Του Θεόδωρου Καλμούκου
Φτάσαμε στο τέλος της πορείας. Μεγάλη Παρασκευή σήμερα. Ημέρας πένθους και ημέρα απορίας. Ολα τέλειωσαν. Ο Χριστός τετέλεσται. Εξέπνευσε. Η αγάπη ματώθηκε. Η αχαριστία μίλησε. Η αυλαία έπεσε. Σταυρικός ο επίλογος της επίγειας ζωής του Χριστού. Δραματικό το τέλος Του. Τα κρίμα αλήθεια! Απίστευτο. Κι όμως «η Ζωή εν τάφω κατατέθης Χριστέ».
Τρομακτικές οι σκηνογραφίες. Τραγικές. Πρωτόγνωρες. Ο αείζωος Χριστός, νεκρός τώρα και νεκρική σιγή σκέπασε ολόκληρη τη κτίση. Θρηνεί κι’ αυτή γοερά με τον βουβό της στεναγμό τον νεκρό Πλάστη της. Ο ήλιος έκρυψε τις αχτίνες του και βύθισε στο σκοτάδι τη γη. Αδύνατο να συλλάβει το περατό μυαλό μας, τον Θεάνθρωπο και Φιλάνθρωπο Χριστό «νεκρόν, γυμνόν, άταφον». Εν τω μεταξύ, ο Ιούδας έγραψε τον επίλογο της δικής του ζωής, έφυγε, πήγε και κρεμάστηκε, αφού πρώτα πέταξε στους αρχιερείς κατάμουτρα τα τριάντα αργύρια. Ηταν αργά όμως, πολύ αργά.
Ο Χριστός κρέμεται νεκρός πάνω στο ικρίωμα του σταυρού και από το μέτωπό Του στάζει σταλαγματιά – σταλαγματιά το αίμα Του και πορφυρώνει το ακάνθινο στεφάνι, ενώ από την πλευρά Του, εξακολουθεί να ρέει «αίμα και ύδωρ». Το είδε ο Ιωάννης ο αγαπημένος του μαθητής και το μαρτύρησε. Ναι ακριβώς έτσι, «ο εωρακός μεμαρτύρηται».
Η αποστολή Του Χριστού ολοκληρώθηκε. Η αυλαία τώρα κλείνει, κι Εκείνος ξεχασμένος και εγκαταλειμμένος κρέμεται πάνω στον σταυρό. Τον έχουν αφήσει μόνο του. Είναι κι αυτό ένα μαρτύριο η ολοκληρωτική εγκατάλειψη. Ολοι έχουν εξαφανισθεί, οι σταυρωτήδες, ο κεντηρίωνας, ακόμα και οι μαθητές Του. Ολοι, μα όλοι. Εκείνος πλέον είναι νεκρός, κι’ εκείνοι έπεσαν να ξαποστάσουν. Ολοκληρωτική εγκατάλειψη δηλαδή, κι’ από αυτόν ακόμα τον Πατέρα Του, προς Τον Οποίον κάποια στιγμή δεν άντεξε και φώναξε σαν άνθρωπος, «Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τι με εγκατέλειπες;».
Ολοι είναι φοβισμένοι. Τρομαγμένοι και τρομοκρατημένοι «δια τον φόβον των Ιουδαίων». Κάποιος όμως τόλμησε. Εκρυβε βαθιά στην καρδιά του κρυφή αγάπη και στοργή για τον προδομένο, υβρισμένο, ραπισμένο, φτυμένο, σταυρωμένο, ματωμένο, νεκρό Δάσκαλο. Είναι ο Ιωσήφ ο Αριμαθαίας. Τόλμησε γιατί αγαπούσε και αγαπούσε πολύ. Παρουσιάσθηκε στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού.
Ο Ιωσήφ ο Αριμαθαίας δεν ήταν κάποιος τυχαίος και άσημος. Βουλευτής ήταν. Επώνυμος και γνωστός στον καθωσπρεπούμενο κοινωνικό του κύκλο. Ομως δεν υπολόγισε κανένα απολύτως πολιτικό κόστος, γνωρίζοντας μάλιστα πως ο όχλος ήταν έτοιμος λόγω του μίσους και του φανατισμού του, ακόμα και να τον πετροβολήσει. Εκείνος όμως τόλμησε και ζήτησε το νεκρό κορμί ενός «λαομίσητου» σταυρωμένου. Αλλωστε η αγάπη θέλει τόλμη.
Ακατανόητο. Μα πώς έγινε τούτο; Πώς «η ζωή εν τάφω κατετέθης Χριστέ…»; Η απάντηση απλή αλλά και θαυμαστική μαζί, για να ξεπεταχτεί «η ζωή εκ τάφου», η όντως ζωή. Η ζωή η απαλλαγμένη από τη φθορά και το θάνατο, η ζωή η αληθινή και απέθαντη.
Εξίσταμαι και ερωτώ καθ’ εαυτόν, αλήθεια ποίος είναι Αυτός που κείτεται νεκρός μέσα στον τάφο τον σκιερό και κάνει να εκπλήττονται των αγγέλων οι στρατιές;
Μεγάλη Παρασκευή σήμερα. Ο βασιλιάς ουρανού και γης είναι νεκρός. Εχει εκπνεύσει πάνω στον σταυρό. Η πενθηφορούσα γης τρέμει σύγκορμη, γιατί δέχθηκε μέσα στα σπλάχνα της, «ως υπνούντα τον Δημιουργόν». Οι πέτρες σχίσθηκαν στα δυο. Σκοτείνιασε η πλάση. Ανοιξαν τα μνήματα και «πολλά σώματα κεκοιμημένων ηγέρθη», ενώ οι Ιουδαίοι σκέφτονται ραδιουργίες για να συκοφαντήσουν την Ανάσταση του Χριστού.
Οι ανθισμένες μυγδαλιές γέρνουν τα άσπρα παρθενικά τους πέταλα κι’ αρωματίζουν και μοσχοβολούν το πέρασμα της νεκρικής του πομπής. Οι πασχαλιές προμηνούν με τη λαμπράδα τους, τη μεγάλη χαρά, η οποία θα γεμίσει σε λίγο τους πάντες και τα πάντα. Υπομονή, η Ανάσταση δεν αργεί. Να «σώπα όπου νάναι θα σημάνουν οι καμπάνες».
Πηγή: Εθνικός Κήρυξ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου