Του Θεόδωρου Καλμούκου
ΒΟΣΤΩΝΗ. Ο Αρχιεπίσκοπος Γέρων Αμερικής κ. Δημήτριος σε συνέντευξη του στον «Εθνικό Κήρυκα», προβαίνει σ’ έναν πρώτο απολογισμό της 43ης Κληρικολαϊκής Συνέλευσης στο Νάσβιλ του Τενεσί.
Μιλάει για το πνεύμα που επικράτησε, την επισήμανση για ανάγκη εσωτερικής ιεραποστολής, για τα οικονομικά και τον προϋπολογισμό των τριάντα εκατομμυρίων για τα έτη 2017 και 2018, πώς καταρτίζεται και πώς θα εξοικονομηθούν από τις κοινότητες τα χρηματικά ποσά, για την Ελληνική και Κατηχητική Παιδεία, για τη Θεολογική Σχολή.
Ο Σεβασμιότατος είπε πως «επεκράτησε ένα πάρα πολύ καλό πνεύμα» και υπογράμμισε ότι «μεταφέραμε την ατμόσφαιρα και το μήνυμα από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο στην Κρήτη, η οποία όπως ξέρετε είναι ένα γεγονός σημαντικό στην Ιστορία της Εκκλησίας».
Είπε ότι «αρχίσαμε πολύ ωραία την Κληρικολαϊκή με την Θεία Λειτουργία όπως πάντοτε, στη συνέχεια είχαμε την έναρξη των εργασιών της Φιλοπτώχου, των Αρχόντων και κάναμε τα εγκαίνια της Εκθεσης εκκλησιαστικών ειδών».
Αναφέρθηκε στο θέμα «είσθε η φωνή του Χριστού σ’ ένα μεταβαλλόμενο κόσμο», το οποίο ανάπτυξε στην εναρκτήρια ομιλία του και στις συναντήσεις που επακολούθησαν των οκτώ Μητροπολιτών με συνέδρους που την συζήτησαν και ανέλυσαν περαιτέρω.
Στην ερώτηση πόσες κοινότητες συνολικά συμμετείχαν, είπε ότι «δεν μπορώ να σας πω διότι δεν τον έχω τον αριθμό, εκείνο που ξέρω είναι ότι ήταν 295 ιερείς κι όπως μου ελέχθη, αλλά όχι επισήμως, πρέπει να ήταν άλλοι τόσοι λαϊκοί και ίσως και παραπάνω.
Επίσης ήταν και πάνω από 400 σύνεδροι της Φιλοπτώχου Αδελφότητας, οι οποίες έκαναν πάρα πολύ ωραίο έργο».
Οταν τον ρωτήσαμε «μπορείτε να πείτε τρία πράγματα που αποφασίστηκαν στην Κληρικολαϊκή και τα οποία θα βοηθήσουν τις κοινότητες», ο Σεβασμιότατος, απάντησε:
«Δεν ήταν μόνο τρία πράγματα, αλλά ήταν περισσότερα τα οποία θα μπορούσε κανείς να επισημάνει διότι μερικές φορές εξαρτάται πώς εκτιμάται κάτι και μετά πόσο βγαίνει στην πραγματικότητα. Λοιπόν εκείνο το οποίο είπαμε πως για να είμαστε η φωνή του Χριστού σ’ ένα μεταβαλλόμενο κόσμο θα πρέπει να ξέρουμε Αυτόν τον Χριστό και τη διδασκαλία του, επομένως υπάρχει πολλή μεγάλη ανάγκη ‘του γνώναι Αυτόν και την δύναμιν της Αναστάσεως Αυτού και την κοινωνίαν των παθημάτων Αυτού’».
Εξήγησε πως «αυτό σημαίνει ότι πήραμε μία μείζονα απόφαση ότι θα πρέπει να κάνουμε πολύ σημαντικό, προσεκτικό έλεγχο και εκτίμηση το τι ακριβώς προσφέρουμε με όλα τα μέσα που διαθέτουμε για προαγωγή αυτής της γνώσεως του Χριστού και της αληθείας του Χριστού, της αλήθειας της Ορθοδοξίας και της πίστεως».
Πρόσθεσε πως «το δεύτερο είναι η ανάγκη να αναζητήσουμε σοβαρά, οργανωμένα και μεθοδικά και να εμπλέξουμε τις κοινότητες και να αναζητήσουμε τους δικούς μας ανθρώπους, οι οποίοι εμφανίζονται μόνο τη Μεγάλη Εβδομάδα και τα Χριστούγεννα. Και το τρίτο, να καταλάβουμε ότι δεν μπορούμε να είναι Εκκλησία Ορθόδοξη και Εκκλησία του Χριστού ένα. Δεν έχουμε πάντοτε την αποστολή να μοιραστούμε αυτόν τον τεράστιο πλούτο που έχουμε με τον κόσμο που είναι απ’ έξω και οι οποίοι είναι είτε οι λεγόμενοι ανεκκλησίαστοι, είτε είναι αγνωστικές είτε είναι άσχετοι άνθρωποι, εξήντα εκατομμύρια».
Στην ερώτηση ποια νομίζετε είναι τα αίτια που πολλοί δικοί μας άνθρωποι ελληνορθόδοξοι έφυγαν από τις εκκλησίες, απάντησε «δεν ξέρω αν έφυγαν ή αν δεν ήλθαν» και συμπλήρωσε πως «αυτό δεν είναι ένα καινούργιο φαινόμενο, αλλά ένα φαινόμενο που ίσχυε. Οταν ήλθα πριν από 16 χρόνια εδώ και έκανα μία έρευνα και μάλιστα με πολύ απλό τρόπο. Μετά από μία Λειτουργία σε μία ενορία της Νέας Υόρκης ρώτησα πόσα μέλη έχετε και μου απάντησαν περίπου πεντακόσια. Μου είπαν επίσης πως υπάρχουν άλλοι πεντακόσιοι τουλάχιστον, μπορεί και εφτακόσιοι, οι οποίοι είναι Ελληνες ορθόδοξοι, ανήκουν γεωγραφικά σ’ αυτό που περιγράφουμε ως ενορία».
Συμπλήρωσε πως «θα γίνει προσπάθεια, δεν θα το αφήσουμε έτσι το ζήτημα». Οσο για το πού θα γίνει η επόμενη Κληρικολαϊκή, είπε ότι «αυτό δεν το έχουμε αποφασίσει ακόμα, θα ληφθεί απόφαση εντός του Αυγούστου και θα σας ενημερώσω».
Στην ερώτηση πώς και γιατί ο οικονομικός προϋπολογισμός έφτασε στα τριάντα εκατομμύρια; Δεν νομίζετε πως είναι πολλά, από πού θα βγουν αυτά τα χρήματα, σημείωσε: «Εγινε μία ανοικτή και πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση για τον προϋπολογισμό με λεπτομέρειες και μάλιστα έγιναν αναφορές και σε επιμέρους ζητήματα».
Είπε ακόμα πως «δεν είναι τριάντα εκατομμύρια, είναι λίγο πιο πάνω από είκοσι», ενώ στην επισήμανση του «Ε.Κ.» πως «έχουμε τα έγγραφα στην κατοχή μας, και ακριβώς σας διαβάζω ότι είναι τριάντα», είπε ότι «είναι μεν προτεινόμενος, αλλά δεν είναι αποφασισμένο τι θα γίνει».
Σε διευκρινιστική ερώτηση αν ψηφίστηκε, ανέφερε πως «ψηφίστηκε ως προϋπολογισμός τουλάχιστον για τον επόμενο χρόνο αυτό το 27 εκατομμύρια δηλαδή».
Στην ερώτηση τα $30.240.112 δεν ψηφίστηκε, είπε ότι «πάει μετά». Στην ερώτηση από πού θα βγουν τόσα χρήματα, ο Σεβασμιότατος είπε πως «η εξήγηση που εδόθη είναι ότι υπάρχει ένα 5% αυξήσεις το χρόνο και ένα άλλο 5% μετά, και είπαν ότι δεν είναι πολύ αλλά υπήρξαν απόψεις που είπαν ότι είναι πολύ, για τις μικρές κοινότητες σημαίνει πολλά πράγματα».
Εξήγησε πως «έχουμε μία αύξηση κατ’ αρχήν στη λογία του Πατριαρχείου, θα περάσουμε από το ένα εκατομμύρια που είναι τώρα, στο ενάμισι και μετά στα δύο εκατομμύρια».
Στην επισήμανση του «Ε.Κ.» ότι δεν αντιλέγει κανείς για το Πατριαρχείο, αλλά γιατί ο προϋπολογισμός για τη Σχολή παρέμεινε ο ίδιος, είπε, «διότι η Σχολή πρέπει να καταλάβει ότι πρέπει να αναπτύξει και η ίδια συγκέντρωση χρημάτων. Οι πρόεδροι όλων των κολεγίων και πανεπιστημίων στην Αμερική τρέχουν και αλωνίζουν τον τόπο για να βρουν τον προϋπολογισμό», αφήνοντας να εννοηθεί πως ένα από τα μελήματα του προέδρου είναι να βγει έξω σε αναζήτηση οικονομικών πόρων».
Στην ερώτηση πώς θα τα βγάλουν πέρα οι κοινότητες; Ερχεται στην αντίληψή σας ότι δυσκολεύονται, είπε «ναι» και συμπλήρωσε πως είναι ενήμεροι όλοι οι άνθρωποι και το θέμα είναι το εξής: υπάρχει αυτή η επιτροπή των οικονομικών, η οποία συνεδριάζει περισσότερο από κάθε άλλη επιτροπή στην Αρχιεπισκοπή και στην οποία μετέχουν ανά δύο μέλη από τις Μητροπόλεις και οι οποίοι έχουν τα συγκεκριμένα δεδομένα. Αυτοί είναι ενήμεροι και τα συζητούν, γι’ αυτό είναι απορίας άξιον γιατί δεν λένε αν υπάρχει κάτι».
Στην ερώτηση ποιος τους διορίζει αυτούς, ανέφερε πως «δεν τους διορίζω εγώ, αλλά ο οικείος Μητροπολίτης». Και συμπλήρωσε πως «δεν συναντώνται κάθε δύο χρόνια, είναι η πιο συχνά συνεδριάζουσα επιτροπή, συνεδριάζουν με πολύ ωραίο τρόπο».
Στην ερώτηση, αυτοί καταρτίζουν τον προϋπολογισμό, είπε, «αυτοί δίνουν τους αριθμούς και τα διάφορα. Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται σε συνεργασία με αυτούς αλλά βάσει των δεδομένων που αυτοί δίνουν. Αυτό που βλέπετε εσείς στον προϋπολογισμό το ανεζήτησαν αυτοί οι άνθρωποι».
Οταν τον ρωτήσαμε εσείς συμμετέχετε σ’ αυτή την επιτροπή ως Αρχιεπίσκοπος, είπε, «εγώ προσωπικά δεν μπορώ να συμμετάσχω πρακτικά διότι αυτοί συνεδριάζουν σε διάφορα σημεία της Αμερικής».
Ο κ. Τζέρη Δημητρίου. Φωτογραφία: Δημήτρης Πανάγος/Αρχιεπικοπή Αμερικής.
Στην ερώτηση η Επαρχιακή Σύνοδος συμμετέχει; Γνωρίζουν οι Μητροπολίτες τα οικονομικά λεπτομερώς, είπε, «τα γνωρίζουν σε σημαντικό βαθμό και επειδή ήθελαν να ξέρουν με λεπτομέρεια στην περασμένη Σύνοδο δημιουργήσαμε μία επιτροπή από δύο αρχιερείς τον Ντιτρόιτ και τον Πιτσβούργου και δύο λαϊκούς μέλη της οικονομικής επιτροπής τον κ. Τζορτζ Μάθιους και η κυρία Γουόλς και έχουν πρόσβαση σε όλα τα οικονομικά της Αρχιεπισκοπής για να είναι βέβαιο ότι υπάρχει η σωστή συμμετοχή και τα σωστά δεδομένα. Ολο αυτό οι αριθμοί κ.λπ. δεν είναι κάτι αυθαίρετο που το φτιάχνει ας πούμε ο κ. Τζέρη Δημητρίου, είναι όλοι αυτοί οι αντιπρόσωποι των Μητροπόλεων που συνεδριάζουν».
Οταν τον ρωτήσαμε χρειάζονται όλα αυτά τα Γραφεία και οι Τομείς, είπε, «χρειάζονται και πολύ περισσότερα» και συμπλήρωσε «εάν αποδίδουν είναι άλλη ιστορία».
Στην ερώτηση για την Ελληνική Παιδεία τι έγινε, είπε πως «η συζήτηση που έγινε τόσο για την Ελληνική όσο και την Θρησκευτική Παιδεία ήταν ουσιαστική και επομένως τα δύο αυτά πεδία είναι υπό την άμεση προσοχή και φροντίδα της Αρχιεπισκοπής, είναι προτεραιότητες».
Πηγή: Εθνικός Κήρυξ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου