Τρίτη, 17 Νοεμβρίου, 2020
Γιάννης Πρετεντέρης
Την Πέμπτη 12 Νοεμβρίου πέρασα οκτώ ώρες της ζωής μου παρακολουθώντας στη Βουλή μια συζήτηση χωρίς να καταλάβω τι ακριβώς συζητούσαν. Θεωρητικά η συζήτηση αφορούσε την πανδημία. Γράφει ο Γιάννης Πρετεντέρης
Την Πέμπτη 12 Νοεμβρίου πέρασα οκτώ ώρες της ζωής μου παρακολουθώντας στη Βουλή μια συζήτηση χωρίς να καταλάβω τι ακριβώς συζητούσαν. Θεωρητικά η συζήτηση αφορούσε την πανδημία. Καμία αντίρρηση, όλοι αυτήν κουβεντιάζουμε. Μόνο που κάθε συζήτηση για την πανδημία έχει εκ των πραγμάτων δύο σκέλη. Ενα σκέλος επιστημονικό-ιατρικό. Και ένα σκέλος κοινωνικό.
Το πρώτο σκέλος δεν είναι αρμοδιότητα ούτε της Βουλής ούτε των πολιτικών. Οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν και ευλόγως δεν μπορούν να συζητήσουν τι συμβαίνει στο επιστημονικό πεδίο. Αν δηλαδή υπάρχει «δεύτερο κύμα» και γιατί. Ποιοι παράγοντες συντελούν στην εξάπλωση του ιού. Αν θα έχουμε δύο ή τέσσερα εμβόλια. Ποιες φαρμακευτικοί μέθοδοι ενδείκνυνται. Αν χρειάζονται περιοριστικά μέτρα και ποια είναι αυτά. Πώς πρέπει να αξιοποιηθεί καλύτερα το σύστημα υγείας.
Το δεύτερο σκέλος είναι ασφαλώς αντικείμενο προβληματισμού, προτάσεων και αποφάσεων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, της κυβέρνησης, της αντιπολίτευσης και του Κοινοβουλίου. Οπως οι πολιτικοί δεν έχουν λόγο για τα εμβόλια, έτσι και οι γιατροί δεν έχουν δουλειά με τον ΦΠΑ και την ανεργία.
Ολες οι χώρες που γνωρίζουμε χειρίζονται την πανδημία σε αυτά τα δύο διακριτά πεδία. Το πρόβλημα προκύπτει όταν δεν είναι απολύτως διακριτά. Τότε έχουμε μπέρδεμα, και όχι απαραιτήτως συμπτωματικό.
Η κυβέρνηση, που φέρει τη συνολική ευθύνη, θέλει να επιδείξει μια επιτυχή διαχείριση. Η αντιπολίτευση προσπαθεί να το αμφισβητήσει. Την ίδια στιγμή διάφορες συνδικαλιστικές ομάδες ή οργανώσεις χρησιμοποιούν καταφανώς την κρίση για να προωθήσουν τις ιδιαίτερες επιδιώξεις τους (ΠΟΕΔΗΝ, ΟΛΜΕ, ΟΙΕΛΕ κ.τ.λ.). Ολα αυτά δεν έχουν τίποτα το αθέμιτο. Σε δημοκρατία ζούμε.
Το αθέμιτο προκύπτει όταν το μπέρδεμα γίνεται εμπόδιο στον χειρισμό της κρίσης. Ηθελημένα ή αθέλητα, αδιάφορο.
Παρακολουθώντας τη συζήτηση στη Βουλή κατάλαβα ότι το όριο δεν είναι αυτονόητο σε όλους. Ξέρετε γιατί; Επειδή μέσα στο γενικό σχέδιο, ο καθένας έχει επιμέρους στόχους.
Πάρτε παράδειγμα το ΚΚΕ. Θέλει να κάνει πορεία στο Πολυτεχνείο. Υποθέτω θα το επιχειρήσει παίρνοντας προφυλάξεις, δεν τους έχω για τρελούς.
Και στις καταλήψεις των σχολείων όμως (έλεγαν ότι) έπαιρναν προφυλάξεις αλλά τη ζημιά την έκαναν. Ξέρετε γιατί; Επειδή η πολιτική παρουσία του ΚΚΕ εξαντλείται στην «αγωνιστικότητα» διαδηλώσεων, εκδηλώσεων και καταλήψεων. Αν τα κόψουν κι αυτά, τι θα κάνουν; Κλέφτες θα γίνουν;
Πήρα ένα ακραίο παράδειγμα για να εξηγήσω κάτι απλό. Σε όλη την Ευρώπη η πανδημία έχει δημιουργήσει έναν νέο κοινωνικό συσχετισμό που δεν ακολουθεί ούτε τις γνωστές κομματικές γραμμές ούτε τους διαχωρισμούς μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.
Από τη μια πλευρά έχουμε ένα 75%-80% που συνειδητοποιεί την κρισιμότητα της κατάστασης, πειθαρχεί, προφυλάσσεται και μεταθέτει στο μέλλον την επίλυση των διαφορών ή των αιτημάτων του.
Κι ένα 20%-25% που εκλαμβάνει την πανδημία ως αναίτιο περιορισμό ή ως κοινωνική εξουδετέρωση. Αμφισβητεί, απειθαρχεί, διαμαρτύρεται και γενικώς αντιστέκεται σε έναν κατασκευασμένο εχθρό.
Αυτό ζούμε τώρα και στην Ελλάδα. Τη σύγχυση ανάμεσα σε ένα γενικό καλό και σε επιμέρους επιδιώξεις.
Προφανώς η πλειονότητα συντάσσεται με την πλευρά της λογικής και γι’ αυτό η κυβέρνηση παρά τις αστοχίες της εξακολουθεί να τυγχάνει τέτοιας αποδοχής στις δημοσκοπήσεις.
Κανείς δεν τσακώνεται, ούτε αντιπολιτεύεται μια αρρώστια.
Ακόμη όμως και μια μειονότητα ανεύθυνων και ασυνείδητων αρκεί για να κάνει τη ζημιά. Ιδίως όταν ένα τμήμα της αντιπολίτευσης εκλαμβάνει την πρόταξη της πανδημίας ως πολιτικό εγκλωβισμό της!
Δυστυχώς, η ανοησία της αγέλης είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της ανοσίας της. Το ζούμε καθημερινά.
Χάσμα
Ομολογώ ότι δυσκολεύομαι να καταλάβω τον θόρυβο που ξεσηκώνεται κάθε φορά που ο Πολάκης κάνει μια τιριτόμπα. Δεν με εκπλήσσει ο Πολάκης. Με εκπλήσσει ο θόρυβος.
Πόσο χρειάζεται άραγε για να συνειδητοποιήσουν όλοι ότι αυτός είναι ο Πολάκης. Αυτά πιστεύει, έτσι ξέρει να συμπεριφέρεται και τέτοιες αντιλήψεις διακινεί στον δημόσιο χώρο.
Εχω γράψει ξανά πως με τον βουλευτή Χανίων του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουμε πολιτικές διαφορές. Εχουμε βαθύ πολιτισμικό χάσμα.
Δεν είναι αθέμιτο και ούτε μπορεί κανείς να επιβάλει σε έναν άνθρωπο να αλλάξει. Μπορεί όμως να ζητήσει από τους άλλους να πάρουν θέση σε μια ουσιώδη πολιτισμική σύγκρουση. Δεν υπάρχει συνεπώς θέμα Πολάκη. Υπάρχει θέμα για όλους τους υπόλοιπους.
Ψάχνοντας ακροατήριο
Πάντα πίστευα ότι ο Λάκης Λαζόπουλος δεν είναι σοβαρός κωμικός. Ξέρετε γιατί; Επειδή παίρνει πολύ σοβαρά τον εαυτό του.
Σε μια συνέντευξη που έδωσε επιχειρώντας να επιστρέψει στο προσκήνιο είπε (λίγο-πολύ) ότι δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ αλλά του βγήκε το όνομα επειδή «την περίοδο των Μνημονίων δεν μπορούσα να παίζω τον χαζοχαρούμενο (…). Δεν θα γινόμουν ένας περιφερόμενος βλαξ που λέει ανοησίες για να περάσει η ώρα» (ΑΝΤ1, 8/11).
Με άλλα λόγια, η ιδέα που έχει για τον εαυτό του τον έκανε να νομίζει ότι ο ελληνικός λαός ζητούσε από έναν κωμικό τη γνώμη του για το Μνημόνιο κι όχι «ανοησίες για να περάσει η ώρα».
Κάτι ανάλογο είναι ο Βαρουφάκης στην πολιτική. Εχει πολλά κοινά με τον Λαζόπουλο επειδή παίρνει κι αυτός σοβαρά τον εαυτό του.
Παρότι ουδείς του το ζήτησε, έλυσε την περασμένη Πέμπτη στη Βουλή και στο παρολί πολλά θέματα. Μεταξύ των οποίων το ακροδεξιό DNA και το ζήτημα των τραπεζών που ο ίδιος είχε κλείσει.
Πολύ φοβούμαι πως το πρόβλημα δεν είναι (μόνο) του Λαζόπουλου ή του Βαρουφάκη. Στη χώρα μας, όλοι μιλούν για τα πάντα. Ψάχνουν ακροατήριο. Και διεκδικούν να ακουστούν, ακόμη κι όταν δεν έχουν ιδέα για τι μιλούν.
Δεν είναι λοιπόν παράλογο που η αντιπολίτευση ζητεί συμβούλιο πολιτικών αρχηγών για να συζητήσουν την… πανδημία. Προφανώς θεωρούν ότι το ακροατήριο αρκεί αφού εξ όσων γνωρίζουμε κανείς αρχηγός δεν έχει σχέση με το αντικείμενο της συζήτησης.
Στην καθημερινότητα το φαινόμενο δεν είναι ίσως επικίνδυνο. Κάθε καφενείο διαθέτει θαμώνες πρόθυμους να πουν κάτι για το Μνημόνιο, τις τράπεζες ή τα ελληνοτουρκικά.
Τα πράγματα όμως παίρνουν άλλη τροπή όταν η κουβέντα πάει στον κορωνοϊό, στο εμβόλιο ή στη δημόσια υγεία.
Εκεί η μπαρουφολογία, η μωρία και ο ανορθολογισμός μπορούν να πάρουν κόσμο στον λαιμό τους. Με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση του πρώην πρύτανη ΑΠΘ, πρώην ΕΤ3, πρώην Αττικό Μετρό κ.λπ., Μυλόπουλου.
Πάλι καλά δηλαδή που η παρέμβαση Λαζόπουλου εξαντλήθηκε στο Μνημόνιο. Διότι πολύ φοβούμαι πως μαζί με τον Βαρουφάκη θα στελέχωναν ήδη την Επιτροπή Επιδημιολόγων.
ΤΟ ΒΗΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου