Οσο κι αν επισήμως το Μαξίμου χαμηλώνει τον πήχυ των προσδοκιών ενόψει της αυριανής συνάντησης του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά με τη Γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο, το τετ α τετ των δύο ηγετών θα αποτελέσει την κρίσιμη πολιτική διαπραγμάτευση, που θα καθορίσει εάν θα έλθει το τέλος της τρόικας ή της κυβέρνησης.
Η κυβερνητική ρητορική περί απαλλαγής από την τρόικα «σκοντάφτει» στην προβλεπόμενη παρουσία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στη χώρα μέχρι το 2016 και στην απροθυμία των Ευρωπαίων εταίρων και δανειστών να αφήσουν την Αθήνα χωρίς κάποια δημοσιονομική εποπτεία τα επόμενα χρόνια και άρα χωρίς νέο πακέτο βοήθειας, δηλαδή χωρίς ενός είδους Μνημόνιο.
Η κυβέρνηση επιχειρεί να ξεπεράσει αυτούς τους σκοπέλους προτείνοντας την εφαρμογή και για την Ελλάδα μιας «ειδικής λύσης» στα πρότυπα της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, οι οποίες βγήκαν από τα δικά τους προγράμματα νωρίτερα από το προβλεπόμενο με την άδεια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με έκδοση δεκαετών ομολόγων και έχοντας δημιουργήσει κεφαλαιακά αποθέματα, που τους επέτρεψαν το δανεισμό με δικούς τους όρους. Επιθυμεί δηλαδή να πείσει ότι δεν θα χρειαστεί ούτε νέο πρόγραμμα, ούτε τα χρήματα του ΔΝΤ, ώστε το διαζύγιο με την τρόικα να είναι συναινετικό.
Για να καταστεί όμως αυτό δυνατόν πρέπει η χώρα να επιστρέψει ξανά στις αγορές και αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει διευθέτηση του χρέους, ώστε όχι μόνο να μειωθούν τα επιτόκια δανεισμού αλλά και τα τοκοχρεολύσια από 5-6 δισ. ευρώ στα 2 δισ. ευρώ. Η έναρξη έστω της συζήτησης για το χρέος το Νοέμβριο, ακόμη και εάν η οριστική απόφαση μετατεθεί για το πρώτο εξάμηνο του 2015, αποτελεί και ένα από τα κύρια αιτήματα της Αθήνας όχι μόνο για οικονομικούς αλλά και για πολιτικούς λόγους, καθώς -μαζί με την αποχώρηση της τρόικας- αποτελεί βασικό στοιχείο στην αναζήτηση των 180 ψήφων για εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.
Ο πρωθυπουργός θα επιδιώξει για όλα αυτά την πολιτική στήριξη της Γερμανίδας καγκελαρίου, θεωρώντας ότι έχει ήδη ένα σημαντικό σύμμαχο στο πρόσωπο του νέου προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ.
Ο κ. Σαμαράς χρειάζεται και τις πολιτικές «πλάτες» της κ. Μέρκελ προκειμένου να εξειδικεύσει τις γενικές και αόριστες εξαγγελίες φοροελαφρύνσεων της ΔΕΘ στον προϋπολογισμό, η ψήφιση του οποίου διαφορετικά θα είναι ένα τεστ για γερά νεύρα.
Και ενώ στην Αθήνα οι προετοιμασίες για την επίσκεψη Σαμαρά στο Βερολίνο συνεχίζονται μέχρι την τελευταία στιγμή, από τη γερμανική πρωτεύουσα άρχισαν να καταφθάνουν τα μηνύματα για τις «κόκκινες γραμμές» της γερμανικής πλευράς, που συζητά άλλωστε και από τη θέση του ισχυρού.
Η κ. Μέρκελ αναμένεται, σύμφωνα με το περιοδικό «Spiegel», να «επιπλήξει» τον κ. Σαμαρά για την αναποτελεσματικότητα του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και τις κακές επιδόσεις στην πάταξη της φοροδιαφυγής, ενώ ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η προσέγγιση του Γερμανού αναλυτή και γνώστη των ελληνικών θεμάτων, δημοσιογράφου Νιλς Καντρίτσκε, στην «Deutsche Welle». Ο κ. Καντρίτσκε θεωρεί δύσκολο η καγκελάριος να συζητήσει λεπτομέρειες του ελληνικού προγράμματος και εκτιμά ότι σε κάθε περίπτωση δεν θα συμφωνούσε σε αλλαγές, όπως για παράδειγμα στο ζήτημα των φορολογικών ελαφρύνσεων, χωρίς ισοδύναμα.
Και ενώ δεν αποκλείει η κ. Μέρκελ να δείξει στον κ. Σαμαρά την «κατανόηση» που επιζητεί, διαπιστώνοντας ότι η πολιτική των τελευταίων ετών ήταν αναποτελεσματική, σημειώνει ότι «ο Τσίπρας δεν είναι πλέον ο μπαμπούλας» για το γερμανικό πολιτικό κόσμο, καθώς στο Βερολίνο και ειδικά στο στρατόπεδο των Σοσιαλδημοκρατών -κυβερνητικού εταίρου εδώ και ένα χρόνο- δεν φοβούνται ότι μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα διακόψει τις σχέσεις Ελλάδας - Ε.Ε. «Κανείς δεν φοβάται πια στο Βερολίνο ότι ο Τσίπρας θα αναποδογυρίσει το τραπέζι, στο οποίο θέλει να καθίσει με μια αριστερή κυβέρνηση προκειμένου να συζητήσει την ελληνική κρίση και σχέδια εξόδου από αυτήν», γράφει χαρακτηριστικά.
Πηγή: Ελευθεροτυπία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου