Τη Δευτέρα η κηδεία του
Της Αντιγόνης Καραλή
Στους στίχους του έβρισκαν αποκούμπι όλες οι εκφάνσεις της ζωής, αισθήματα, έρωτας και πόνοι, κατατρεγμός και καταφρόνια κι η ποίησή του αγκάλιαζε το λαϊκό αίσθημα και το έκανε τραγούδι.
Ο πολιτικοποιημένος καλλιτέχνης, ο αγωνιστής, ο άνθρωπος που έχει τραγουδηθεί από εκατομμύρια Ελληνες, αυτός ο μεγάλος, ο σπουδαίος, από τους «εκλεκτούς πρωτομάστορες» του λαϊκού ελληνικού τραγουδιού, ο Κώστας Βίρβος, έφυγε χθες από τη ζωή, στο σπίτι του, σε ηλικία 89 ετών.Με το φευγιό του φτώχυνε το ελληνικό τραγούδι αλλά, ευτυχώς, μας άφησε κληρονομιά περίπου 2.500 «διαμάντια» που μιλάνε για όλα, καλύπτοντας ένα μεγάλο εύρος κατηγοριών σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού: κοινωνικοπολιτικά τραγούδια, λαϊκά, έντεχνα, ρεμπέτικα, παραδοσιακά-δημοτικά, σατιρικά, όλα φέρουν τη υπογραφή και τη σφραγίδα του. Γι' αυτόν τον λόγο χαρακτηρίστηκε ως «στιχουργός εφ' όλης της ύλης».
Γεννημένος στα Τρίκαλα στις 29 Μαρτίου 1926, από εύπορη οικογένεια (ο πατέρας του ήταν πλούσιος τυρέμπορας), ο Κώστας Βίρβος κατεβαίνει το 1943 στην Αθήνα και φοιτά στην Πάντειο. Ο ίδιος σύμφωνα με διηγήσεις του έγραφε στιχάκια από νωρίς, αλλά ήθελε να γίνει σκηνοθέτης μιας και του άρεσε ιδιαίτερα το θέατρο.
Στην Αντίσταση
Το 1943 περνάει στις γραμμές της Εθνικής Αντίστασης ως μέλος του ΕΑΜ. Τον Μάρτη του '44 συλλαμβάνεται και βασανίζεται, γιατί έγραφε συνθήματα στους τοίχους για την τότε κυβέρνηση του βουνού. «Το ίδιο βράδυ με έριξαν στο απομονωτήριο. Εκεί ήταν κι ένας άλλος. Πονούσα σε όλο μου το κορμί... Μέσα εκεί υπήρχε ένα κούτσουρο. Του είπα «Σε παρακαλώ να ξαπλώσεις στο κούτσουρο κι εγώ πάνω στο σώμα σου». Ετσι έγινε. Απ' αυτό εμπνεύστηκα το 'ούτε στρώμα να πλαγιάσω, ούτε φως για να διαβάσω« που γράφω στη »Γερακίνα«» θυμόταν χρόνια αργότερα.
Ο πατέρας του με 800 χρυσές λίρες τον απελευθερώνει και έπειτα φεύγει για το βουνό, όπου εκεί συναντά και τον Αρη Βελουχιώτη.
Τα πρώτα του στιχάκια τα δίνει στον Απόστολο Καλδάρα, με τον οποίο γνωρίζονταν από μικροί. Το πρώτο στιχούργημά του λέγεται «Ο φαντάρος» (ανέκδοτο τραγούδι του 1947), που αν και μελοποιήθηκε αρχικά από τον Β. Τσιτσάνη και αργότερα από τον Α. Καλδάρα δεν γραμμοφωνήθηκε, λόγω εμφυλίου και παρά το εμφανές μήνυμα της συμφιλίωσης. Το πρώτο τραγούδι που κυκλοφόρησε ήταν το «Να το βρεις από άλλη» σε μουσική Καλδάρα και ερμηνευτές τους Σούλα Καλφοπούλου και Μάρκο Βαμβακάρη (1948).
Ο Κώστας Βίρβος συνεργάστηκε εκτενέστατα με τους περισσότερους από τους κορυφαίους συνθέτες και ερμηνευτές του ελληνικού τραγουδιού από το 1950 μέχρι σήμερα. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις συνεργασίες του με τους: Μ. Θεοδωράκη («Κοιμήσου αγγελούδι μου»), Β. Τσιτσάνη («Της Γερακίνας γιος», «Γεννήθηκα για να πονώ»), Γρ. Μπιθικώτση («Ενα όμορφο αμάξι με δυο άλογα», «Ρίξε μια ζαριά καλή», «Ο κυρ Θάνος», «Στου Μπελαμή το ουζερί»), Στ. Καζαντζίδη («Μια παλιά ιστορία», «Στις φάμπρικες της Γερμανίας», «Νυχτερίδες και αράχνες», «Ενα πιάτο άδειο στο τραπέζι» , «Δεν θέλω να μου δέσετε τα μάτια»), Γ. Νταλάρα («Γιατί πονάς και βασανίζεσαι», «Εγώ ποτέ δεν αγαπώ»), Τ. Βοσκόπουλο («Λυπάμαι», «Σε ικετεύω», «Ψύλλοι στ' αυτιά μου»), Μ. Πλέσσα («Νεκρικοί διάλογοι»).
Το πέρασμά του στους ολοκληρωμένους κύκλους τραγουδιών έγινε με την «Καταχνιά» του Χρ. Λεοντή, το «Θάλασσα, πικροθάλασσα» του Μ. Πλέσσα, τον «Θεσσαλικό κύκλο» του Γ. Μαρκόπουλου, το «Α-Ω» του Γρ. Μπιθικώτση. Είχε γράψει βιβλία, εργάστηκε ως δημόσιος υπάλληλος απ' το 1954 έως το 1985 και είχε τιμηθεί πολλάκις.
«Ο Βίρβος είναι ένα απ' τα μεγάλα κλαριά στο δένδρο της ελληνικής μουσικής» σημειώνει ο Μίκης Θεοδωράκης. «Αν δεν υπήρχε ο Κώστας Βίρβος στο λαϊκό τραγούδι της δεκαετίας του '50, σίγουρα θα 'πρεπε να τον εφεύρουμε» αναφέρει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος.
«Οταν πεθάνω από το άγχος,/μια βραδιά,/να με πετάξετε σε θάλασσα/βαθιά,/σας το δηλώνω, δε χρειάζομαι/κηδείες,/στεφάνια, λόγους, μουσικές και/αηδίες./ Δε θέλω να ΄ρθουν στην κηδεία/σοβαροί,/οι δήθεν φίλοι μου που είναι/ όλοι εχθροί, /και οι συνάδελφοι, στεγνοί/γραφειοκράτες/με τα κολάρα και τις/ έτοιμες γραβάτες» έγραφε στο «Ο θάνατός μου».
Μόνο που δεν υπολόγισε τους χιλιάδες, τα εκατομμύρια Ελληνες που μεγάλωσαν, αγάπησαν, έζησαν, πόνεσαν, νοστάλγησαν με τα τραγούδια του. Γι' αυτούς θα είναι πάντοτε αυτός, ο «της Γερακίνας γιος».
Πηγή: ΕΘΝΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου