Του Γιώργου Ιατρού
Βασίλη ώρα σου καλή
κι' αέρα στα πανιά σου
την ώρα τούτη που κινάς
για την γενέτηρά σου
Είναι χαρά και λυτρωμός
για τον ξενιτεμένο
όταν γυρνά στο σπίτι του
το πολυαγαπημένο
Φίλοι γνωστοί και συγγενείς
θα έρθουν να σε δούνε
για τα παιδιά, για την Κυρά
για σένα θα ρωτούνε
Με αναμνήσεις όμορφες
ο νους σου θα γεμίσει
νεράκι κρύο σαν θα πιείς
απ' του χωριού τη βρύση
Κάτω απ' της λεύκας τον παχύ
τον ίσκιο ξεκουράσου
κλείσε τα μάτια μια στιγμή
θυμήσου και στοχάσου
Θυμήσου εκείνα τα παλιά
τα παιδικά σου χρόνια
που γύρναγες ξυπόλυτος
με τρύπια παντελόνια
Που έτρεχες ολημερίς
στους δρόμους στην αλάνα
με ματωμένα γόνατα
και φώναζε η Μάννα
Θυμήσου και τις όμορφες
βραδιές με φεγγαράδα
για τα κορίτσια του χωριού
που έκανες καντάδα
Γίνε παιδί να θυμηθεις
τα όμορφα τα ωραία
ξενύχτια, τρέλες, ζαβολιές
με την παλιοπαρέα
Όπου ήταν γάμος και χαρά
γιορτή και πανηγύρι
τρέχατε σαν τις μέλισσες
που ψάχνουν για τη γύρη
Όταν θα φτάσεις στον Ισθμό
σταμάτα εκεί στην άκρη
αντήλιο βαλ' το χέρι σου
κι αγνάντεψε τη Σπάρτη
Στη ράχη του Ταΰγετου
θα δεις τον Λογκανίκο
γνέψε του πως τον αγαπώ
πως δε θα τον λησμονήκω
Κι όλοι εδώ οι φίλοι σου
που σ' αγαπούν, το ξέρεις
προσμένουνέ σε για να ρθείς
νέα για να τους φέρεις.
Βασίλη ώρα σου καλή
κι' αέρα στα πανιά σου
την ώρα τούτη που κινάς
για την γενέτηρά σου
Είναι χαρά και λυτρωμός
για τον ξενιτεμένο
όταν γυρνά στο σπίτι του
το πολυαγαπημένο
Φίλοι γνωστοί και συγγενείς
θα έρθουν να σε δούνε
για τα παιδιά, για την Κυρά
για σένα θα ρωτούνε
Με αναμνήσεις όμορφες
ο νους σου θα γεμίσει
νεράκι κρύο σαν θα πιείς
απ' του χωριού τη βρύση
Κάτω απ' της λεύκας τον παχύ
τον ίσκιο ξεκουράσου
κλείσε τα μάτια μια στιγμή
θυμήσου και στοχάσου
Θυμήσου εκείνα τα παλιά
τα παιδικά σου χρόνια
που γύρναγες ξυπόλυτος
με τρύπια παντελόνια
Που έτρεχες ολημερίς
στους δρόμους στην αλάνα
με ματωμένα γόνατα
και φώναζε η Μάννα
Θυμήσου και τις όμορφες
βραδιές με φεγγαράδα
για τα κορίτσια του χωριού
που έκανες καντάδα
Γίνε παιδί να θυμηθεις
τα όμορφα τα ωραία
ξενύχτια, τρέλες, ζαβολιές
με την παλιοπαρέα
Όπου ήταν γάμος και χαρά
γιορτή και πανηγύρι
τρέχατε σαν τις μέλισσες
που ψάχνουν για τη γύρη
Όταν θα φτάσεις στον Ισθμό
σταμάτα εκεί στην άκρη
αντήλιο βαλ' το χέρι σου
κι αγνάντεψε τη Σπάρτη
Στη ράχη του Ταΰγετου
θα δεις τον Λογκανίκο
γνέψε του πως τον αγαπώ
πως δε θα τον λησμονήκω
Κι όλοι εδώ οι φίλοι σου
που σ' αγαπούν, το ξέρεις
προσμένουνέ σε για να ρθείς
νέα για να τους φέρεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου