Η 29η Ιουλίου είναι η ημέρα που έχει σημαδέψει με πόνο πολύ και θλίψη αβάσταχτη την καρδιά του Στέφανου Τσερπέλη, του γνωστού ομογενή επιχειρηματία, φιλάνθρωπου και ένθερμου υποστηρικτή της Ελληνικής Παιδείας από τη Νέα Υόρκη, γιατί στις 29 Ιουλίου του 1947 οι αντάρτες έκαναν στάχτες κι αποκαΐδια το χωριό του, τον Αγαλιανό, που βρίσκεται στα σύνορα της Τριχωνίδας και της Ευρυτανίας.
Ο κ. Τσερπέλης διαθέτει μία καταπληκτική μνήμη και θυμάται τα πάντα με λεπτομέρειες, συμβάντα και πρόσωπα, αν και ήταν μόλις 10 ετών. Καθώς θυμάται και αφηγείται η φωνή του αρχίζει να τρέμει και τα μάτια του να βουρκώνουν, γιατί ζει από την αρχή τον κατατρεγμό, τα φονικά, τη φωτιά και την καταστροφή.
Είπε πως «ένα μήνα πριν, δηλαδή τον Ιούνιο του 1947, ήλθαν αντάρτες στο χωριό υπό την αρχηγία του Χαρίλαου Φλωράκη, ο οποίος είχε την επωνυμία καπετάν Γιώτης και περικύκλωσαν τον Αγαλιανό για να τον καταλάβουν και καταστρέψουν. Κι ο λόγος ήταν πως δεν έστελνε αντάρτες στο βουνό κι ήταν το μόνο χωριό στην Ευρυτανία που δεν έστελνε αντάρτες.
Ο κ. Στέφανος Τσερπέλης, με τη σύζυγό του Αρετή Τσερπέλη. Φωτογραφία: «Εθνικός Κήρυξ» – Κώστας Μπέη.
»Οι πενήντα προστάτες του χωριού που τους έλεγαν μάιδες ήταν οπλισμένοι και φύλαγαν τα σύνορα του χωριού. Οχι μόνο δεν κατάφερε ο καπετάν Γιώτης να καταλάβει τον Αγαλιανό αλλά τράπηκε σε φυγή, όμως συνελήφθησαν και οι 23 αχθοφόροι που είχε φέρει μαζί του για να μεταφέρουν τα λάφυρα. Πολλοί από αυτούς είναι πρώτα εξαδέλφια μου από το γειτονικό χωριό, Αγία Βλαχέρνα, η μητέρα μου είχε αδέλφια εκεί».
Εξήγησε πως «δεν ήλθαν ως αντάρτες, αλλά με το ζόρι για να μεταφέρουν τα λάφυρα, διότι ο Αγαλιανός θεωρείτο ότι είχε πολύ λάδι, ενώ τα γειτονικά χωριά ήταν πιο ορεινά και δεν είχαν ελιές».
Οπως ανέφερε, «ο Αγαλιανός είχε τότε 98 σπίτια λέγαμε, περί τους πεντακόσιους κατοίκους, 140 παιδιά στο σχολείο. Το 1946 είχε έλθει ένας δάσκαλος άκρως κομμουνιστής, οι χωριανοί δεν έστελναν τα παιδιά τους στο σχολείο, τον κυνήγησαν οι κάτοικοι και έφυγε νύχτα».
Ο κ. Τσερπέλης χαρακτήρισε τον Χαρίλαο Φλωράκη, γνωστό ως καπετάν Γιώτη, «ως τον μεγαλύτερο διαφθορέα και σφαγέα της Ευρυτανίας. Εβαζε τους αντάρτες του και μάζευαν όλα τα κορίτσια 14 χρονών και τα έβαζε μπροστά και πολλά κορίτσια σκοτώθηκαν από τα πυρά του στρατού, μιλούμε για ένα τέρας. Το 1946 στη Χωροφυλακή στο Πήλιο έσφαξε με τα χέρια του τον χωροφύλακα Ανδρέα Κουτσούκη, 21 χρονών, ο οποίος μόλις είχε αποφοιτήσει από τη Σχολή. Καταγόταν από το χωριό Αλέστια, διπλανό χωριό του Αγαλιανού».
Ο κ. Στέφανος Τσερπέλης ήταν από τους πρώτους που υποδέχθηκαν και καλωσόρισαν τον νέο Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Ελπιδοφόρο κατά την άφιξή του στο αεροδρόμιο στη Νέα Υόρκη, την Τετάρτη 19 Ιουνίου. Φωτογραφία: «Ε.Κ.»/Κώστας Μπέη.
Πρόσθεσε πως «τα γνωρίζω πολύ καλά διότι της αδελφής του ο γιος είναι γαμπρός μου από κόρη μου. Εχω το χαρτί που έστειλαν στην μάνα του που λέγει ότι ο γιος σας εσφάγη από τα χέρια του καπετάν Γιώτη Φλωράκη, ο οποίος με τα ματωμένα χέρια του χάραξε πάνω στον τοίχο ένα Χ και είπε πως αρχίζει η σφαγή. Πήγαν τα αδέλφια του Ανδρέα Κουτσούκη και βρήκαν έναν λάκκο με δεκάδες κεφαλές μέσα ανθρώπων που τους έσφαζαν οι αντάρτες και τους πετούσαν στον λάκκο. Κι αυτό έγινε συγχρόνως με τον Μελιγαλά της Πελοποννήσου. Ετσι γνωρίσαμε τον Φλωράκη».
Ο κ. Τσερπέλης συνέχισε τη διήγησή του, λέγοντας πως «τον Μάιο του 1947 ο Χρήστος Καρτσακάλης από τον Αγαλιανό με το μουλάρι του φορτωμένο υλικά για να φτιάξει το σπίτι του πέρασε από το χωριό Παπαρούσι όπου υπήρχε ένα απόσπασμα του Φλωράκη. Τον αναγνώρισαν ότι ήταν από τον Αγαλιανό και το απόσπασμα παρόντος του Φλωράκη επί δύο ημέρες τον κατακρεούργησαν.
»Εβγαλαν τα μάτια του, τα νύχια του, του έκοψαν τα γεννητικά του όργανα, τον κρέμασαν και στο τέλος του έκοψαν το κεφάλι και το πέταξαν μακριά από το σώμα του. Ηλθε το μουλάρι του στον Αγαλιανό μόνο του. Εφριξαν οι άνθρωποι στον Αγαλιανό. Τον Ιούνιο ο Φλωράκης άρχισε την πρώτη μάχη και την έχασε. Ο Αγαλιανός ήταν καλά οργανωμένος. Είχαν έναν απόστρατο από την Μικρά Ασία ονόματι Σταύρο Μακροζαχόπουλο που τους οργάνωνε.
»Θυμάμαι κάθε βράδυ με τον τηλεβόα που μας απειλούσαν και μας έβριζαν. Ο Φλωράκης ήλθε τον Ιούλιο με τετρακόσιους Βουλγαρομακεδόνες οι οποίοι δεν μιλούσαν ελληνικά, και το μόνο που ήξεραν ήταν το σύνθημα και το παρασύνθημα στα ελληνικά. Το σύνθημα ήταν ‘χτυπάτε στο ψαχνό’ και το παρασύνθημα ‘κανένας ζωντανός’, κι αυτό μου το είπε ένας αντάρτης ο οποίος λαβώθηκε και ο οποίος μετά ήλθε στην Αμερική και γίναμε φίλοι, ο Αθανάσιος Τάσος από τα Σελά Ευρυτανίας.
Στις 29 Ιουλίου του 1947, στις 11 το βράδυ, όταν κοιμήθηκε ο κόσμος άρχισαν να ρίχνουν οβίδες όλμου, άρχισαν οι πυροβολισμοί με τα πολυβόλα και σηκωθήκαμε και φύγαμε και πήγαμε σ’ ένα μέρος που λέγεται Φτέρη, από όπου είχε διέξοδο στα γειτονικά χωριά Ξηλόβραχος και Κρύα Βρύση. Ο μόνος που συνελήφθη ήταν ένας γέρος 90 χρονών, ονόματι Αθανάσιος Τσινιάς, ο οποίος δεν μπορούσε να περπατήσει. Κατόπιν αυτοεπαινέθηκε ο βαφτισιμιός του από γειτονικό χωριό ότι τον έκαψε. Τον έδεσαν στο χοιροστάσιο και τον έκαψαν ζωντανό και μαζί έκαψαν ολόκληρο το χωριό, δεν άφησαν πέτρα πάνω στην πέτρα».
Ο κ. Τσερπέλης τόνισε πως «αυτοί που κυβέρνησαν τώρα επί τεσσεράμισι χρόνια την Ελλάδα είναι τα παιδιά και τα εγγόνια αυτής της γενιάς, αυτών των ανθρώπων. Αυτοί έκαψαν τον Αγαλιανό το 1947 κι ο Τσίπρας τους έδωσε τη Μακεδονία για το κατόρθωμα που έκαναν οι Βουλγαρομακεδόνες, έτσι το συνδέω εγώ. Εκείνη τη βραδιά έγινα ανταρτόπληκτος, δεν ξαναγύρισα πια στο χωριό εκτός ως επισκέπτης. Η οικογένειά μου έφυγε κάτω στα χωριά του Αγρινίου και επέστρεψαν έπειτα από τρία χρόνια, το 1950. Πήγα σε μία παιδούπολη του Αγρινίου, μετά με πήρε μία θεία μου υπηρέτη στο Μαρούσι στην Αθήνα, κι από εκεί ήλθα στην Αμερική ως ανταρτόπληκτος».
Συμπλήρωσε πως «από εκείνη τη βραδιά οι Αγαλιανιώτες διασπάρθηκαν σ’ όλα τα μέρη της Γης, στη Γερμανία, Ολλανδία, Αυστραλία, στη Νότιο Αφρική κι οι πιο πολλοί στην Αμερική και μάλιστα συγκεντρωμένοι στην κοινότητα Αγίου Νικολάου του Φλάσινγκ».
Πηγή: ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου