Σε κρίσιμο τεστ για τις αντοχές της Ε.Ε. αναδεικνύονται οι ευρωεκλογές, καθώς παρά την έξοδο από την κρίση του ευρώ, η Ενωση αντιμετωπίζει σοβαρές πολιτικές προκλήσεις, λόγω της ανόδου των ευρωσκεπτικιστών. Στη φωτογραφία, υποψήφιοι για την προεδρία της Κομισιόν, σε μία από τις αναμετρήσεις τους.
«Ευρωεκλογές: ο λύκος προ των πυλών»! Κάτω από αυτόν τον τίτλο, το κύριο άρθρο του βρετανικού Guardian σχολίαζε, την περασμένη Δευτέρα, τα ευρήματα πρόσφατων δημοσκοπήσεων για την κρίσιμη αναμέτρηση της 25ης Μαΐου. Δύο ήταν τα βασικά συμπεράσματα. Κατά πρώτον, τα ευρωσκεπτικιστικά ή και ακραία αντιευρωπαϊκά κόμματα στη δεξιά και την αριστερή άκρη του πολιτικού φάσματος θα καταγράψουν ιστορικό ρεκόρ, συγκεντρώνοντας μέχρι και το 30% των ψήφων, ενδέχεται μάλιστα να έρθουν στην πρώτη θέση, σε τρεις ισχυρές χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα - Γαλλία, Βρετανία, Ολλανδία. Κατά δεύτερον, αρκετές χώρες είναι πιθανό να εισέλθουν σε περίοδο πολιτικής αστάθειας, καθώς τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας αναμένεται να υποστούν μεγαλύτερα ή μικρότερα πλήγματα.
Εκ πρώτης όψεως, πρόκειται για παράδοξο. Το ευρώ έχει από καιρό βγει από την εντατική, χάρη στη μη συμβατική πολιτική του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι και η Ευρωζώνη έχει εισέλθει σε περίοδο ασθενούς πλην σταθερής ανάκαμψης. Οι αδύναμοι κρίκοι της –Ιρλανδία, Ισπανία, Πορτογαλία– βγήκαν, έστω με πολύ ασταθή βηματισμό, από την ύφεση και ο πλέον αδύναμος όλων, η Ελλάδα, αναμένεται να τις μιμηθεί σύντομα. Ωστόσο, ο οικονομικός χρόνος δεν συμπίπτει κατ’ ανάγκη με τον πολιτικό. Και μόνο η δημοσκοπική απογείωση του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία και του Κόμματος της Ανεξαρτησίας στη Βρετανία επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές.
Είναι προφανές ότι τα προγράμματα διάσωσης Ε.Ε. - ΔΝΤ για την υπέρβαση της κρίσης άφησαν πίσω τους βαθιά πολιτικά τραύματα και εθνικές μνησικακίες, τόσο στις χειμαζόμενες χώρες της περιφέρειας, όσο και στον ευρωπαϊκό Βορρά. Στα μάτια πολλών, η Ε.Ε. φαντάζει όχι ως μέρος της λύσης, αλλά του ίδιου του προβλήματος. Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του ινστιτούτου Open Europe, το 73% των Βρετανών και το 58% των Γερμανών επιθυμούν να έχουν τα εθνικά Κοινοβούλια δικαίωμα βέτο έναντι των Βρυξελλών.
Στο στρατόπεδο του ευρωσκεπτικισμού παρατάσσονται όχι μόνο χτυπημένα από την κρίση και ευεπίφορα στον ξενοφοβικό λαϊκισμό στρώματα, αλλά και ισχυροί παράγοντες των οικονομικών ελίτ. Ο πρώην επικεφαλής του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών, Χανς-Ολαφ Χένκελ, κατεβαίνει στη μάχη των ευρωεκλογών επικεφαλής του νεοπαγούς κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), σημαία του οποίου είναι η επιστροφή στο μάρκο. Το Κόμμα της Ανεξαρτησίας του Νάιτζελ Φάρατζ, που ζητάει την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε., χρηματοδοτείται γενναία από τον μεγαλοεπιχειρηματία Πολ Σάικς, μέχρι πρότινος σπόνσορα των Συντηρητικών. Στη Γαλλία, ακόμη και η ακραιφνώς φιλοευρωπαϊκή Le Monde φιλοξενούσε την περασμένη Πέμπτη αφιέρωμα στη «γερμανοποίηση» της Ενωσης, σημειώνοντας με έκδηλη δυσφορία ότι ο νέος υπουργός Οικονομικών, Μισέλ Σαπέν, παρουσίασε το πρόγραμμα εξοικονόμησης 50 δισ. από τις δημόσιες δαπάνες στον... Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, προτού καν ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς το καταθέσει στη γαλλική Εθνοσυνέλευση!
Παράλληλα, οι ευρωεκλογές, με τον πιο χαλαρό, σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές, χαρακτήρα της ψήφου γίνονται αφορμή για την έκφραση κάθε είδους δυσαρέσκειας απέναντι στα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας, μεγεθύνοντας «ατυπικά» και μέχρι χθες ανύπαρκτα ή περιθωριακά κόμματα, όπως το «Κίνημα Πέντε Αστέρων» του Μπέπε Γκρίλο στην Ιταλία. O Guardian βλέπει το φαινόμενο αυτό ως σύμπτωμα μιας ευρύτερης πολιτικής παθολογίας:
«Πολλοί άνθρωποι δεν είναι ευχαριστημένοι με όσα διαδραματίζονται στην Ευρώπη και στις χώρες τους. Οι πολιτικοί του κατεστημένου παρακάμπτουν τις ανησυχίες των πολιτών αντί να δώσουν καθαρές και ευθείες απαντήσεις. Από την άλλη, οι πολιτικοί των άκρων προτείνουν απλοϊκές πολιτικές, όπως ο πόλεμος στη μετανάστευση ή στις μεγάλες επιχειρήσεις. Ανοησία εναντίον μωρολογίας. Το αποτέλεσμα είναι η υποβάθμιση του πολιτικού διαλόγου, η απώλεια του ρεαλισμού, των αποχρώσεων, της ευφυΐας...
Η διάβρωση των θεσμών από μια επιχειρηματική τάξη, που αμείβεται υπερβολικά, αγνοεί το κοινωνικό κόστος των δραστηριοτήτων της και θρέφει τις ανισότητες, έχει προχωρήσει πάρα πολύ. Αυτά τα ζητήματα δεν πρέπει να εγκαταλειφθούν στο Εθνικό Μέτωπο. Η θέση τους είναι στο κέντρο της πολιτικής ζωής, όχι στα άκρα».
Εκ πρώτης όψεως, πρόκειται για παράδοξο. Το ευρώ έχει από καιρό βγει από την εντατική, χάρη στη μη συμβατική πολιτική του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι και η Ευρωζώνη έχει εισέλθει σε περίοδο ασθενούς πλην σταθερής ανάκαμψης. Οι αδύναμοι κρίκοι της –Ιρλανδία, Ισπανία, Πορτογαλία– βγήκαν, έστω με πολύ ασταθή βηματισμό, από την ύφεση και ο πλέον αδύναμος όλων, η Ελλάδα, αναμένεται να τις μιμηθεί σύντομα. Ωστόσο, ο οικονομικός χρόνος δεν συμπίπτει κατ’ ανάγκη με τον πολιτικό. Και μόνο η δημοσκοπική απογείωση του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία και του Κόμματος της Ανεξαρτησίας στη Βρετανία επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές.
Είναι προφανές ότι τα προγράμματα διάσωσης Ε.Ε. - ΔΝΤ για την υπέρβαση της κρίσης άφησαν πίσω τους βαθιά πολιτικά τραύματα και εθνικές μνησικακίες, τόσο στις χειμαζόμενες χώρες της περιφέρειας, όσο και στον ευρωπαϊκό Βορρά. Στα μάτια πολλών, η Ε.Ε. φαντάζει όχι ως μέρος της λύσης, αλλά του ίδιου του προβλήματος. Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του ινστιτούτου Open Europe, το 73% των Βρετανών και το 58% των Γερμανών επιθυμούν να έχουν τα εθνικά Κοινοβούλια δικαίωμα βέτο έναντι των Βρυξελλών.
Στο στρατόπεδο του ευρωσκεπτικισμού παρατάσσονται όχι μόνο χτυπημένα από την κρίση και ευεπίφορα στον ξενοφοβικό λαϊκισμό στρώματα, αλλά και ισχυροί παράγοντες των οικονομικών ελίτ. Ο πρώην επικεφαλής του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών, Χανς-Ολαφ Χένκελ, κατεβαίνει στη μάχη των ευρωεκλογών επικεφαλής του νεοπαγούς κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), σημαία του οποίου είναι η επιστροφή στο μάρκο. Το Κόμμα της Ανεξαρτησίας του Νάιτζελ Φάρατζ, που ζητάει την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε., χρηματοδοτείται γενναία από τον μεγαλοεπιχειρηματία Πολ Σάικς, μέχρι πρότινος σπόνσορα των Συντηρητικών. Στη Γαλλία, ακόμη και η ακραιφνώς φιλοευρωπαϊκή Le Monde φιλοξενούσε την περασμένη Πέμπτη αφιέρωμα στη «γερμανοποίηση» της Ενωσης, σημειώνοντας με έκδηλη δυσφορία ότι ο νέος υπουργός Οικονομικών, Μισέλ Σαπέν, παρουσίασε το πρόγραμμα εξοικονόμησης 50 δισ. από τις δημόσιες δαπάνες στον... Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, προτού καν ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς το καταθέσει στη γαλλική Εθνοσυνέλευση!
Παράλληλα, οι ευρωεκλογές, με τον πιο χαλαρό, σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές, χαρακτήρα της ψήφου γίνονται αφορμή για την έκφραση κάθε είδους δυσαρέσκειας απέναντι στα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας, μεγεθύνοντας «ατυπικά» και μέχρι χθες ανύπαρκτα ή περιθωριακά κόμματα, όπως το «Κίνημα Πέντε Αστέρων» του Μπέπε Γκρίλο στην Ιταλία. O Guardian βλέπει το φαινόμενο αυτό ως σύμπτωμα μιας ευρύτερης πολιτικής παθολογίας:
«Πολλοί άνθρωποι δεν είναι ευχαριστημένοι με όσα διαδραματίζονται στην Ευρώπη και στις χώρες τους. Οι πολιτικοί του κατεστημένου παρακάμπτουν τις ανησυχίες των πολιτών αντί να δώσουν καθαρές και ευθείες απαντήσεις. Από την άλλη, οι πολιτικοί των άκρων προτείνουν απλοϊκές πολιτικές, όπως ο πόλεμος στη μετανάστευση ή στις μεγάλες επιχειρήσεις. Ανοησία εναντίον μωρολογίας. Το αποτέλεσμα είναι η υποβάθμιση του πολιτικού διαλόγου, η απώλεια του ρεαλισμού, των αποχρώσεων, της ευφυΐας...
Η διάβρωση των θεσμών από μια επιχειρηματική τάξη, που αμείβεται υπερβολικά, αγνοεί το κοινωνικό κόστος των δραστηριοτήτων της και θρέφει τις ανισότητες, έχει προχωρήσει πάρα πολύ. Αυτά τα ζητήματα δεν πρέπει να εγκαταλειφθούν στο Εθνικό Μέτωπο. Η θέση τους είναι στο κέντρο της πολιτικής ζωής, όχι στα άκρα».
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου