Είναι εφιαλτικό ακόμα και να σκεφθεί κάποιος το πώς θα ήταν η ζωή μας χωρίς Κυριακές, χωρίς γιορτές, αλλά και χωρίς σκέψεις, για το νόημα των εορτών. Θα έλειπε η εμπειρία της εναλλαγής παραστάσεως, διαθέσεως, προσμονής και καρτερίας του ερχομού της γιορτής για να σπάσει τη μονοτονία και τη μονοτροπία της συνήθειας και της καθημερινότητας.
Χαράζω τούτες τις γραμμές έχοντας ακόμα νωπή στην ψυχή τη χαρά και την εμπειρία των Χριστουγέννων με τη συμμετοχή στο Εκκλησιαστικό Σώμα, το οποίο συνιστά και συγκροτεί τον ιερό θεσμό της Εκκλησίας, της οποίας την ενανθρώπιση του ιδρυτή της, Ιησού Χριστού, γιορτάσαμε.
Δόθηκε η ευκαιρία και υμνολογήσαμε τον Λυτρωτή μας και Θεό, συναντηθήκαμε μαζί Του και μεταξύ μας. Ανταλλάξαμε ευχές και σκέψεις και κάναμε συζητήσεις για θέματα που αγγίζουν τα ουσιώδη της ζωής, τη σχέση μας με τον Θεό και τον συνάνθρωπο.
Αυτό που ονομάζομε πίστη, είναι η σχέση που συνάπτομε με τον Θεό επειδή ακριβώς ο Θεός είναι Πρόσωπο, κι όχι μία αφηρημένη Ανώτερη Δύναμη όπως συνηθίζουμε πολλές φορές να λέμε, την οποία μάλιστα επικαλούμαστε για να μας προστατεύει από τα κακά του βίου ή κι ακόμα να μας βγάλει και κάποιο λαχείο για να αποκτήσουμε χρήματα και πλούτη, ανυποψίαστοι πως είμαστε εδώ περαστικοί και διαβατάρικοι. Είμαστε σαν τα αποδημητικά πουλιά που πετούν και περνούν και φεύγουν αφήνοντας ξωπίσω τους μία νοητή γραμμή πορείας, η οποία πασχίζει να ορίσει το πέρασμά τους αλλά φευ σβήνει μέσα στην αεικίνητη και αέναη ανακύκλωση του χρόνου, τον οποίο επιμένουμε να τον μετρούμε με του ρολογιού τους δείκτες ανά ώρα και ανά εικοσιτετράωρο. Εχει κι ο χρόνος το δικό του βασανισμό.
Η οικογενειακή συγκέντρωση στο γιορτινό τραπέζι, το άνοιγμα των δώρων, η συνάφεια και η κοινωνία μεταξύ μας, ήταν ο ποιοτικός χρόνος μιας εγγύτητας αλλιώτικης, η οποία ορίζει τα ουσιώδη του βίου. Στη συντροφιά μας ήταν νέοι άνθρωποι με μαθητεία σε κορυφαία σχολειά κι η συζήτησή μας ήταν όχι για τα φαινόμενα και επιφαινόμενα, αλλά για το νόημα και τον σκοπό των όντων, της δημιουργίας ολόκληρης. Αρχίσαμε να μιλούμε όχι απλώς για την αρχή της κτίσης και των όντων, αλλά για την αρχή πριν από την αρχή.
Τέθηκε με ενάργεια αλλά και με αγωνία το ερώτημα από πού ξεκινά η ύπαρξη; Κι ακόμα τι είναι αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε ζωή, δηλαδή αυτό το βιολογικό μας επεισόδιο μετρητής και περιοριστικής χρονικής διάρκειας από τη γέννα μας μέχρι τον τάφο μας.
Μιλήσαμε και λίγο και για την ύπαρξη του Θεού αν και δήλωσα προκαταβολικά ότι αυτό που καταλαβαίνουμε εμείς με το περατό μας μυαλό σαν ύπαρξη, δεν μπορεί να χωρέσει την ύπαρξη του Θεού. Αλίμονο αν μπορούσε. Οπότε αμέσως μπήκαμε στα νερά της αποφατικής Θεολογίας, δηλαδή όχι αυτό που είναι ο Θεός, αλλά αυτό που δεν είναι κι όμως τον ορίζει αν μου επιτρέπεται αυτή η Θεολογική ακροβασία.
Ειλικρινά τη χάρηκα τη συζήτηση, και ένιωσα όπως νιώθω κάθε φορά που συζητώ με σκεπτόμενους ανθρώπους, απαλλαγμένους από Ορθοδοξολογικούς δογματισμούς και αδολεσχίες Θρησκευτισμών. Η συζήτηση συνεχιζόταν με αμείωτο ενδιαφέρον αλλά η ώρα είχε περάσει -είπαμε ο βασανισμός του χρόνου – και συμφωνήσαμε να συνεχίσουμε τη συζήτηση την Πρωτοχρονιά.
Πηγή: ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ
Χαράζω τούτες τις γραμμές έχοντας ακόμα νωπή στην ψυχή τη χαρά και την εμπειρία των Χριστουγέννων με τη συμμετοχή στο Εκκλησιαστικό Σώμα, το οποίο συνιστά και συγκροτεί τον ιερό θεσμό της Εκκλησίας, της οποίας την ενανθρώπιση του ιδρυτή της, Ιησού Χριστού, γιορτάσαμε.
Δόθηκε η ευκαιρία και υμνολογήσαμε τον Λυτρωτή μας και Θεό, συναντηθήκαμε μαζί Του και μεταξύ μας. Ανταλλάξαμε ευχές και σκέψεις και κάναμε συζητήσεις για θέματα που αγγίζουν τα ουσιώδη της ζωής, τη σχέση μας με τον Θεό και τον συνάνθρωπο.
Αυτό που ονομάζομε πίστη, είναι η σχέση που συνάπτομε με τον Θεό επειδή ακριβώς ο Θεός είναι Πρόσωπο, κι όχι μία αφηρημένη Ανώτερη Δύναμη όπως συνηθίζουμε πολλές φορές να λέμε, την οποία μάλιστα επικαλούμαστε για να μας προστατεύει από τα κακά του βίου ή κι ακόμα να μας βγάλει και κάποιο λαχείο για να αποκτήσουμε χρήματα και πλούτη, ανυποψίαστοι πως είμαστε εδώ περαστικοί και διαβατάρικοι. Είμαστε σαν τα αποδημητικά πουλιά που πετούν και περνούν και φεύγουν αφήνοντας ξωπίσω τους μία νοητή γραμμή πορείας, η οποία πασχίζει να ορίσει το πέρασμά τους αλλά φευ σβήνει μέσα στην αεικίνητη και αέναη ανακύκλωση του χρόνου, τον οποίο επιμένουμε να τον μετρούμε με του ρολογιού τους δείκτες ανά ώρα και ανά εικοσιτετράωρο. Εχει κι ο χρόνος το δικό του βασανισμό.
Η οικογενειακή συγκέντρωση στο γιορτινό τραπέζι, το άνοιγμα των δώρων, η συνάφεια και η κοινωνία μεταξύ μας, ήταν ο ποιοτικός χρόνος μιας εγγύτητας αλλιώτικης, η οποία ορίζει τα ουσιώδη του βίου. Στη συντροφιά μας ήταν νέοι άνθρωποι με μαθητεία σε κορυφαία σχολειά κι η συζήτησή μας ήταν όχι για τα φαινόμενα και επιφαινόμενα, αλλά για το νόημα και τον σκοπό των όντων, της δημιουργίας ολόκληρης. Αρχίσαμε να μιλούμε όχι απλώς για την αρχή της κτίσης και των όντων, αλλά για την αρχή πριν από την αρχή.
Τέθηκε με ενάργεια αλλά και με αγωνία το ερώτημα από πού ξεκινά η ύπαρξη; Κι ακόμα τι είναι αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε ζωή, δηλαδή αυτό το βιολογικό μας επεισόδιο μετρητής και περιοριστικής χρονικής διάρκειας από τη γέννα μας μέχρι τον τάφο μας.
Μιλήσαμε και λίγο και για την ύπαρξη του Θεού αν και δήλωσα προκαταβολικά ότι αυτό που καταλαβαίνουμε εμείς με το περατό μας μυαλό σαν ύπαρξη, δεν μπορεί να χωρέσει την ύπαρξη του Θεού. Αλίμονο αν μπορούσε. Οπότε αμέσως μπήκαμε στα νερά της αποφατικής Θεολογίας, δηλαδή όχι αυτό που είναι ο Θεός, αλλά αυτό που δεν είναι κι όμως τον ορίζει αν μου επιτρέπεται αυτή η Θεολογική ακροβασία.
Ειλικρινά τη χάρηκα τη συζήτηση, και ένιωσα όπως νιώθω κάθε φορά που συζητώ με σκεπτόμενους ανθρώπους, απαλλαγμένους από Ορθοδοξολογικούς δογματισμούς και αδολεσχίες Θρησκευτισμών. Η συζήτηση συνεχιζόταν με αμείωτο ενδιαφέρον αλλά η ώρα είχε περάσει -είπαμε ο βασανισμός του χρόνου – και συμφωνήσαμε να συνεχίσουμε τη συζήτηση την Πρωτοχρονιά.
Πηγή: ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου