Του Θεόδωρου Καλμούκου
Στο διάβα της ζωής πορευόμαστε πολλές και διάφορες πορείες αποστάσεων μακρινών ή κοντινών, σε μέρη γνώριμα αλλά και σε μέρη άγνωρα, κι ανάλογα αυτές οι πορείες έχουν τους δικούς τους στόχους και προορισμούς, τις δικές τους εμπειρίες και βιώματα και σίγουρα τις δικές τους εκπλήξεις, αφού άλλωστε κάθε πορεία μπορεί να οδηγήσει και σε μία έκπληξη.
Η πορεία που ξεκινά σήμερα είναι αλλιώτικη. Εχει μία διαφορετική ποιοτική χροιά ο χρόνος και το διάβα της και σίγουρα οδηγεί με μία μεγάλη έκπληξη, στην έκπληξη ενός τάφου και μάλιστα αδειανού, που δεν θυμίζει τίποτε από άλλους τάφους σκιερούς και οστεώδεις, αλλά είναι ένας τάφος ζωηφόρος, διότι είναι ο τάφος του αείζωου και απέθαντου Χριστού. Κι η πορεία αυτή που ξεκινά σήμερα έχει ένα όνομα γνώριμο σε όλους μας από τότε που ήμασταν ακόμα μικρά παιδιά και λέγεται Μεγάλη Τεσσαρακοστή ή Σαρακοστή πιο απλά.
Πρόκειται για μία πορεία εσωτερικής περιπλάνησης και αναζήτησης. Ενα περπάτημα προς τα μέσα μας σαράντα ημερών, κάτι σαν μία αργοπορία χρονική που μας δίνει την ευκαιρία να κάνουμε μία στροφή προς τα μέσα μας και να αρχίσουμε να συζητούμε με τον εαυτό μας. Είναι ευεργετικό θαρρώ από πολλές απόψεις να τολμούμε και να ανοίγουμε κουβεντολόι με τον εαυτό μας. Το αγχώδες τρεχαλητό και η περιδίνηση της ζωής είναι τόσο πιεστικά που δεν μας επιτρέπουν περιθώρια να κοιτάξουμε λίγο μέσα μας, «τα εντός ημών» και να μιλήσουμε με τον εαυτό μας «ενώπιον ενωπίω» για τα ουσιώδη και τα σημαντικά της ζωής.
Κι αν ακόμα τολμήσουμε και προσκαλούμε και τον Θεό σ’ αυτό το κουβεντολόι με τον εαυτό μας για να κάνουμε παρέα, και γίνουμε ο Θεός και ο άνθρωπος, οι δυο μας, τότε πια θα συνάψουμε τη σχέση που ίσως μας προβληματίσει και μας κάνει να βλέπουμε τους ανθρώπους, τη δημιουργία, τον κόσμο, την ιστορία, με αλλιώτικη ματιά. Αλλωστε, τη σύναψη μιας τέτοιας σχέσης την έχει κάνει δυνατή η ενανθρώπιση του Χριστού. Είναι αυτό που λέμε ασύγγνωστα ίσως, «πίστη». Αυτό ακριβώς είναι η πίστη, μια σύναψη σχέσης εμπιστοσύνης που φτάνει στη «γνώση» του Θεού και κατ’ επέκταση στην κατανόησή Του, δηλαδή στον «παράδεισο» διότι αυτό είναι παράδεισος, η ατέλεστη Θεοπτία, η διηνεκής παρουσία του Θεού. Το αντίθετο είναι η κόλαση. Η πίστη λοιπόν ως σχέση με τον Θεό είναι βασισμένη στην αγάπη. Κι η αγάπη σαν άθλημα υπέρβασης του εαυτού, σαν μια στάση κένωσης από την ατομοκρατούμενη αγκύλωση και εγκύστωση στην επιγειοποίηση, αλλά έξοδος από τον εαυτό σου για τη συνάντηση και τη γνωριμία του άλλου, το συστατικό δηλαδή που συνιστά την κοινωνία προσώπων. Κι είναι αλήθεια αυτό που είπε ο Κωστής Παλαμάς, πως, «όσο γνωρίζεις πιο πολύ, τόσο αγαπάς πιο πλέρια».
Εχω την αίσθηση πως πορεία προς εαυτόν, σημαίνει το αρχίνεμα της φυγής από την χωματερότητα, πέρασμα από την επιγειοποίηση στο άλλο επίπεδο με ποδηγέτη και τιμονιέρη την Εκκλησία, η οποία ατέλεστα, αλλά ιδιαίτερα τώρα τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, σημαίνει έναν ριζοσπαστικό συναγερμό.
Η Εκκλησία όχι όπως παραφθαρμένα εμφανίζεται σήμερα ως διοίκηση και μάλιστα φεουδαρχική. Ούτε ως επαγγελματική κληρικοκρατία όλων των βαθμίδων στολισμένη με όλες αυτές τις φανταχτερές υπερβολές, τα χρυσαφικά και τα χρυσοκέντητα, προς Θεού αυτό το πράγμα δεν είναι Εκκλησία. Η ιδρυματικότητα και η θρησκειοποίηση της Εκκλησίας έχει κυριολεκτικά συγχύσει αυτό που είναι Εκκλησία, από αυτό που δεν είναι. Ισως η Μεγάλη Σαρακοστή να σταθεί και μία καινούργια πρόκληση ξαναανακάλυψης της Εκκλησίας σαν πείνα και δίψα για την όντως ζωή, την απαλλαγμένη από τη φθορά και το θάνατο. Αλλωστε, ο θάνατος είναι η ακραία μας κοινή τραγική πραγματικότητα, «ο έσχατος εχθρός» όλων μας.
Η Μεγάλη Σαρακοστή είναι μια πορεία για μια συνάντηση με τον Χριστό, ο Οποίος έρχεται θεληματικά και από αγάπη και μάλιστα «ως Νυμφίος», και εραστής επειδή μας αγάπησε με ερωτική παραφορά.
Πηγή: Εθνικός Κήρυξ
Στο διάβα της ζωής πορευόμαστε πολλές και διάφορες πορείες αποστάσεων μακρινών ή κοντινών, σε μέρη γνώριμα αλλά και σε μέρη άγνωρα, κι ανάλογα αυτές οι πορείες έχουν τους δικούς τους στόχους και προορισμούς, τις δικές τους εμπειρίες και βιώματα και σίγουρα τις δικές τους εκπλήξεις, αφού άλλωστε κάθε πορεία μπορεί να οδηγήσει και σε μία έκπληξη.
Η πορεία που ξεκινά σήμερα είναι αλλιώτικη. Εχει μία διαφορετική ποιοτική χροιά ο χρόνος και το διάβα της και σίγουρα οδηγεί με μία μεγάλη έκπληξη, στην έκπληξη ενός τάφου και μάλιστα αδειανού, που δεν θυμίζει τίποτε από άλλους τάφους σκιερούς και οστεώδεις, αλλά είναι ένας τάφος ζωηφόρος, διότι είναι ο τάφος του αείζωου και απέθαντου Χριστού. Κι η πορεία αυτή που ξεκινά σήμερα έχει ένα όνομα γνώριμο σε όλους μας από τότε που ήμασταν ακόμα μικρά παιδιά και λέγεται Μεγάλη Τεσσαρακοστή ή Σαρακοστή πιο απλά.
Πρόκειται για μία πορεία εσωτερικής περιπλάνησης και αναζήτησης. Ενα περπάτημα προς τα μέσα μας σαράντα ημερών, κάτι σαν μία αργοπορία χρονική που μας δίνει την ευκαιρία να κάνουμε μία στροφή προς τα μέσα μας και να αρχίσουμε να συζητούμε με τον εαυτό μας. Είναι ευεργετικό θαρρώ από πολλές απόψεις να τολμούμε και να ανοίγουμε κουβεντολόι με τον εαυτό μας. Το αγχώδες τρεχαλητό και η περιδίνηση της ζωής είναι τόσο πιεστικά που δεν μας επιτρέπουν περιθώρια να κοιτάξουμε λίγο μέσα μας, «τα εντός ημών» και να μιλήσουμε με τον εαυτό μας «ενώπιον ενωπίω» για τα ουσιώδη και τα σημαντικά της ζωής.
Κι αν ακόμα τολμήσουμε και προσκαλούμε και τον Θεό σ’ αυτό το κουβεντολόι με τον εαυτό μας για να κάνουμε παρέα, και γίνουμε ο Θεός και ο άνθρωπος, οι δυο μας, τότε πια θα συνάψουμε τη σχέση που ίσως μας προβληματίσει και μας κάνει να βλέπουμε τους ανθρώπους, τη δημιουργία, τον κόσμο, την ιστορία, με αλλιώτικη ματιά. Αλλωστε, τη σύναψη μιας τέτοιας σχέσης την έχει κάνει δυνατή η ενανθρώπιση του Χριστού. Είναι αυτό που λέμε ασύγγνωστα ίσως, «πίστη». Αυτό ακριβώς είναι η πίστη, μια σύναψη σχέσης εμπιστοσύνης που φτάνει στη «γνώση» του Θεού και κατ’ επέκταση στην κατανόησή Του, δηλαδή στον «παράδεισο» διότι αυτό είναι παράδεισος, η ατέλεστη Θεοπτία, η διηνεκής παρουσία του Θεού. Το αντίθετο είναι η κόλαση. Η πίστη λοιπόν ως σχέση με τον Θεό είναι βασισμένη στην αγάπη. Κι η αγάπη σαν άθλημα υπέρβασης του εαυτού, σαν μια στάση κένωσης από την ατομοκρατούμενη αγκύλωση και εγκύστωση στην επιγειοποίηση, αλλά έξοδος από τον εαυτό σου για τη συνάντηση και τη γνωριμία του άλλου, το συστατικό δηλαδή που συνιστά την κοινωνία προσώπων. Κι είναι αλήθεια αυτό που είπε ο Κωστής Παλαμάς, πως, «όσο γνωρίζεις πιο πολύ, τόσο αγαπάς πιο πλέρια».
Εχω την αίσθηση πως πορεία προς εαυτόν, σημαίνει το αρχίνεμα της φυγής από την χωματερότητα, πέρασμα από την επιγειοποίηση στο άλλο επίπεδο με ποδηγέτη και τιμονιέρη την Εκκλησία, η οποία ατέλεστα, αλλά ιδιαίτερα τώρα τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, σημαίνει έναν ριζοσπαστικό συναγερμό.
Η Εκκλησία όχι όπως παραφθαρμένα εμφανίζεται σήμερα ως διοίκηση και μάλιστα φεουδαρχική. Ούτε ως επαγγελματική κληρικοκρατία όλων των βαθμίδων στολισμένη με όλες αυτές τις φανταχτερές υπερβολές, τα χρυσαφικά και τα χρυσοκέντητα, προς Θεού αυτό το πράγμα δεν είναι Εκκλησία. Η ιδρυματικότητα και η θρησκειοποίηση της Εκκλησίας έχει κυριολεκτικά συγχύσει αυτό που είναι Εκκλησία, από αυτό που δεν είναι. Ισως η Μεγάλη Σαρακοστή να σταθεί και μία καινούργια πρόκληση ξαναανακάλυψης της Εκκλησίας σαν πείνα και δίψα για την όντως ζωή, την απαλλαγμένη από τη φθορά και το θάνατο. Αλλωστε, ο θάνατος είναι η ακραία μας κοινή τραγική πραγματικότητα, «ο έσχατος εχθρός» όλων μας.
Η Μεγάλη Σαρακοστή είναι μια πορεία για μια συνάντηση με τον Χριστό, ο Οποίος έρχεται θεληματικά και από αγάπη και μάλιστα «ως Νυμφίος», και εραστής επειδή μας αγάπησε με ερωτική παραφορά.
Πηγή: Εθνικός Κήρυξ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου