“Όλη η κάβα στην πίστα!” Το νέο σύνθημα του ξεφαντώματος απαιτεί σαμπάνιες. Χλιαρές ή ξεθυμασμένες, αδιάφορο. Το πολυτελές ποτό των νικητών, της αδρεναλίνης και της επισφράγισης ενός έρωτα κάνει μπαμ στο άνοιγμα, ξεχειλίζει αφρό και σκορπίζει χρυσαφένιες φυσαλίδες. Ωστόσο, πόσο ακόμα συμβολισμό αντέχει αυτή η χώρα; Τι σηματοδοτεί ο καταιγισμός κατανάλωσης πολυδάπανου Γαλλικού αφρώδους οίνου για το ταλαίπωρο μέσο πολίτη; Καλό γούστο ή εξωφρενικό κιτς; Ξιπασιά, καπρίτσιο ή σνομπισμό;
Το πάρτι εκτόξευσης φελλών μετά μουσικής στη Μύκονο πρόσθεσε γκάζι στο ράλι της σύγχυσης στο οποίο συμμετέχει ασθμαίνουσα η Ελλάδα. ¨Όχι τόσο για το ποια είναι τα αποδεκτά κριτήρια και οι κανόνες σε ένα δημόσιο γλέντι, όσο για το πόσο προκλητική είναι η αυταρέσκεια των πλουσίων και η καταναλωτική μέθη των αμέριμνων χασομέρηδων σε μια χρεοκοπημένη χώρα. Μάταια, όμως, κουβέντα. Γιατί δεν βγάζει πουθενά παρά μόνο σε ενοχικές σιωπές και κραυγές μνησικακίας.Δυστυχώς η χώρα που έχασε το τρένο του δημόσιου έλεγχου και της κοινωνικής λογοδοσίας αρπάζεται τώρα από χλιδάτα ξέφτια. Και μια μερίδα της τα χρησιμοποιεί για ισοπεδωτική κριτική και μαζικές απορρίψεις. Φαινομενικά, οι ξεσαλωμένοι γλεντζέδες της Μυκόνου είναι αντεστραμμένος κατοπτρισμός των ζαρωμένων μικρομεσαίων που στέκονται καρτερικά για να πάρουν τσάμπα μαρούλια. Στη πραγματικότητα το σοκ της κρίσης και της χρεωκοπίας παράγει ακόμα πιο βαθιές ανισότητες, μαστορεύει απόμακρες ζωές που κινούνται σε ασύμπτωτες τροχιές και περιστρέφονται σε αταίριαστες πίστες.
Ωστόσο το πρόβλημα της αντίθεσης ανάμεσα στους λίγους χαιχλίδογου της Ψαρούς και τους πολλούς απεγνωσμένους του κοινωνικού παντοπωλείου δεν λύνεται με εκρήξεις λαϊκισμού και βεγγαλικά ηθικολογίας. Ιδίως, όταν για τους ζάμπλουτους πρώτους περισσεύει ο φθόνος, ενώ στους ζορισμένους δεύτερους πλεονάζει ο θυμός. Το κακό όμως, είναι ότι πάνω σε αυτό το τοπίο στήνεται βιαστικά η γενίκευση, που πλασάρουν τα Γερμανικά ταμπλόιντ, περί της μοναδικής «διεφθαρμένης χώρας» στην Ευρώπη. Το χειρότερο, ότι αντανακλαστικά οδηγούνται σε καταγγελτικό οίστρο και κάποιοι ντόπιοι καλλιτέχνες που ούτε το 'χουν το θέμα, ούτε τους ζήτησε κανείς να ξεκινήσουν αντίσταση.
Κάπως έτσι λουκιάστηκε και ο λαϊκός βάρδος Αντώνης Ρέμος επιτείνοντας τη σύγχυση. Πλέοντας ριψοκίνδυνα πάνω στον αφρό της σαμπάνιας σκόρπισε ανέμελα, ξόρκια, ειρωνείες και σαρκασμό εναντίον της καταπιεστική ηγεμονίας της Γερμανίας. Δικαίωμα του, αν δονήθηκε από αφύπνιση εθνικής υπερηφάνειας. Αν , όμως, αναζήτησε φταίχτες για τα δεινά της χώρας χάριν του πολυπληθούς κοινού του,. τότε μάλλον συναθροίστηκε απλουστευτικά με ένα ακροατήριο που συνεχίζει να αλληθωρίζει προς το παρελθόν. Προς την ευμάρεια των δανεικών, την εκρηκτική απληστία του Χρηματιστηρίου, τη κορυφαία μέθη υπεροχής των Ολυμπιακών αγώνων και του Euro 2004 στη Πορτογαλία.
Μόνο που αυτή η πλάνη αφού υπερκαταναλώθηκε και κακοχωνεύτηκε, εξατμίστηκε αφήνοντας μόνο σπασμούς ξεφαντώματος και επιδεικτικής σπατάλης. Προφανώς και δεν φταίει ο Ρέμος ή ο κάθε Ρέμος για το κλατάρισμα μιας εποχής και τα νοσταλγικά κλισέ που έχει αφήσει πίσω της. Εν τούτοις, σε ένα τοπίο σεισμικών μετατοπίσεων πάντοτε θα καραδοκεί ο κανιβαλισμός για όσους, έστω άθελά τους, συντάσσονται με την αυτοαναφορικότητα μιας παρωχημένης ανεμελιάς. Και τσάμπα πάει το όποιο χιούμορ τους όταν επιχειρούν να τα μπαλώσουν, λησμονώντας πως ο φελλός που βγαίνει από το λαιμό της πατροπαράδοτης σαμπάνιας δύσκολα εφαρμόζει ξανά στο άδειο μπουκάλι.
Πηγή΅Πρώτο Θέμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου