Η σημερινή κρίση της Κεντροαριστεράς - διότι περί κρίσης πρόκειται - είναι, στην πραγματικότητα, μια ακόμη σελίδα στην υπαρξιακή κρίση της ευρωπαϊκής και της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας, η οποία προϋπάρχει της επελάσεως του ΣΥΡΙΖΑ στο παραδοσιακό της ακροατήριο.
Το ερώτημα του εκατομμυρίου, το «τι πήγε στραβά;», δεν θα βρει ποτέ μια μοναδική απάντηση. Παρότι το Μνημόνιο έχει συμβολοποιηθεί ώς το τέλος της μεταπολιτευτικής ηγεμονίας του ΠΑΣΟΚ, η αναπαραγωγή των ίδιων και των ίδιων στιγμιοτύπων της μνημονιακής περιόδου έχει κι αυτή περιορισμένη αξία, όσο έχει κι η αναγωγή του ΠΑΣΟΚ σε αντικείμενο μιας χιπστερικού τύπου υπεραισθητικοποίησης της πολιτικής κριτικής, μιας και καλά σάτιρας που ενσωματώνει την ταύτισή του με οτιδήποτε προσομοιάζει σε μια λαϊκή «διάβρωση των ηθών» κατά τις προηγούμενες δεκαετίες (π.χ. τα αστεία για τη σπάταλη ζωή και τα ξεφαντώματα της «ζωής επί ΠΑΣΟΚ»).
Στην πραγματικότητα η έναρξη της κρίσης της ελληνικής Κεντροαριστεράς (η οποία δι' ευνόητους λόγους αφορά κυρίως το ΠΑΣΟΚ) και τα όσα σήμερα κεφαλαιοποιεί ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι μια πολύ παλιότερη ιστορία που δεν ξεκίνησε μια μέρα ξαφνικά αλλά χτίστηκε σταδιακά μέσω των κοινωνικών και ταξικών ανασχηματισμών της Μεταπολίτευσης.
Ζεϊμπέκικα και σαμπάνιες
Γι' αυτό έχει νόημα κανείς να πάει πίσω στη Μεταπολίτευση και να θυμηθεί πως η ιστορία της ελληνικής Κεντροαριστεράς είναι κάτι πολύ παραπάνω από τα ζεϊμπέκικα και τις σαμπάνιες και τα νυχτερινά κέντρα της επαρχίας στα οποία ροκανίζονταν αγροτικές αποζημιώσεις. Η ιστορία του ΠΑΣΟΚ είναι η ιστορία ενός χώρου με ταξική αναφορά που εγκόλπωσε ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που για λόγους ιστορικούς ένιωθαν πως δεν είχαν μερίδιο στη δημόσια σφαίρα. Οπως όμως συνέβη και σε αντίστοιχες ευρωπαϊκές περιπτώσεις, ο κόσμος αυτός πράγματι, μαζί με περισσότερη ελευθερία και κινητικότητα, απέκτησε και άλλα χαρακτηριστικά, σταδιακά συντηρητικοποιήθηκε και οι δεσμοί του με τον πολιτικό χώρο του δοκιμάστηκαν, ειδικά μετά τον θάνατο του Αντρέα Παπανδρέου που αποτελούσε κι ένα σημείο κοινής αναφοράς. Ο κόσμος αυτός παρέμεινε στο εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ αντανακλαστικά ή/και επιβιωτικά, αν και καμιά φορά ένιωθε πως δεν του επικοινωνείται το όραμα της ηγεσίας, τουλάχιστον όχι με τρόπο που να τον πείθει για το πόσο τον αφορά.
Η διάλυση του συνδικαλισμού
Η κρίση που έσκασε στα χέρια του ΠΑΣΟΚ το βρήκε ήδη λαβωμένο. Ο,τι συντηρούσε τις κοινωνικές αναφορές του χώρου και τον κοινωνικό διάλογο είχε υποστεί οριακή διάλυση. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι ο συνδικαλισμός, ένα από τα δυναμικότερα και σημαντικότερα κομμάτια του ΠΑΣΟΚ. Η οργανωτική δομή του ήταν σαν μια πυραμίδα που ξεκινούσε από τις οργανώσεις του χώρου εργασίας, πέρναγε στις κατά τόπους οργανώσεις της ΠΑΣΚΕ, σε κλαδικές κ.λπ., για να φτάσει, τελικά, στο κόμμα κεντρικά. Η δομή αυτή ήταν εξαιρετικά αποδοτική όσο δούλευε, όσο τα διαφορετικά της επίπεδα εργάζονταν και συνεργάζονταν παράλληλα και αδιάκοπα. Με τη δομή αυτή το θέμα του εργαζομένου στον τάδε χώρο εργασίας φτάνει σκαλί σκαλί στην κορυφή της ιεραρχίας. Οι συνδικαλιστές είχαν πρόσβαση στον βουλευτή που είχε πρόσβαση στον υπουργό και ασκούσε κοινοβουλευτικό έλεγχο. Αυτό το σύστημα, που τόσο άδικα λοιδορείται καμιά φορά, ήταν ένα σύστημα που κρατούσε ανοιχτό τον διάλογο μεταξύ της βάσης και της ηγεσίας, που δημιουργούσε καλώς νοούμενους δεσμούς των ανθρώπων με τον πολιτικό τους χώρο, ενίσχυε τη δραστηριοποίησή τους, τους έδινε την αίσθηση ότι έχουν κι έναν σοβαρό ρόλο ύπαρξης στο κόμμα, ότι είναι και φορείς ελέγχου των ανώτερων κλιμακίων. Οι άνθρωποι αυτοί την τελευταία δεκαετία παραπονιούνται πως δεν υπάρχει πια κόμμα, με την έννοια αυτής της οργανωμένης λειτουργίας του. Πως ενώ ο κόσμος του υπάρχει ακόμη, αφέθηκε να σκορπιστεί.
Η κρίση, εν τω μεταξύ, ήρθε να επικυρώσει τον φόβο κάποιων ότι η παραδοσιακή ατζέντα της σοσιαλδημοκρατίας, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είναι τραγικά εκτός τόπου και χρόνου. Κι αυτό γιατί οι ευγενείς της στόχοι είναι ακριβοί. Το κοινωνικό κράτος που πρόσφερε η σοσιαλδημοκρατία στην ιστορία κοστίζει πολλά χρήματα, χρήματα που λείπουν και που δεν φαίνεται να ξαναβγαίνουν σύντομα.
Παράλληλα, ο κόσμος μας αλλάζει συντριπτικά, η φιλελεύθερη δημοκρατία πια δεν θεωρείται απαραίτητη για την οικονομική ανάπτυξη κι υποχωρεί μπροστά σε αυταρχικά κοινωνικά και πολιτειακά μοντέλα, γεγονός στο οποίο η σοσιαλδημοκρατία στέκεται οχυρωμένη πίσω από τις αξιακές διακηρύξεις της, αλλά με δυσκολία να απαντήσει σε όσους αναρωτιούνται γιατί πρέπει οι αξίες αυτές πάση θυσία να επιβιώσουν.
Το χαμένο όνειρο και οι κλεπταποδόχοι
Στην Ελλάδα το όνειρο των ευγενών στόχων το αποτελείωσε μια κι έξω ο Αλέξης Τσίπρας διότι υποσχέθηκε τα πάντα και τα πήρε όλα πίσω, οδηγώντας μέρος των ανθρώπων που τον ψήφισαν για να συγκρουστεί, σε μια πολύ επικίνδυνη μοιρολατρία. Είναι, δυστυχώς, πολλοί αυτοί που έχουν πειστεί ότι τα πράγματα θα είναι μίζερα με ή χωρίς Μνημόνιο, ότι η χώρα δεν έχει σωσμό, ότι θα δουλεύουν για να πληρώνουν υποχρεώσεις, ότι οι πολιτικοί πάντα ψέματα θα λένε, ότι πάντα κάποιοι λίγοι θα ζουν καλύτερα εις βάρος πολλών, ότι η Μεταπολίτευση ήταν, τελικά, μια καταστροφική κι ανήθικη αυταπάτη.
Αυτό ήταν το αφήγημα με το οποίο κατάπιε μια γερή μπουκιά από το ΠΑΣΟΚ ο ΣΥΡΙΖΑ. Οτι η κρίση δημιουργήθηκε από τα σκάνδαλα και πως αυτά τα ευγενή κι ακριβά πράγματα που απολάμβαναν οι πολίτες επί ΠΑΣΟΚ ήταν σαν αποδοχή κλεμμένων. Οτι μας έκαναν όλους κλεπταποδόχους. Συνέδεσαν λοιπόν την κάθαρση με την αποστέρηση των κεκτημένων μας και μας είπαν ότι αυτό είναι για το καλό μας. Ετσι επιβλήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα χωρίς καμία ταξική αναφορά, που διεκδικεί τον τίτλο της σοσιαλδημοκρατίας ενώ πολιτεύτηκε με επιλογές που χτύπαγαν συνειδητά τη μεσαία τάξη.
Η Κεντροαριστερά, έχοντας κουβαλήσει ήδη ένα τεράστιο βάρος στην κρίση, φοβήθηκε. Και μπήκε σε έναν κύκλο ενοχών και δημόσιας αυτομαστίγωσης χωρίς όμως, ταυτόχρονα, να προσπαθήσει να ξαναχτίσει τις δομές και τις σχέσεις με τον κόσμο της, την κοινωνική και ταξική αναφορά της.
Το Κίνημα Αλλαγής και τα... αυτογκόλ
Αντ' αυτού, αναλώθηκε σε τσακωμούς και, στη συνέχεια, σε ένα πρότζεκτ «ένωσης του χώρου» το οποίο, χρόνια μετά, κατέληξε στο Κίνημα Αλλαγής.
Οσοι ενδιαφέρονται για τις εσωτερικές διαδικασίες του χώρου, ήλπιζαν για κάποιες απαντήσεις απ' όσους φιλοδοξούσαν να ηγηθούν σε ένα νέο κόμμα που θα επεδίωκε να συνενώσει τον σκόρπιο εκείνο κόσμο της Κεντροαριστεράς. Η πολιτική όμως θάφτηκε κάτω από τους μικρομεγαλίστικους βυζαντινισμούς του χώρου και μακρόσυρτες συζητήσεις επί των διαδικαστικών, οι οποίες αναδείκνυαν ακόμη περαιτέρω την έλλειψη πολιτικότητας και λίγο αφορούσαν τη βάση.
Η πρωτοτυπία της ίδιας της διαδικασίας ίδρυσης του Κινήματος Αλλαγής προκαλούσε εύλογες ανησυχίες για το μέλλον του. Αντί να προηγηθεί η ίδρυση του φορέα, ο καθορισμός της οργανωτικής μορφής του και της ιδεολογικής ταυτότητάς του, προηγήθηκε η εκλογή αρχηγού με ανοιχτή διαδικασία. Δηλαδή το κόμμα φτιάχτηκε έχοντας πρώτα αρχηγό που εξελέγη από ένα μεγάλο εκλογικό σώμα, που δίνει μεγάλη νομιμοποίηση, αλλά κι ένα εντελώς ακαθόριστο εκλογικό σώμα, σχετικοποιώντας πολύ τη λογοδοσία. Εξελέγη, δηλαδή, μια πολύ ισχυρή αρχηγός. Τα υπόλοιπα, δηλαδή οι εξελίξεις στο Κίνημα Αλλαγής ώς σήμερα, είναι, όπως λένε, ιστορία.
Η επόμενη μέρα για την ελληνική Κεντροαριστερά αναζητείται αλλά είναι κάπως βέβαιο πως δεν θα βρεθεί με το να φωνάζει συνθήματα ή να ομφαλοσκοπεί με τα εσωκομματικά του, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Δημοκρατία θα μάχονται για το ποιος εκφράζει την προοδευτική ατζέντα της εποχής μας.
TO BHMA