Δευτέρα, 2 Νοεμβρίου, 2020
Ο εκάστοτε αμερικανός πρόεδρος, ο αποκαλούμενος και πλανητάρχης, είναι ο αρχηγός του ομοσπονδιακού κράτους και επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας. Προΐσταται της κυβέρνησης και με τους υπουργούς και τους συμβούλους του χαράσσει την εσωτερική και εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών, με τους περιορισμούς των δύο νομοθετικών σωμάτων (Κογκρέσο), που επιβάλλει το αμερικανικό Σύνταγμα. Ο Πρόεδρος πρέπει να είναι από τη γέννησή του πολίτης των ΗΠΑ, να είναι μόνιμος κάτοικος της χώρας για τουλάχιστον 14 χρόνια και να είναι πάνω από 35 χρονών.
Η ημέρα των εκλογών
Οι εκλογές για την ανάδειξη προέδρου των ΗΠΑ διεξάγονται κάθε τέσσερα χρόνια την Τρίτη, μετά την πρώτη Δευτέρα του Νοεμβρίου (3 Νοεμβρίου 2020).
Η απόφαση πάρθηκε από το Κογκρέσο το 1845 κι έκτοτε τηρείται απαρέγκλιτα, αν και οι συνθήκες ζωής έχουν αλλάξει. Η απόφαση του Κογκρέσου ελήφθη, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν μία αγροτική χώρα και οι ψηφοφόροι έπρεπε να κάνουν ένα μικρό ταξίδι κάτω από δύσκολες συνθήκες για να βρεθούν στην πρωτεύουσα της κομητείας (επαρχίας στα καθ’ημάς) και να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα. Η Κυριακή ήταν αφιερωμένη στα θρησκευτικά τους καθήκοντα, οπότε η Τρίτη ήταν η πιο κατάλληλη ημέρα για τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας. Ο Νοέμβριος επελέγη, επειδή είχαν ολοκληρωθεί οι αγροτικές εργασίες και ο καιρός, τουλάχιστον στις αρχές του, ήταν σχετικά ήπιος.
Η συγκεκριμένη κάθε φορά ημερομηνία διεξαγωγής των προεδρικών εκλογών, δίνει τη δυνατότητα στους ενδιαφερομένους να προετοιμάσουν μεθοδικά την υποψηφιότητά τους, που είναι μακρά και δαπανηρή, ιδιαίτερα για τους υποψηφίους των δύο μεγάλων κομμάτων της χώρας, Δημοκρατικό και Ρεπουμπλικανικό.
Οι ζυμώσεις
Σχεδόν αμέσως μετά την ορκωμοσία του νέου προέδρου (20 Ιανουαρίου), αρχίζουν οι συζητήσεις και οι ζυμώσεις για τις επόμενες προεδρικές εκλογές, ιδιαίτερα στο κόμμα που βρίσκεται στην αντιπολίτευση. Γιατί ο εκάστοτε πρόεδρος έχει το πλεονέκτημα έναντι των εσωκομματικών του αντιπάλων στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Πολλά ονόματα ακούγονται στην αρχή και λιγότερα την άνοιξη πριν από την εκλογική χρονιά, οπότε οι υποψήφιοι ανακοινώνουν τις προθέσεις τους. Εκτός από την αναγνωρισιμότητα και την απήχησή του στο εκλογικό σώμα, ο υποψήφιος θα πρέπει να έχει φροντίσει να διευρύνει την κομματική του επιρροή και να εξασφαλίσει δωρητές και χορηγούς, που θα στηρίξουν την πανάκριβη καμπάνιά του.
Οι προκριματικές εκλογές
Από τα τέλη Ιανουάριο έως τον Ιούνιο του εκλογικού έτους διεξάγονται σε κάθε πολιτεία εσωκομματικές εκλογές για την ανάδειξη του υποψηφίου που θα διεκδικήσει για λογαριασμό του κόμματος το αξίωμα του Προέδρου των ΗΠΑ. Τα φώτα της δημοσιότητας πέφτουν, όπως είναι φυσικό, στις εκλογικές διαδικασίες των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων της χώρας, του Δημοκρατικού και του Ρεπουμπλικανικού.
Οι εσωκομματικές εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι δύο ειδών: Οι προκριματικές εκλογές (primaries) και οι εκλογές στις κομματικές συνελεύσεις (caucuses).
Οι προκριματικές εκλογές διοργανώνονται και χρηματοδοτούνται από την κυβέρνηση της κάθε πολιτείας και διεξάγονται, όπως οι εθνικές εκλογές, σε εκλογικά κέντρα με ψηφοδέλτιο και κάλπη. Η διαδικασία μπορεί να είναι «ανοιχτή» (ο κάθε ψηφοφόρος ψηφίζει τον υποψήφιο οποιουδήποτε κόμματος) ή «κλειστή» (συμμετέχουν μόνο τα μέλη του κόμματος).
Οι κομματικές συνελεύσεις διοργανώνονται και χρηματοδοτούνται από τα ίδια τα κόμματα. Σε μία σειρά από διασκέψεις τα κομματικά στελέχη αποφασίζουν ποιον υποψήφιο θα υποστηρίξουν για την προεδρία. Η ονομασία «caucus» προέρχεται από τη γλώσσα των ινδιάνων Αλγκονκίν και σημαίνει τη συγκέντρωση των ηγετών της φυλής.
Και στους δύο τύπους των εσωκομματικών εκλογών, οι ψηφοφόροι εκλέγουν εκπροσώπους - συνέδρους, οι οποίοι θα υποστηρίξουν τον εκλεκτό τους για την προεδρία στο συνέδριο του κόμματος, που συνέρχεται μέσα στο καλοκαίρι για να επικυρώσει τα αποτελέσματα των εσωκομματικών εκλογών και να δώσει το χρίσμα στον κομματικό υποψήφιο.
Η εκλογική διαδικασία ξεκινά παραδοσιακά με τις προκριματικές εκλογές στην μικρή πολιτεία της Αϊόβα. Το αποτέλεσμα δίνει ένα πρώτο στίγμα για την απήχηση των υποψηφίων, τόσο στο κομματικό ακροατήριο, όσο και στο εκλογικό σώμα. Όσο προχωρά η εκλογική διαδικασία με τις αλλεπάλληλες ψηφοφορίες στις πολιτείες και διαφαίνεται ότι κάποιος ή κάποιοι υποψήφιοι υπερέχουν, τότε αρχίζουν οι αποχωρήσεις των υποψηφίων με τη μικρότερη απήχηση στο κομματικό εκλογικό σώμα, καθώς δυσκολεύονται να βρουν, όχι μόνο ψηφοφόρους, αλλά και χρηματοδότες.
Συνήθως μένουν δύο υποψήφιοι σε κάθε ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα να διεκδικούν το χρίσμα μέχρι τον Ιούνιο, οπότε λήγει η εσωκομματική εκλογική διαδικασία. Σε αρκετές περιπτώσεις ξεχωρίζει κάποιος υποψήφιος που συγκεντρώνει αρκετά νωρίτερα την απόλυτη πλειοψηφία του αριθμού των συνέδρων. Στο κόμμα που κατέχει την εξουσία, ο πρόεδρος, που μπορεί να επανεκλεγεί μόνο μία φορά, κερδίζει συχνά το χρίσμα άνευ αντιπάλου.
Το εκλογικό συνέδριο
Ο νικητής των εσωκομματικών εκλογών, αυτός δηλαδή που θα συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία των συνέδρων, λαμβάνει το χρίσμα στο συνέδριο του κόμματος, που γίνεται μέσα στο καλοκαίρι για τα δύο μεγάλα κόμματα (18 Ιουλίου για το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και 25 Ιουλίου για το Δημοκρατικό , το 2016). Οι σύνεδροι οφείλουν να υποστηρίξουν τον υποψήφιο για το οποίο έχουν εκλεγεί. Αν κανένας υποψήφιος δεν έχει κατορθώσει να λάβει την απόλυτη πλειοψηφία των συνέδρων, τότε αυτοί αποδεσμεύονται και ψηφίζουν κατά συνείδηση, οπότε το συνέδριο αποφασίζει κυριαρχικά για τον υποψήφιο του κόμματος.
Προεκλογική εκστρατεία
Η επίσημη προεκλογική εκστρατεία των υποψηφίων για την προεδρία των ΗΠΑ (κομματικών και ανεξαρτήτων) αρχίζει παραδοσιακά τον Σεπτέμβριο και κορυφώνεται με τα τηλεοπτικά ντιμπέιτ των υποψηφίων των δύο μεγάλων κομμάτων.
Η εκλογή του προέδρου
Η εκλογή του προέδρου των ΗΠΑ είναι έμμεση, αφού γίνεται από ένα σώμα 538 εκλεκτόρων («Εκλεκτορικό Κολέγιο»), που αντιστοιχεί αριθμητικά στα 435 μέλη της Βουλής, τα 100 μέλη της Γερουσίας και τους 3 εκπροσώπους της πρωτεύουσας Ουάσιγκτον. Για να εκλεγεί κάποιος από τους υποψηφίους πρόεδρος των ΗΠΑ θα πρέπει να λάβει την στήριξη 270 εκλεκτόρων. Αν δεν συγκεντρώσει τον αναγκαίο αριθμό εκλεκτόρων, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ εκλέγεται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η λαϊκή ψήφος και η εκλεκτορική ψήφος συμπίπτουν στο πρόσωπο του τελικού νικητή. Τρεις φορές, όμως, εξελέγη πρόεδρος υποψήφιος που συγκέντρωσε λιγότερες ψήφους από τον συνυποψήφιό του, αλλά κέρδισε την ψήφο των εκλεκτόρων. Αυτό συνέβη το 1876, το 1888, το 2000, με την πρώτη εκλογή του Ρεπουμπλικανού Τζορτζ Μπους τζούνιορ, έναντι του Δημοκρατικού Αλ Γκορ και το 2016 με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, έναντι της Χίλαρι Κλίντον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου