Δευτέρα, 25 Μαΐου, 2020
Της Γιάννας Κατσαγεώργη
25 Μαϊου 2020 και η «Ημέρα Μνήμης» αποκτά μια άλλη αξία για τον καθένα. Όλοι ετοιμάζονται με όση διάθεση τους έχει απομείνει από τον εγκλεισμό και τις απώλειες που έζησαν, είτε σε προσωπικό επίπεδο, είτε συντασσόμενοι με φίλους γνωστούς η άγνωστους που έχασαν αγαπημένους τους, να βγουν μετά από καιρό στους κήπους και στις αυλές τους, ή να πάρουν μια ανάσα μέσα στην καταπράσινη φύση, που χωρίς φόβο, χωρίς θλίψη, χωρίς ερωτηματικά που μας διακατέχουν όλους, χαμογελάει μέσα σε μια δελεαστική Ανοιξη. Το μπάρμπεκιου στην αυλή θα ξεσκεπαστεί, να θυμηθεί το ρόλο του, τα κλασσικά φαγητά και γλυκά της μέρας θα παρελάσουν, η λίστα με τις πατριωτικές μελωδίες θα γλυκάνουν την απλωμένη μελαγχολία σε όλη την αμερικανική επαρχία και είναι μια αφορμή η πανδημία και τα τραύματα που μας έχει προκαλέσει και ακόμα συνεχίζει, ποιος ξέρει για πόσο ακόμα, να θυμηθούμε πως οι πόλεμοι δεν σταματούν ποτέ και πως υπάρχουν άνθρωποι, που πέθαναν για μας και την πατρίδα τους. Μια μικρή αναδρομή στην «Ημέρα Μνήμης» από το «Περιοδικό» με μια επίκαιρη υπενθύμιση: «Η Αμερική δεν χτίστηκε πάνω στο φόβο. Η Αμερική χτίστηκε πάνω στο θάρρος, στη φαντασία και σε μια ασυναγώνιστη αποφασιστικότητα».
Ο,τι, ίσως, δεν ξέρετε για την «Ημέρα Μνήμης»
Η ημέρα της μνήμης των ανθρώπων που έπεσαν υπέρ βωμών και εστιών δεν είναι τωρινή, ούτε σύλληψη των Αμερικανών, αλλά χρονολογείται χιλιάδες χρόνια πριν. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν καθιερώσει ημέρα μνήμης για τα αγαπημένα τους πρόσωπα (συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτών) κάθε χρόνο. Ας θυμηθούμε πως τον νεκρό συντρόφευαν οι γυναίκες του πολύ στενού του οικογενειακού περιβάλλοντος και άνδρες συγγενείς και φίλοι. Γύρω του υπήρχαν μοιρολογίστρες, λουλούδια, λήκυθοι και άλλα αγγεία με αρώματα, που συμπλήρωναν τη σκηνή που συναντάμε πολύ συχνά πάνω στα ταφικά αγγεία της αρχαιότητας. Σκηνές που επαναλαμβάνονται και σήμερα ζωντανές σε όλο τον ελλαδικό χώρο...
Στην Αθήνα, οι κηδείες για τους πεσόντες στρατιώτες μετά από κάθε μάχη, ήταν δημόσιες με τα λείψανα των νεκρών τα εξέθεταν για δημόσιο πένθος πριν από μια τελετή κηδείας τους. Ενα από τα πρώτα γνωστά δημόσια αφιερώματα στους νεκρούς πολέμου ήταν το 431 π.Χ., όταν ο Αθηναίος στρατηγός και πολιτικός Περικλής έδωσε μια ομιλία, η οποία παρατίθεται στον «Επιτάφιο του Περικλή», στο έργο του αρχαίου Αθηναίου ιστορικού Θουκυδίδη «Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου», που αναφέρεται στους πρώτους νεκρούς του Πελοποννησιακού πολέμου.
Η Αφροαμερικανοί και η Ημέρα της Μνήμης
Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου οι νεκροί βρίσκονταν παντού, άλλοι θαμμένοι, άλλοι σκόρπια οστά στους αγρούς της Βιρτζίνια και της Τζώρτζια. Οι νεκροί ήταν πια φανεροί από την απουσία τους! Γύρω στις 620.000 στρατιώτες πέθαναν στον πόλεμο. Αν προσθέσεις και την Κορέα και το Βιετνάμ, μιλάμε για τεράστια σφαγή. Το λιμάνι του Τσάρλεστον στην Ν. Καρολίνα είχε ισοπεδωθεί με την πόλη μαζί, που είχε εγκαταλειφθεί από τους λευκούς κατοίκους. Χιλίαδες μαύροι σκλάβοι από τον Τσάρλεστον παρέμειναν στην πόλη και τέλεσαν μνημόσυνο, δηλώνοντας τη δική τους αίσθηση για τον πόλεμο. Το μεγαλύτερο από αυτά ήταν μια συγκέντρωση που έγινε στο Washington Race Course and Jockey Club, τον ιππόδρομο της περιοχής, ο οποίος είχε μετατραπεί, από χώρος διασκέδασης των πλουσίων σε φυλακή και εκεί θάφτηκαν μαζικά 275 στρατιώτες της Ενωσης. Την 1η Μαϊου 1865, εικοσιοκτώ μαύροι εργάτες ξέθαψαν τους νεκρούς, τους καθάρισαν, τους έντυσαν και τους ξαναέθαψαν. Στις 9 το πρωί 3.000 παιδιά σκλάβων μετέφεραν τριαντάφυλλα τραγουδώντας το «John Brown's Body», ακολουθούμενα από εκατοντάδες μαύρες γυναίκες με καλάθια γεμάτα λουλούδια, στεφάνια και σταυρούς.
Ακολούθησε παρέλαση με 10.000 περίπου ανθρώπους μαύρους και λευκούς που τραγουδούσαν «We'll Rally around the Flag»και πολλά άλλα spirituals. Συνέχισαν τη μέρα μέσα στους αγρούς τρώγοντας και πίνοντας… ό,τι ακριβώς κάνουμε και σήμερα στην «Ημέρα Μνήμης», η οποία αφιερώθηκε στους «μάρτυρες του ρατσισμού». Οι Αφροαμερικανοί, ήταν οι πρώτοι που έβαλαν τις βάσεις με την «Ημέρα της Διακόσμησης» για την «Ημέρα Μνήμης».
30 Μαϊου 1868
Τον Μάιο του 1868, ο στρατηγός Τζον Α. Λόγκαν, αρχηγός της ομάδας βετεράνων της Ενωσης, γνωστός ως ο Μεγάλος Στρατός της Δημοκρατίας, εξέδωσε διάταγμα ότι η 30η Μαΐου πρέπει να γίνει μια εθνική ημέρα εορτασμού για περισσότερους από 620.000 στρατιώτες που σκοτώθηκαν στον εμφύλιο πόλεμο. Την «Ημέρα Διακόσμησης», όπως το ονόμασε αρχικά ο Λόγκαν, οι Αμερικανοί πρέπει να βάζουν λουλούδια και να διακοσμούν τους τάφους των νεκρών του πολέμου «των οποίων τα σώματα βρίσκονται τώρα σχεδόν σε κάθε πόλη, χωριό και χωριουδάκι στην εκκλησία».
Μετά τον πόλεμο ο Λόγκαν, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως μέλος του Κογκρέσου των ΗΠΑ πριν παραιτηθεί για να επανέλθει στο στρατό, επέστρεψε στην πολιτική του καριέρα, τελικά υπηρετώντας τόσο στη Βουλή όσο και στη Γερουσία και ήταν ο αποτυχημένος Ρεπουμπλικανός υποψήφιος αντιπρόεδρος το 1884. Ηταν ενας από τους 33 ήρωες που του αποδόθηκε τιμή στο Καπιτώλιο. Σήμερα αρκετοί δήμοι σε όλη τη χώρα παίρνουν το όνομά του προς τιμήν αυτού του πρωταθλητή βετεράνων και όσων σκοτώθηκαν στη μάχη.
Η «Ημέρα Mνήμης» αγκαλιάστηκε από όλους
Στις 30 Μαϊου του 1868 ήδη σε 183 νεκροταφεία σε 27 πολιτείες είχαν υιοθετήσει την τελετή αυτή με ξεκίνημα από το Arlington National Cemetery. Μέχρι το 1890, κάθε πρώην πολιτεία της Ενωσης είχε υιοθετήσει τη μέρα ως επίσημη αργία. Αλλά για περισσότερα από 50 χρόνια, οι γιορτές χρησιμοποιήθηκαν για τον εορτασμό εκείνων που σκοτώθηκαν μόνο στον εμφύλιο πόλεμο και όχι σε οποιαδήποτε άλλη αμερικανική σύγκρουση. Μέχρι την είσοδο της Αμερικής στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, η παράδοση επεκτάθηκε, ώστε να συμπεριλάβει εκείνους που σκοτώθηκαν σε όλους τους πολέμους και η Ημέρα Μνήμης δεν αναγνωρίστηκε επίσημα σε εθνικό επίπεδο μέχρι τη δεκαετία του 1970, με την Αμερική βαθιά εμπλεγμένη στον Πόλεμο του Βιετνάμ. Ηταν ένας μακρύς δρόμος από την Ημέρα Διακόσμησης έως την επίσημη Ημέρα Μνήμης.
Η γενέτειρα της «Ημέρας Μνήμης»
Υπήρξε μεγάλη αντιπαλότητα για το ποιος τελικά καθιέρωσε την ημέρα αυτή. Το Boalsburg της Πενσυλβάνια βασίζει την αξίωσή της πρωτιάς σε μια συγκέντρωση γυναικών το 1864 για να θρηνήσει τους νεκρούς του Gettysburg. Στο Carbondale του Ιλινόις, είναι και αυτοί σίγουροι ότι ήταν οι πρώτοι, χάρη σε μια παρέλαση του 1866, εν μέρει καθοδηγούμενη από τον John Logan (Τζον Λόγκαν). Υπάρχουν ακόμη δύο αμφισβητίες του Columbus (ένας στο Μισισιπή, ο άλλος στη Γεωργία) που διεκδικούν την Ημέρα Μνήμης για δεκαετίες. Μόνο μία πόλη, ωστόσο, έχει λάβει την επίσημη σφραγίδα έγκρισης από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Το 1966, 100 χρόνια μετά, ο Πρόεδρος Lyndon Johnson (Λίντον Τζόνσον) υπέγραψε νομοθεσία, η οποία πρόσφατα ψηφίστηκε από το Κογκρέσο των ΗΠΑ, δηλώνοντας ότι το μικρό χωριό Waterloo στη Νέα Υόρκη είναι η «επίσημη» γενέτειρα της Ημέρας Μνήμης. Τον Μάρτη του 1966, ο κυβερνήτης της Νέας Υόρκης Nelson Rockefeller (Νέλσον Ροκφέλερ) δήλωσε ότι το χωριό Waterloo θα είναι η γενέτειρα με την δικαιολογία ότι ήταν το πρώτο πλήρες καλοσχεδιασμένο χωριό, το οποίο τίμησε με το απόλυτο τυπικό την μέρα αυτή! Βγάλτε τα συμπεράσματα μόνοι σας.
Το σύμβολο της κόκκινης παπαρούνας
Η παπαρούνα έχει μια μακροχρόνια σχέση με την Ημέρα Μνήμης. Αυτό το διακριτικό κόκκινο λουλούδι έχει γίνει ένα ισχυρότατο σύμβολο!
Από τις πιο αιματοβαμμένες σελίδες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου είναι οι μάχες που έγιναν στα λιβάδια της Φλάνδρας. Λιβάδια,που μετά το τέλος του πολέμου φύτρωσαν κατακόκκινες παπαρούνες. Η ιδέα προήλθε από το ποίημα του Καναδού Τζον Μάκρι, ο οποίος υπηρέτησε στον πόλεμο ως νοσοκόμος αξιωματικός. Ο Μάκρι έγραψε το ποίημα «Στις πεδιάδες της Φλάνδρας» στις 3 Μαΐου 1915 προς τιμήν του συμμαχητή και φίλου του, Αλέξις Χέλμερ, που σκοτώθηκε στη μάχη του Υπρ. Παρατήρησε ότι οι παπαρούνες ήταν το μοναδικό λουλούδι που φύτρωνε στα κατεστραμμένα από τα χημικά και τις οβίδες πεδία μάχης, αλλά και ανάμεσα στους τάφους της Φλάνδρας του Βελγίου. Επίσης, το κόκκινο χρώμα της παπαρούνας συμβόλιζε το αίμα που χύθηκε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο...
Μετά το τέλος του πολέμου, η Αμερικανίδα καθηγήτρια Μόινα Μπελ Μίκαελ, διάβασε το ποίημα του ΜακΚρι που ήδη αποτελούσε ένα από τα πιο φημισμένα ποιήματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Εντονα επηρεασμένη από τις «Πεδιάδες της Φλάνδρας» είχε την έμπνευση να πουλήσει μεταξωτές παπαρούνες για την οικονομική ενίσχυση των βετεράνων του Μεγάλου Πολέμου.... Η ιδέα της Μίκαελ είχε τεράστια απήχηση και από το 1922 λειτούργησε στο Λονδίνο το «Poppy Factory», όπου μέχρι σήμερα κατασκευάζονται περίπου 36 εκατομμύρια αναμνηστικές παπαρούνες. Στο «εργοστάσιο παπαρούνας» απασχολούνται κυρίως άτομα με αναπηρία που δυσκολεύονται να ενταχθούν στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο.... Τα χρήματα από τις παπαρούνες πηγαίνουν στη Βασιλική Βρετανική Λεγεώνα, επίσημη φιλανθρωπική οργάνωση για στρατιωτικούς και βετεράνους...
ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ/ Αssociated press
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου