Του Δημήτρη Τσάκα
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. Η Σάνο Χάλο, η Γιαγιά του Πόντου, τη Δευτέρα, 28 Απριλίου και δώδεκα μέρες πριν τα 106α γενέθλιά της, άφησε την τελευταία της πνοή στο σπιτάκι της στο Μονρό της Νέας Υόρκης, βυθίζοντας σε πένθος τα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονά της και όλο τον Ποντιακό Ελληνισμό της Αμερικής.Η σορός της σήμερα Πέμπτη, από τις 2-4 και 7 -9 μ.μ. θα εκτεθεί για προσκύνημα στο Γραφείο Τελετών «Smith, Seaman & Quackenbush, Inc.» στην διεύθυνση, 117 Maple Ave. Monroe, NY. 10950 (845) 782 -8185. Αύριο Παρασκευή από τις 10-11:30 θα ψαλεί νεκρώσιμη ακολουθία στο Γραφείο Τελετών και αμέσως μετά θα γίνει ο ενταφιασμός της στο κοιμητήριο Woodlawn Cemetery.
Το τρισάγιο, όπως επεσήμανε ο πρώην πρόεδρος της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Αμερικής και Καναδά Γιώργος Τσιλφίδης, θα τελέσει Ελληνορθόδοξος ιερέας, διότι ήταν και η τελευταία επιθυμία της εκλιπούσας.
Η Σάνο Χάλο, η «Γιαγιά του Πόντου», ήταν η μοναδική εν ζωή επιζήσασα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού. Ηταν η ηρωίδα του μυθιστορήματος «Ούτε καν το όνομά μου», η οποία κατέστη το σύμβολο του αγώνα της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Αμερικής και Καναδά και κατ’ επέκταση της Ομογένειας της Αμερικής για την αναγνώριση και διεθνοποίηση της Γενοκτονίας.
Ο «Εθνικός Κήρυκας» την τίμησε με το ειδικό αφιέρωμα στη «Γυναίκα», τον Ιούλιο του 2012. Η καθιερωμένη συνέντευξη έγινε στο σπίτι της στο Μονρό της Νέας Υόρκης. Πρόκειται για μια απλοϊκή μονοκατοικία, όπου ο κήπος σε συνδυασμό με την κληματαριά και την καθαριότητα, καταμαρτυρούσαν ότι σ’ αυτό ζούσε μια πραγματική Ελληνίδα.
Στους τοίχους του δωματίου υπήρχαν πολλά σύμβολα, μια ποντιακή λύρα και πλειάδα βραβείων με τα οποία η Ομογένεια και η αμερικανική και ελληνική πολιτεία επιβράβευσαν τη ζωή και το έργο της.
Αν και ήταν 103 ετών όταν την επισκεφθήκαμε στο σπίτι της, η Γιαγιά του Πόντου σηκώθηκε όρθια, μας κάλεσε να καθίσουμε δίπλα της και ζήτησε από την κόρη της, την συγγραφέα Θία Χάλο, να μας κεράσει.
Η μαρτυρία της ήταν συγκλονιστική.
«Εγώ είμαι η μόνη επιζήσασα της οικογένειας και η μοναδική επιζήσασα της γενοκτονίας. Εγώ ξέχασα την ελληνική γλώσσα διότι από την ηλικία των δέκα ετών και μετά έχασα κάθε επαφή με τον Ελληνισμό και με τον Πόντο. Μόνο μερικές λέξεις στην ποντιακή διάλεκτο, την προσευχή και μερικά τραγούδια θυμάμαι. Οταν έχασα την μητέρα μου η καρδιά μου είχε ραγίσει. Ημουν τόσο κοντά με την μητέρα μου. Μας εκδίωξαν από τις πατρογονικές μας εστίες και δεν ρήμαξαν μόνο τα σπίτια μας και τις περιουσίες αλλά ερείπωσαν τα πάντα, ακόμη και την ίδια την ζωή μας.
Θυμάμαι σαν να είναι σήμερα. Είχε ξημερώσει μια ειρηνική ημέρα, η οποία κατέληξε σε τραγωδία», επεσήμανε βαριαναστενάζοντας η Σάνο Χάλο.
Ερωτηθείσα εάν θυμόταν συχνά τις τραγικές στιγμές που έχασε την μητέρα της και την οικογένειά της, είχε επισημάνει: «Θυμάμαι πάντα εκείνες τις ημέρες, τις θυμάμαι σα να είναι σήμερα. Θυμάμαι πάντα, αγαπώ την μητέρα μου την Παρθένα. Είχα μικρά αδέλφια που πέθαναν στο δρόμο, έναν αδελφό τον Γιάννη, την αδελφή μου, τους οποίους έχασα. Τις ημέρες εκείνες ζούσαμε όλοι μαζί με τον παππού με τους θείους. Ο παππούς μου είχε έναν αδελφό που τα παιδιά του γεννιόνταν και πέθαιναν μετά τον τοκετό. Η γιαγιά μου η Βαρύτιμη έδωσε το παιδί στον αδελφό του. Και αυτός παντρεύτηκε μια γυναίκα με την οποία παρ’ όλες τις προσπάθειες δεν μπορούσαν να αποκτήσουν παιδιά.
Θυμάμαι σαν να είναι σήμερα που είπε η θεία μου δεν μπορώ να αποκτήσω παιδιά.
Ο θείος μου έλεγε στον πατέρα μου ότι είχε μεγάλη αδυναμία σε μένα και έλεγε ότι η Θυμία είναι δική μου και ότι εσύ έχεις τα άλλα παιδιά και έτσι μεγάλωσε με την θεία της».
Η Σάνο Χάλο ήρθε στην Αμερική το 1925, λίγο διάστημα μετά τον γάμο της με τον Αβραάμ Σάνο, που εργαζόταν στην Αμερική και με τον οποίο έφερε στον κόσμο δέκα παιδιά.
Η εκλιπούσα επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα το 2001 μετά την έκδοση του βιβλίου «Ούτε καν το όνομά μου» και δήλωνε πάντα με υπερηφάνεια ότι το βιβλίο της κόρης της την έφερε πιο κοντά στον Ελληνισμό και στην ελληνική πραγματικότητα.
Προ πέντε ετών απέκτησε την ελληνική ιθαγένεια και κατά τη διάρκεια της τελετής στο Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη είχε επισημάνει ότι ήταν η πιο χαρούμενη ημέρα της ζωής της.
«Στο εξής στο αμερικανικό μου διαβατήριο δεν θα αναγράφομαι ως Τουρκάλα, αλλά Ελληνίδα».
Η εκλιπούσα, αν και δεν είχε την τύχη και το προνόμιο να μεγαλώσει σε ελληνικό περιβάλλον, εν τούτοις θυμούνταν το ελληνικό αλφάβητο και μερικά ελληνικά τραγούδια στην ποντιακή διάλεκτο.
Τις δύο τελευταίες δεκαετίες της ζωής της και κυρίως μετά την έκδοση του βιβλίου της κόρης της, η εκλιπούσα ήρθε πιο κοντά στο ποντιακό στοιχείο και κατ’ επέκταση στην Ομογένεια. Οι στενές σχέσεις με τον Γιώργο Τσιλφίδη και άλλα στελέχη της Παμποντιακής Ομοσπονδίας είχαν αναζωπυρώσει τη μνήμη της και θυμούνταν τα τραγούδια και τους χορούς του Πόντου.
Πηγή: Εθνικός Κήρυξ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου