
Παρά τις πρόσφατες ενδείξεις για επιβράδυνση, η Κίνα θεωρείται ως η πιο ελκυστική χώρα για ανάπτυξη, ενώ ακολουθούνται από τις Βραζιλία, Ινδία, Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Συνολικά, η έρευνα αποδεικνύει ότι οι οικονομικοί διευθυντές ανά τον Κόσμο θεωρούν ότι είναι πιο δύσκολο να διεξάγουν δραστηριότητες στο εξωτερικό. Εκτός από την αβεβαιότητα για την οικονομική κατάσταση παγκοσμίως, επισημαίνουν την αύξηση του ανταγωνισμού και της εποπτείας.
Ο Βαν Ρέκελ, εμφανίστηκε «έκπληκτος» από το ότι οι περισσότεροι οικονομικοί διευθυντές δεν έχουν εκφράσει ανησυχίες για τα υψηλά χρέη των χωρών εκτός της Ευρώπης, και κυρίως για την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Την ίδια ώρα, ωστόσο, η «Financial Times» επεσήμανε ότι τα αμερικανικά ταμεία επενδύσεων στην αγορά χρήματος αύξησαν τον Σεπτέμβριο, για τρίτο συνεχόμενο μήνα, την έκθεσή τους σε τράπεζες της ευρωζώνης.
Αυτό, ανέφερε η «FT» αποτελεί την τελευταία ένδειξη επιστροφής της εμπιστοσύνης στη σταθερότητα της ευρωζώνης. Η έκθεση των βασικών αμερικανικών ταμείων στις τράπεζες της ευρωζώνης ήταν στο τέλος του Σεπτεμβρίου αυξημένη κατά 16% σε δολάρια σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, σύμφωνα με τον Fitch.
Η έκθεση, ωστόσο, των αμερικανικών ταμείων παραμένει χαμηλή και θα συνεχίσουν να αποφεύγουν τις τράπεζες της περιφέρειας, σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα.
Τέλος, ο αναλυτής της «Wall Street Journal», Νίκολας Χέιστινγκς, εκτιμούσε πως οι επενδυτές θα έπρεπε να δίνουν περισσότερη σημασία στην μακροοικονομική κατάσταση της ευρωζώνης και των χωρών μελών της και όχι στα επιτόκια δανεισμού τα οποία υποχώρησαν μετά την ανακοίνωση του νέου προγράμματος κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ.
«Η αγορά θα έπρεπε να εστιάσει στην προοπτική ανάπτυξης, γιατί χωρίς αυτή, οι στόχοι μείωσης του ελλείμματος και η κρίση θα συνεχιστεί, ακόμη και αν τα επιτόκια δανεισμού παραμείνουν χαμηλά», έγραψε ο κ. Χέιστινγκς, επικαλούμενος πόρισμα του Στιβ Μπάροου, στρατηγικού αναλυτή ισοτιμιών της Standard Bank στο Λονδίνο.
Πηγή: Εθνικός Κήρυξ, Associated Press
Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της εταιρείας «BDO» σε 1.050 οικονομικούς διευθυντές μεσαίων επιχειρήσεων η Ελλάδα θεωρείται πιο ριψοκίνδυνη να πραγματοποιήσει κανείς επενδύσεις και να ξεκινήσει μια επιχείρηση, από ό,τι η εμπόλεμη Συρία.
Συγκεκριμένα, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα το «ΑΡ» επεσήμανε:Μπορεί οι αγορές παγκοσμίως να θεωρούν ότι τα χειρότερα της κρίσης στην Ευρώπη έχουν περάσει, αλλά οι άνθρωποι που ελέγχουν «τα πορτοφόλια των επιχειρήσεων», δεν πιστεύουν το ίδιο.
Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της εταιρείας «BDO» σε 1.000 οικονομικούς διευθυντές μεσαίων επιχειρήσεων που σχεδιάζουν να προχωρήσουν σε επενδύσεις στο εξωτερικό, η κρίση κρατικού χρέους στην Ευρώπη παραμένει μία από τις κύριες ανησυχίες.
Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, που η Ελλάδα να θεωρείται πιο ριψοκίνδυνη χώρα να κάνει κανείς επενδύσεις και να ξεκινήσει μια επιχείρηση, από ό,τι η Συρία.
Μόνο το Ιράν και το Ιράκ θεωρούνται «χειρότερες» χώρες για επενδύσεις από ό,τι η Ελλάδα, η οποία προσπαθεί να πείσει τους διεθνείς επενδυτές ότι αξίζει να της δοθούν τα δάνεια διάσωσης ώστε να αποφύγει τη χρεοκοπία και μια ενδεχόμενη έξοδο από το ευρώ.
«Οι οικονομικοί διευθυντές είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικοί για τη Νότια Ευρώπη, τμήμα της οποίας τώρα θεωρούνται ως εξίσου ριψοκίνδυνα με τις ασταθείς χώρες της Μέσης Ανατολής», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της «BDO», Μάρτιν Βαν Ρέκελ.
Η Ελλάδα δεν είναι πάντως η μόνη χώρα από τις 17 της ευρωζώνης που βρίσκεται στη λίστα με τις 10 πιο επικίνδυνες χώρες για να επενδύσει κανείς. Η Ισπανία βρίσκεται στην 7η θέση.
Η απροθυμία των οικονομικών διευθυντών, ιδιαίτερα σε χώρες με γοργά αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως η Βραζιλία και η Κίνα, να επενδύσουν στις χρεωμένες χώρες της Ευρώπης, εδράζει στην καρδιά της κρίσης.
Ενα μεγάλο μέρος της ανάκαμψης αυτών των χωρών εξαρτάται από τον ιδιωτικό τομέα, από τον οποίο αναμένουν να καλύψει το επενδυτικό κενό που άφησαν οι περικοπές των κρατικών δαπανών.
Ενώ χώρες όπως η Ελλάδα και η Ισπανία αγωνίζονται να πείσουν τις διεθνείς επιχειρήσεις ότι είναι καλά μέρη να επενδύσει κανείς, άλλες χώρες ευημερούν.
Παρά τις πρόσφατες ενδείξεις για επιβράδυνση, η Κίνα θεωρείται ως η πιο ελκυστική χώρα για ανάπτυξη, ενώ ακολουθούνται από τις Βραζιλία, Ινδία, Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Συνολικά, η έρευνα αποδεικνύει ότι οι οικονομικοί διευθυντές ανά τον Κόσμο θεωρούν ότι είναι πιο δύσκολο να διεξάγουν δραστηριότητες στο εξωτερικό. Εκτός από την αβεβαιότητα για την οικονομική κατάσταση παγκοσμίως, επισημαίνουν την αύξηση του ανταγωνισμού και της εποπτείας.
Ο Βαν Ρέκελ, εμφανίστηκε «έκπληκτος» από το ότι οι περισσότεροι οικονομικοί διευθυντές δεν έχουν εκφράσει ανησυχίες για τα υψηλά χρέη των χωρών εκτός της Ευρώπης, και κυρίως για την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Την ίδια ώρα, ωστόσο, η «Financial Times» επεσήμανε ότι τα αμερικανικά ταμεία επενδύσεων στην αγορά χρήματος αύξησαν τον Σεπτέμβριο, για τρίτο συνεχόμενο μήνα, την έκθεσή τους σε τράπεζες της ευρωζώνης.
Αυτό, ανέφερε η «FT» αποτελεί την τελευταία ένδειξη επιστροφής της εμπιστοσύνης στη σταθερότητα της ευρωζώνης. Η έκθεση των βασικών αμερικανικών ταμείων στις τράπεζες της ευρωζώνης ήταν στο τέλος του Σεπτεμβρίου αυξημένη κατά 16% σε δολάρια σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, σύμφωνα με τον Fitch.
Η έκθεση, ωστόσο, των αμερικανικών ταμείων παραμένει χαμηλή και θα συνεχίσουν να αποφεύγουν τις τράπεζες της περιφέρειας, σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα.
Τέλος, ο αναλυτής της «Wall Street Journal», Νίκολας Χέιστινγκς, εκτιμούσε πως οι επενδυτές θα έπρεπε να δίνουν περισσότερη σημασία στην μακροοικονομική κατάσταση της ευρωζώνης και των χωρών μελών της και όχι στα επιτόκια δανεισμού τα οποία υποχώρησαν μετά την ανακοίνωση του νέου προγράμματος κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ.
«Η αγορά θα έπρεπε να εστιάσει στην προοπτική ανάπτυξης, γιατί χωρίς αυτή, οι στόχοι μείωσης του ελλείμματος και η κρίση θα συνεχιστεί, ακόμη και αν τα επιτόκια δανεισμού παραμείνουν χαμηλά», έγραψε ο κ. Χέιστινγκς, επικαλούμενος πόρισμα του Στιβ Μπάροου, στρατηγικού αναλυτή ισοτιμιών της Standard Bank στο Λονδίνο.
Πηγή: Εθνικός Κήρυξ, Associated Press
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου