Το Τριώδιο είναι ίσως το πλέον Θεολογικό, Κατανυκτικό, Λειτουργικό και Υμνολογικό βιβλίο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, το οποίο είναι συνυφασμένο με το Πάθος και την Ανάσταση του Χριστού. Είναι δε ταυτισμένο με την ιερή περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η οποία είναι η προκαταρκτική και προπαρασκευαστική περίοδος, που οδηγεί στην Ανάσταση χωρίς την οποία η πίστη μας παραμένει απλά μία θρησκευτική ιδεοληψία και το κήρυγμα «κενό».
Στο παρόν κείμενο το οποίο το περιορίζει ο αριθμός των λέξεων θα κάνουμε μία απόπειρα συντομογραφική προσέγγισης του Τριωδίου από θεολογικής και λειτουργικής σκοπιάς.
Να επισημάνουμε κατ’ αρχήν πως το Τριώδιο, το οποίο ονομάζεται και Κατανυκτικό Τριώδιο,περιλαμβάνει την υμνολογία των Ψυχοσάββατων, των Κυριακών και καθημερινών, και το οποίο «ανοίγει» όπως λέμε στη θεολογική γλώσσα από την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και «κλείνει» τη νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου ακριβώς πριν από την Τελετή της Ανάστασης οπότε αρχίζει ένα άλλο θεολογικό και υμνολογικό βιβλίο το λεγόμενο Πεντηκοστάριο. Ονομάζεται Πεντηκοστάριο επειδή χρησιμοποιείται επί πενήντα μέρες και είναι αναστάσιμο και χαρμόσυνο το περιεχόμενό του. Να μείνουμε όμως στο Τριώδιο και να πούμε πως πήρε την ονομασία του Τριώδιο επειδή η πλειάδα των Κανόνων του Ορθρου απαρτίζονται από τρείς Ωδές, εξ’ ου και Τριώδιο, ενώ συνήθως οι Κανόνες αποτελούνται από εννέα Ωδές.
Το Τριώδιο «ανοίγει» κατά τον εσπερινό του Σαββάτου ξημέρωμα της Κυριακής του Τελώνου και του Φαρισαίου. Η παράδοση θέλει τον Πρωτοψάλτη του ναού να το παραλαμβάνει μπροστά από το εικόνισμα του Χριστού αφού πρώτα ασπασθεί ευλαβικά την εικόνα του Χριστού και στη συνέχεια το Τριώδιο το οποίο είναι ιερό βιβλίο. Με την ευκαιρία να πούμε ότι είναι ασέβεια στις μέρες μας που λόγω της τεχνολογίας σε πολλές περιπτώσεις αντικαθίστανται τα λειτουργικά βιβλία ακόμα και το ιερό Ευαγγέλιο από μικρά κομπιούτερ, τα λεγόμενα Pads, δήθεν προς διευκόλυνση. Ο ασπασμός ενός λειτουργικού βιβλίου όπως είναι το ιερό Ευαγγέλιο, ο Απόστολος, το Τριώδιο, το Λειτουργικό συνιστά πράξη εκκλησιαστική, λειτουργική, καθότι μέσα τους τα βιβλία αυτά έχουν αποθησαυρισμένους τους υμνολογικούς θησαυρούς της Εκκλησίας οι οποίοι χρησιμοποιούντα για την λατρεία του Ζώντος Θεού. Και η λατρεία δεν είναι κάτι το μηχανιστικό και τυπικό, αλλά υπαρκτική μετοχή και συμμετοχή στην ευχαριστία και δοξολογία του Θεού. Η λατρεία μας καθιστά όντα δοξολογικά-ευχαριστιακά με την οποία επικοινωνούμε με τον Θεό κατά τρόπο άμεσο και οντολογικό.
Το Τριώδιο περιλαμβάνει τις ακόλουθες Κυριακές: 1. Τελώνου και Φαρισαίου 2. Ασώτου 3. Απόκρεω 4. Τυροφάγου
Η πρώτη εβδομάδα, η οποία τελειώνει την Κυριακή του Ασώτου, ονομάζεται και Προφωνή ή Προφωνέσιμη, επειδή υπήρχε μία παλαιά παράδοση που προφωνούσαν, δηλαδή διαλαλούσαν ότι στο χωριό ή την πόλη πως άρχιζαν οι Αποκριές.
Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου ή Ολόκριγια, επειδή έτρωγαν κρέας. Η Κυριακή της εβδομάδας αυτής, η Κυριακή της Απόκρεω, ονομάστηκε έτσι γιατί ήταν η τελευταία μέρα που έτρωγαν κρέας και στη συνέχεια σταματούσαν την κρεοφαγία κι έτσι προέκυψε η Απόκρεω τουτέστιν αποχή από κρέας.
Η τρίτη εβδομάδα λέγεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή γίνεται κατάλυση γαλακτοκομικών προϊόντων.
Το Τριώδιο τόσο από θεολογικής όσο και λειτουργικής σκοπιάς σημαδεύει μία ξεχωριστή πορεία που λέγεται Μεγάλη Τεσσαρακοστή γι’ αυτό και στο νου των ανθρώπων το Τριώδιο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την Τεσσαρακοστή. Ο χρόνος και το διάβα του Τριωδίου έχει μία διαφορετική ποιοτική χροιά και σίγουρα οδηγεί με μία μεγάλη έκπληξη, στην έκπληξη ενός τάφου και μάλιστα αδειανού, που δεν θυμίζει τίποτε από άλλους τάφους σκιερούς και οστεώδεις, αλλά είναι ένας τάφος ζωηφόρος, διότι είναι ο τάφος του αείζωου Χριστού. Η πορεία στην οποία εισάγει το Τριώδιο είναι μία πορεία εσωτερικής περιπλάνησης και αναζήτησης. Ενα σεργιάνι προς τα μέσα μας κάτι σαν μία αργοπορία χρονική που μας δίνει την ευκαιρία να κάνουμε μία στροφή προς τα μέσα μας και να αρχίσουμε να συζητούμε με τον εαυτό μας.
Το Τριώδιο είναι ευεργετικό διότι μας προτρέπει να τολμούμε και να πιάνουμε κουβεντολόι με τον εαυτό μας. Να μπαίνουμε σε διάλογο μαζί του. Το αγχώδες τρεχαλητό και η περιδίνηση της ζωής είναι τόσο πιεστικά που δεν μας αφήνουν περιθώρια να κοιτάξουμε λίγο μέσα μας, «τα εντός ημών» και να μιλήσουμε με τον εαυτό μας «ενώπιον ενωπίω» για τα ουσιώδη και τα σημαντικά της ζωής. Για το αίνιγμα της ίδιας της ζωής και την «αλογία» του θανάτου.
Το Τριώδιο μας παρακινεί να τολμούμε και να προσκαλούμε και τον Θεό σ’ αυτό το κουβεντολόι με τον εαυτό μας για να κάνουμε παρέα, εννοώ ο Θεός και ο άνθρωπος, οι δυο μας, τότε πια θα συνάψουμε τη σχέση που ίσως μας προβληματίσει και μας κάνει να βλέπουμε τους ανθρώπους, τη δημιουργία, τον κόσμο, την ιστορία, με αλλιώτικη ματιά. Αλλωστε, τη σύναψη μιας τέτοιας σχέσης την έχει κάνει εφικτή η ενανθρώπιση του Χριστού.
Αυτή η σχέση είναι αυτό που ονομάζομε ασύγγνωστα ίσως, «πίστη». Η πίστη δεν είναι μία θεωρητική αποδοχή κάποιων θρησκευτικών περιποιήσεων ή δογματικών αξιωμάτων, αλλά είναι η σύναψη σχέσης – εμπιστοσύνης που φτάνει στη «γνώση» του Θεού και κατ’ επέκταση στην κατανόησή Του, δηλαδή στον «παράδεισο» διότι αυτό είναι παράδεισος, η ατέλεστη Θεοπτία, η διηνεκής παρουσία του Θεού, το ατέλειωτο κοίταγμά Του. Το αντίθετο είναι η κόλαση. Η πίστη λοιπόν ως σχέση με τον Θεό βασισμένη στην αγάπη. Κι η αγάπη σαν άθλημα υπέρβασης του εαυτού μας.
Η αγάπη όχι σαν ένας συναισθηματικός αγαπισμός, αλλά σαν μία κίνηση εξόδου από την ατομοκρατούμενη αγκύλωση από τον εαυτό μας για τη συνάντηση και τη γνωριμία του άλλου, το συστατικό δηλαδή που συνιστά την κοινωνία προσώπων. Κι είναι αλήθεια αυτό που είπε ο Κωστής Παλαμάς, πως, «όσο γνωρίζεις πιο πολύ, τόσο αγαπάς πιο πλέρια». Είναι τότε που η σχέση γίνεται αγάπη.
Το Τριώδιο και η Σαρακοστή του είναι μία πορεία προς εαυτόν, δηλαδή η αρχή της φυγής από τη χωματερότητα, το πέρασμα από την επιγειοποίηση στο άλλο επίπεδο με ποδηγέτη και τιμονιέρη την Εκκλησία, η οποία ατέλεστα, αλλά ιδιαίτερα τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή και με οδοδείκτη το Τριώδιο, σημαίνει έναν ριζοσπαστικό συναγερμό.
Η Εκκλησία όχι όπως παραφθαρμένα εμφανίζεται σήμερα ως διοίκηση και μάλιστα φεουδαρχική. Ούτε ως επαγγελματική κληρικοκρατία όλων των βαθμίδων στολισμένη με όλες αυτές τις φανταχτερές υπερβολές, τα χρυσαφικά και τα χρυσοκέντητα, προς Θεού αυτό το πράγμα δεν είναι Εκκλησία.
Η ιδρυματικότητα και η θρησκειοποίηση της Εκκλησίας έχει κυριολεκτικά συγχύσει αυτό που είναι Εκκλησία, από αυτό που δεν είναι. Ισως η εντρύφηση στο Τριώδιο και η Μεγάλη Σαρακοστή να σταθούν και μία καινούργια πρόκληση ξαναανακάλυψης της Εκκλησίας σαν πείνα και δίψα για να ζήσει ο κόσμος την όντως ζωή, την απαλλαγμένη από τη φθορά και το θάνατο ο οποίος είναι η ακραία μας κοινή τραγική πραγματικότητα, «ο έσχατος εχθρός» όλων μας.
Το Τριώδιο και η Μεγάλη Σαρακοστή είναι μια πορεία για μια συνάντηση με τον Χριστό, ο Οποίος έρχεται θεληματικά και από αγάπη και μάλιστα «ως Νυμφίος», δηλαδή ως «γαμπρός» και ως εραστής μανικός, «εν τω μέσω της νυκτός» επειδή μας αγάπησε με ερωτική παραφορά, γιατί λαχταρά να μας κάνει και πάλι παιδιά του Θεού και αδελφούς δικούς Του. Ετσι ψάλλει η Εκκλησία τη Μεγαλοβδομάδα, «ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτος».
Δεν έχει καμία σχέση η περίοδος αυτή με ευσεβιστικούς συναισθηματισμούς και φορτίσεις συγκινησιακές, αλλά πρόκειται για μία κλήση – πρόσκληση και πρόκληση υπαρκτικής μαθητείας της Εκκλησίας. Για μια κλήση στην αυτογνωσία, δηλαδή αυτό που είμαστε, Εκείνου που είμαστε και αυτό που θα γίνουμε, δηλαδή άγιοι εν ελευθερία και ελεύθεροι εν αγιότητι. Εδώ αρχίζει ο ουρανός.
Και μ’ αυτή την έννοια ο θάνατος είναι προσωρινός πάντοτε, κι όσο δυνατός κι αν φαίνεται, τον κονιορτοποιεί η Ανάσταση του Χριστού, με την οποία πλέον «ζωή πολιτεύεται». Η ανάσταση του ανθρώπου όχι σαν μία παράταση κάποιου είδους ζωής, αλλά με την έννοια της «Θεοπτίας», δηλαδή του διαρκούς και ατέλεστου κοιτάγματος του Θεού «πρόσωπο προς πρόσωπο». Ο Θεός και ο άνθρωπος, οι δυο μας αλληλοκοιταζόμενοι, αλληλοαγαπώμενοι και αλληλοπεριχωρούμενοι.
Η σωτηρία, για την οποία πολλά κηρύγματα θ’ ακουστούν αυτές τις μέρες, δεν είναι μία αφηρημένη έννοια. Δεν είναι ένα διανόημα, ή τέλος πάντων ένα θεώρημα ψυχολογικών τακτοποιήσεων. Σωτηρία μας είναι ο Θεός. Αρχίζει από τη στιγμή της άρνησης της αυτοδικαίωσης και αυτοσωτηρίας μας. Ετσι αποκτά νόημα αυτό το μετρητής χρονικής διάρκειας βιολογικό μας φαινόμενο που το λέμε «ζωή» και λόγωση ή αλογία του θανάτου μας.
Πηγή: ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου