Σε ένα ιδιαίτερα θολό και δύσβατο πολιτικά τοπίο εισέρχονται ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας και η κυβέρνηση από την Τρίτη, με την επιστροφή των εκπροσώπων των δανειστών στην Αθήνα, παρά το «πανηγυρικό» κλίμα που επιχείρησε να διαμορφώσει το Μέγαρο Μαξίμου στον απόηχο του τελευταίου Eurogroup.
Συνεργάτες του πρωθυπουργού, που κινούνται στην επίσημη κυβερνητική γραμμή, προβάλλουν ένα ιδιαίτερα ευθύγραμμο σενάριο για τις επερχόμενες εξελίξεις: Υποστηρίζουν ειδικότερα πως η κυβέρνηση την τελευταία εβδομάδα διασφάλισε τρία ισχυρά χαρτιά:
Πρώτον, ότι τα όποια μέτρα για το αφορολόγητο και τις συντάξεις προνομοθετηθούν θα ισχύσουν από την 1η Ιανουαρίου του 2019 και όχι από τον επόμενο χρόνο ή άμεσα, όπως ήταν η αρχική θέση του ΔΝΤ.
Δεύτερον, πως θα υπάρξουν παράλληλα θετικά «αντίμετρα», ώστε κατά τη διάρκεια της θητείας της η κυβέρνηση να είναι σε θέση να καλύπτεται επικοινωνιακά πίσω από τη θέση ότι η τυχόν συμφωνία με τους εταίρους δεν συνεπάγεται νέα λιτότητα.
Τρίτον, ότι με τη διαφαινόμενη συμφωνία μεταξύ ΔΝΤ και Βερολίνου στο πλαίσιο της συνάντησης Μέρκελ-Λαγκάρντ, το ελληνικό χρέος με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα χαρακτηριστεί βιώσιμο και η Ελλάδα θα ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Κατά τις ίδιες πηγές, που θεωρούν δεδομένο πως η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι συμπαγής, αλλά και ότι το 17% που καταγράφεται για το κυβερνών κόμμα στις τρέχουσες δημοσκοπήσεις έχει παγιωθεί και δεν πρόκειται να υπάρξουν νέες διαρροές ψηφοφόρων, ο κ. Τσίπρας μπορεί να αναμένει τη «στροφή» της οικονομίας, ώστε να ανακτήσει δυνάμεις και να δώσει με αξιώσεις την επόμενη εκλογική μάχη, πιθανότατα εντός του 2018.
Ομως, κατά πολλούς ακόμη και εντός του ΣΥΡΙΖΑ, η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη. Ειδικότερα, με δεδομένο ότι δεν υπήρξε γραπτό κείμενο στο Eurogroup της περασμένης Δευτέρας, εκφράζονται φόβοι ότι η επιστροφή των εκπροσώπων των δανειστών στην Αθήνα την προσεχή Τρίτη θα συνοδευτεί από το «άνοιγμα» θεμάτων που θα είναι δύσκολα πολιτικά διαχειρίσιμα από την κυβέρνηση. Ηδη, μάλιστα, από ορισμένες πηγές μεταδίδεται ότι όταν τεθούν επί τάπητος οι προβλέψεις για το 2018, από την κυβέρνηση θα ζητηθεί ένα μέρος των μέτρων να τεθεί σε εφαρμογή από την πρώτη του επόμενου έτους και όχι από το 2019. Παράλληλα, με τη διαπραγμάτευση σε εξέλιξη θα καταστεί ορατό ότι τα μέτρα και αντίμετρα που θα συμφωνηθούν και θα πρέπει να νομοθετηθούν από τις κοινοβουλευτικές ομάδες των ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ δεν θα έχουν ουδέτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα, αλλά θα είναι ισόποσα, μόνον εάν εκτιμηθεί ότι η χώρα είναι σε θέση να επιτύχει πρωτογενή πλεονάσματα πολύ πάνω από το 3,5%. Σε διαφορετική περίπτωση οι απώλειες σε εισοδήματα θα είναι μεγάλες.
Επίσης, εκφράζονται έντονοι φόβοι ότι το «μείγμα» των μέτρων που θα συμφωνηθεί θα πλήξει τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, που η κυβέρνηση είχε επιχειρήσει να διατηρήσει αλώβητα από τη φοροκαταιγίδα και τις περικοπές συντάξεων της τελευταίας διετίας, ευελπιστώντας πως θα δημιουργήσει μια σταθερή εκλογική βάση. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, εάν ισχύσει ότι θα πρέπει να υπάρξουν έσοδα της τάξης του 0,75% από το αφορολόγητο και ισόποσα κονδύλια από την προσωπική διαφορά στις συντάξεις, το κόστος για τους ασθενέστερους θα είναι μεγάλο.
Ενδεικτικά, σύμφωνα με υπολογισμούς, εάν παράλληλα ισχύσουν ορισμένες μειώσεις στη φορολογική κλίμακα για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις το αφορολόγητο θα πρέπει να πέσει κάτω από τις 6.000 ευρώ, προκειμένου να εξοικονομηθεί 0,75% του ΑΕΠ. Αντιστοίχως, στο μέτωπο του ασφαλιστικού θα πρέπει ή να προβλεφθεί οριζόντια μείωση της τάξης των 40-50 ευρώ σε όλους τους νυν συνταξιούχους, ή να υπάρξουν πολύ μεγαλύτερες περικοπές στις συντάξεις από ένα ύψος και πάνω. Τέλος, σε πολιτικό επίπεδο, εάν ο κ. Τσίπρας ολοκληρώσει τη συμφωνία με τους εταίρους για προνομοθέτηση των μέτρων με έναρξη ισχύος την 1η Ιανουαρίου του 2019, επί της ουσίας θα αυτοακυρωθεί ως μελλοντική αντιπολίτευση. Και τούτο, γιατί η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις επόμενες εκλογές επί της ουσίας θα κληθεί να εφαρμόσει τα μέτρα που θα έχουν νομοθετηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, στελέχη των κομμάτων της αντιπολίτευσης εκτιμούν πως με τη συμφωνία στο Eurogroup o κ. Τσίπρας απλά κέρδισε χρόνο και έβαλε στον «πάγο» τo κλίμα πλήρους αβεβαιότητας στο πεδίο της οικονομίας και τα σενάρια περί Grexit. Ομως, το κατά πόσον τον συμφέρει πραγματικά να ολοκληρώσει τη διαπραγμάτευση, αναλαμβάνοντας και το επακόλουθο πολιτικό κόστος θα το σταθμίσει τις εβδομάδες που έρχονται, με όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά στο τραπέζι.
Πηγή: Καθημερινή