Επί μία δεκαετία, οι Αμερικανοί προβληματίζονταν για το πότε η οικονομία θα ανέκαμπτε από την ύφεση λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008-2009. Σήμερα προσπαθούν να βρουν την απάντηση σε ένα άλλο ερώτημα: πότε και με ποιον τρόπο θα γραφτεί ο επίλογος αυτής της μακροχρόνιας ανάκαμψης; Αυτόν τον μήνα συμπληρώνονται 10 χρόνια από την κατάρρευση της επενδυτικής τράπεζας Bear Stearns, ένα γεγονός που ήταν μόνον η αρχή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Τον επόμενο μήνα θα καταγραφεί νέο ρεκόρ για τη μακροβιότερη ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κανένα σημάδι που να προμηνύει τον επίλογο αυτής της μακράς περιόδου ανάπτυξης στο άμεσο μέλλον. Η ανεργία είναι χαμηλή και είναι λίαν ικανοποιητικός ο αριθμός των θέσεων εργασίας που έχουν δημιουργηθεί μέχρι σήμερα. Η οικονομία γενικά ευημερεί. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη αδυναμίας. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι προβλέπουν ότι η οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται στους ίδιους ρυθμούς τον επόμενο και μεθεπόμενο χρόνο, αυξάνοντας τις πιθανότητες να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα ο Ντόνανλτ Τραμπ για την προεδρία των ΗΠΑ.
Αλλά υπάρχουν αρκετοί οικονομολόγοι που θεωρούν ότι έχει ήδη καλλιεργηθεί το έδαφος για την επόμενη κρίση, ακόμη και αν αυτή ξεσπάσει έπειτα από μερικά χρόνια. Υποτίθεται ότι οι καλές εποχές δίνουν το περιθώριο στις κυβερνήσεις να διευθετήσουν τα δημοσιονομικά θέματα και να αντιμετωπίσουν μακροχρόνιες προκλήσεις στην οικονομία της χώρας τους. Αντ’ αυτού, το χρέος των ΗΠΑ αυξάνεται και υιοθετούνται πολιτικές που θεωρούνται από πολλούς αντιπαραγωγικές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μεταναστευτική πολιτική του Λευκού Οίκου που αποτρέπει την προσέλευση ατόμων με υψηλά προσόντα στη χώρα ή αναμένεται να μειώσουν την προσφορά σε εργατικά χέρια. Ενα ακόμη παράδειγμα είναι η χαλάρωση των κανόνων λειτουργίας του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού κλάδου που επιχειρείται εδώ και έναν χρόνο από την κυβέρνηση Τραμπ.
Είναι πολύ πιθανόν να αρχίσουν να προβληματίζονται οι επενδυτές για το αν η ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας εισέρχεται σε πιο ριψοκίνδυνη φάση. Τον Φεβρουάριο, οι αγορές κατέρρευσαν μετά την ανακοίνωση στοιχείων που έδειξαν απρόσμενη αύξηση των μισθών, πυροδοτώντας φόβους για μια απότομη αύξηση των τιμών στην οικονομία από τα χαμηλά επίπεδα των τελευταίων ετών. Εκτοτε ανέκαμψαν οι αγορές, αλλά επικρατεί νευρικότητα. Στη διάρκεια του τρέχοντος μηνός προκλήθηκαν νέες απώλειες, μετά την απόφαση του κ. Τραμπ να επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου στις ΗΠΑ.
«Δεν είναι βέβαιον ότι οι οικονομίες παγιδεύονται σε ύφεση κάθε δεκαετία. Αλλά για να αποφευχθεί μια ύφεση, η κυβέρνηση και οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να βρίσκονται σε εγρήγορση», σχολιάζει η Νέλι Λιανγκ, η οποία ανέλαβε την εφαρμογή μέτρων για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed). Η ίδια τονίζει ότι οι επενδυτές μπορεί να αιφνιδιαστούν έπειτα από μια μακρά περίοδο με ευνοϊκές συνθήκες, λόγω του υπερβολικά χαμηλού κόστους δανεισμού.
Πέραν του ενδεχομένου επιβολής νέων δασμών και της πρόκλησης ενός εμπορικού πολέμου μεταξύ των ΗΠΑ και του υπόλοιπου κόσμου, είναι δύσκολο να εκτροχιαστεί η αμερικανική οικονομία. Είναι πιθανό, όμως, να αυξηθεί ο πληθωρισμός από τις περικοπές στη φορολογία των επιχειρήσεων και την αύξηση των δημοσίων δαπανών. Ερευνα της Wall Street Journal καταλήγει στην εκτίμηση ότι υπάρχουν 14% πιθανότητες να ξεσπάσει μια ύφεση μέσα στο 2019. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι οικονομολόγοι συχνά αποτυγχάνουν να προβλέψουν πότε θα ξεσπάσει μια ύφεση.
Source: BEN CASSELMAN / THE NEW YORK TIMES
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου