Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατηγορεί την Κίνα ότι χειραγωγεί τη συναλλαγματική ισοτιμία του γουάν και ότι θα επιβάλει υψηλούς δασμούς στις εισαγωγές από την Κίνα.
Το ενδεχόμενο κήρυξης εμπορικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, η ενίσχυση του δολαρίου και τα προβλήματα των ευρωπαϊκών τραπεζών προβάλλουν ως μερικές από τις μεγαλύτερες απειλές για την παγκόσμια οικονομία το 2017, σύμφωνα με κορυφαίους οικονομολόγους που παρευρίσκονται στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός (WEF).
Οι πολιτικοί ηγέτες, επιχειρηματίες και τραπεζίτες που θα παρευρεθούν αυτή την εβδομάδα στο θέρετρο των ελβετικών Αλπεων έχουν ενθαρρυνθεί από τη γενικά καλή εικόνα της παγκόσμιας οικονομίας και την πρόσφατη άνοδο των παγκόσμιων αγορών, η οποία βασίζεται στην εικασία πως ο επόμενος Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ θα λάβει δημοσιονομικά μέτρα ενίσχυσης της αμερικανικής οικονομίας. «Είμαι πιο αισιόδοξος απ’ ό,τι πέρυσι. Αν δεν σημειωθούν μείζονος σημασίας πολιτικά ή γεωπολιτικά γεγονότα που θα εκτροχιάσουν την παγκόσμια οικονομία, μπορεί να μας εκπλήξει το 2017», λέει ο Αξελ Βέμπερ, πρόεδρος της ελβετικής τράπεζας UBS. Προειδοποιεί, ωστόσο, πως η άνοδος της οικονομίας «κρύβει αλλά δεν επιλύει τα διαρθρωτικά προβλήματα της παγκόσμιας οικονομίας που υποβόσκουν, τα οποία είναι το υπερβολικό χρέος, η υπερβολική εξάρτηση από τη νομισματική πολιτική και οι αρνητικές δημογραφικές εξελίξεις». Μεταξύ των σημαντικότερων ανησυχιών που αναφέρουν οικονομολόγοι που ερωτήθηκαν από το Reuters είναι η απειλή εμπορικού πολέμου ΗΠΑ - Κίνας αλλά και γενικότερη ένταση που θα μπορούσε να προκαλέσει μια πιο συγκρουσιακή αμερικανική κυβέρνηση υπό τον κ. Τραμπ. Ο επόμενος Αμερικανός πρόεδρος κατηγορεί την Κίνα ότι χειραγωγεί τη συναλλαγματική ισοτιμία του γουάν και ότι θα επιβάλει υψηλούς δασμούς στις εισαγωγές από την Κίνα. Ο κόσμος βυθίζεται «σε μια θάλασσα πεσιμισμού, αρνητικότητας και κυνισμού», παρατηρεί ο εκτελεστικός πρόεδρος του WEF Κλάους Σβαμπ. «Πρέπει να καταστήσουμε πιο δίκαιη την παγκοσμιοποίηση», προσθέτει σε συνέντευξη προς το CNBC, «αλλά, όταν μιλάμε για την παγκοσμιοποίηση, δεν πρέπει να την εξετάζουμε μόνον από την άποψη της Δύσης. Στα τελευταία 20-30 χρόνια η παγκοσμιοποίηση έχει δημιουργήσει εκατοντάδες εκατομμύρια θέσεις εργασίας, ειδικά στην Ασία. Οπότε δεν πρέπει να καταδικάζουμε την παγκοσμιοποίηση. Πρέπει να την κάνουμε να λειτουργήσει καλύτερα».
Δεύτερη σημαντική απειλή είναι η ενίσχυση του δολαρίου, το οποίο βρίσκεται κοντά στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 14 ετών έναντι του ευρώ. Περαιτέρω ενίσχυση του δολαρίου (καθώς η Fed αυξάνει τα επιτόκια δανεισμού και καθώς επιταχύνεται η ανάπτυξη στις ΗΠΑ) μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του αμερικανικού εμπορικού ελλείμματος και να σπρώξει τον κ. Τραμπ να υιοθετήσει πολιτική προστατευτισμού. Παράλληλα θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντικά προβλήματα σε όσους δανειολήπτες εκτός ΗΠΑ έχουν συνάψει δάνεια σε δολάρια. Η ενίσχυση του δολαρίου είναι ευπρόσδεκτη στην Ευρωζώνη και θα μπορούσε να δώσει ώθηση στην ανάκαμψη της οικονομίας και του πληθωρισμού, επιτρέποντας στην ΕΚΤ να αρχίσει να σχεδιάζει το τέλος της χαλαρής νομισματικής της πολιτικής. Ωστόσο, αυτό θα προκαλούσε σημαντικά προβλήματα στις χώρες της περιφέρειας. «Αν συνεχιστούν η άνοδος των αμερικανικών επιτοκίων δανεισμού και η ανατίμηση του δολαρίου έναντι του ευρώ, ο Μάριο Ντράγκι θα δυσκολευθεί πολύ να πείσει ότι εφαρμόζει ποσοτική χαλάρωση ώστε να ενισχύσει τον πληθωρισμό. Αν επιβραδύνει τις αγορές ομολόγων, (θα φανεί) πόσο ευάλωτες είναι οι χώρες της περιφέρειας», λέει ο Κένεθ Ρογκόφ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.
Οι πολιτικοί ηγέτες, επιχειρηματίες και τραπεζίτες που θα παρευρεθούν αυτή την εβδομάδα στο θέρετρο των ελβετικών Αλπεων έχουν ενθαρρυνθεί από τη γενικά καλή εικόνα της παγκόσμιας οικονομίας και την πρόσφατη άνοδο των παγκόσμιων αγορών, η οποία βασίζεται στην εικασία πως ο επόμενος Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ θα λάβει δημοσιονομικά μέτρα ενίσχυσης της αμερικανικής οικονομίας. «Είμαι πιο αισιόδοξος απ’ ό,τι πέρυσι. Αν δεν σημειωθούν μείζονος σημασίας πολιτικά ή γεωπολιτικά γεγονότα που θα εκτροχιάσουν την παγκόσμια οικονομία, μπορεί να μας εκπλήξει το 2017», λέει ο Αξελ Βέμπερ, πρόεδρος της ελβετικής τράπεζας UBS. Προειδοποιεί, ωστόσο, πως η άνοδος της οικονομίας «κρύβει αλλά δεν επιλύει τα διαρθρωτικά προβλήματα της παγκόσμιας οικονομίας που υποβόσκουν, τα οποία είναι το υπερβολικό χρέος, η υπερβολική εξάρτηση από τη νομισματική πολιτική και οι αρνητικές δημογραφικές εξελίξεις». Μεταξύ των σημαντικότερων ανησυχιών που αναφέρουν οικονομολόγοι που ερωτήθηκαν από το Reuters είναι η απειλή εμπορικού πολέμου ΗΠΑ - Κίνας αλλά και γενικότερη ένταση που θα μπορούσε να προκαλέσει μια πιο συγκρουσιακή αμερικανική κυβέρνηση υπό τον κ. Τραμπ. Ο επόμενος Αμερικανός πρόεδρος κατηγορεί την Κίνα ότι χειραγωγεί τη συναλλαγματική ισοτιμία του γουάν και ότι θα επιβάλει υψηλούς δασμούς στις εισαγωγές από την Κίνα. Ο κόσμος βυθίζεται «σε μια θάλασσα πεσιμισμού, αρνητικότητας και κυνισμού», παρατηρεί ο εκτελεστικός πρόεδρος του WEF Κλάους Σβαμπ. «Πρέπει να καταστήσουμε πιο δίκαιη την παγκοσμιοποίηση», προσθέτει σε συνέντευξη προς το CNBC, «αλλά, όταν μιλάμε για την παγκοσμιοποίηση, δεν πρέπει να την εξετάζουμε μόνον από την άποψη της Δύσης. Στα τελευταία 20-30 χρόνια η παγκοσμιοποίηση έχει δημιουργήσει εκατοντάδες εκατομμύρια θέσεις εργασίας, ειδικά στην Ασία. Οπότε δεν πρέπει να καταδικάζουμε την παγκοσμιοποίηση. Πρέπει να την κάνουμε να λειτουργήσει καλύτερα».
Δεύτερη σημαντική απειλή είναι η ενίσχυση του δολαρίου, το οποίο βρίσκεται κοντά στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 14 ετών έναντι του ευρώ. Περαιτέρω ενίσχυση του δολαρίου (καθώς η Fed αυξάνει τα επιτόκια δανεισμού και καθώς επιταχύνεται η ανάπτυξη στις ΗΠΑ) μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του αμερικανικού εμπορικού ελλείμματος και να σπρώξει τον κ. Τραμπ να υιοθετήσει πολιτική προστατευτισμού. Παράλληλα θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντικά προβλήματα σε όσους δανειολήπτες εκτός ΗΠΑ έχουν συνάψει δάνεια σε δολάρια. Η ενίσχυση του δολαρίου είναι ευπρόσδεκτη στην Ευρωζώνη και θα μπορούσε να δώσει ώθηση στην ανάκαμψη της οικονομίας και του πληθωρισμού, επιτρέποντας στην ΕΚΤ να αρχίσει να σχεδιάζει το τέλος της χαλαρής νομισματικής της πολιτικής. Ωστόσο, αυτό θα προκαλούσε σημαντικά προβλήματα στις χώρες της περιφέρειας. «Αν συνεχιστούν η άνοδος των αμερικανικών επιτοκίων δανεισμού και η ανατίμηση του δολαρίου έναντι του ευρώ, ο Μάριο Ντράγκι θα δυσκολευθεί πολύ να πείσει ότι εφαρμόζει ποσοτική χαλάρωση ώστε να ενισχύσει τον πληθωρισμό. Αν επιβραδύνει τις αγορές ομολόγων, (θα φανεί) πόσο ευάλωτες είναι οι χώρες της περιφέρειας», λέει ο Κένεθ Ρογκόφ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου