Παρασκευή, 26 Μαρτίου, 2021
Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (Κωνσταντινούπολη, 3 Φεβρουαρίου 1791 - Αίγινα, 6 Αυγούστου 1865) ήταν κυρίαρχη προσωπικότητα στις τάξεις [1] των εκσυγχρονιστών,[2], διπλωμάτης και πολιτικός που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή του τόπου κατά την Επανάσταση και στις πρώτες μετεπαναστατικές δεκαετίες.[3] Έδρασε αρχικά στις παραδουνάβιες ηγεμονίες λαμβάνοντας πολιτικές θέσεις δίπλα στον θείο του Ιωάννη Καρατζά, εγκαταστάθηκε στην Πίζα (αποτελώντας επίλεκτο μέλος του ομώνυμου κύκλου) και στη συνέχεια κατέβηκε στην Ελλάδα για να λάβει μέρος στην επανάσταση του 1821. Αναρριχήθηκε στα ανώτατα αξιώματα σε σύντομο χρόνο αναλαμβάνοντας, διαδοχικά, πρόεδρος της Πρώτης Εθνοσυνέλευσης, του Εκτελεστικού Σώματος και στη συνέχεια του Βουλευτικού. Μετά την επανάσταση ηγήθηκε της αντιπολίτευσης εναντίον του Καποδίστρια, ως εκφραστής της αγγλικής πολιτικής και συμμετείχε ενεργά στην πολιτική ζωή της Ελλάδας διατελώντας τέσσερις φορές πρωθυπουργός, εντός της περιόδου 1822 - 1844.
Ο Μαυροκορδάτος είναι μια από τις περισσότερο αμφιλεγόμενες για την κοινή γνώμη προσωπικότητες της Επανάστασης.
Τα πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου του 1791 στο Μέγα Ρεύμα (νυν Αρναούτκιοϊ, Arnavutköy στα τούρκικα ), προάστιο της Κωνσταντινούπολης, και ήταν γιος του λογίου και αξιωματούχου (ποστέλνικου) στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες Νικολάου Μαυροκορδάτου (1744 - 1818) και της Σμαράγδας Καρατζά[4]. Από την πλευρά του πατέρα του καταγόταν από την ισχυρή φαναριώτικη οικογένεια Μαυροκορδάτου, ήταν δε τρισέγγονος του περίφημου Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου του «Εξ Απορρήτων» ενώ από την πλευρά της μητέρας του από την φαναριώτικη Οικογένεια Καρατζά. Διδάχτηκε τα πρώτα του γράμματα από οικοδιδάσκαλο και έμαθε από νωρίς να μιλά με εξαιρετική ευχέρεια την τουρκική και τη γαλλική. Την περίοδο 1807-1811 σπούδαζε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή.
Το 1812 ο θείος του Ιωάννης Καρατζάς ανήλθε στο αξίωμα του ηγεμόνα της Βλαχίας και τον προσλαμβάνει γραμματέα του. Σύντομα όμως ο Μαυροκορδάτος διακρίνεται και προάγεται στο αξίωμα του ποστέλνικου. Το 1818 και συγκεκριμένα στις 29 Σεπτεμβρίου ο Ιωάννης Καρατζάς, φοβούμενος για τη ζωή του, αναχωρεί από το Βουκουρέστι συνοδευόμενος από την οικογένειά του και διαφόρους αυλικούς, μεταξύ των οποίων και ο Μαυροκορδάτος.
Πρώτος σταθμός των φυγάδων ήταν η Γενεύη της Ελβετίας, όπου παρέμειναν για ένα εξάμηνο. Εκεί ο Μαυροκορδάτος παρακολούθησε μαθήματα οχυρωματικής, τα οποία θα εφάρμοζε αργότερα στο Μεσολόγγι. Έπειτα αναχώρησαν για την Πίζα της Ιταλίας, όπου συνάντησαν τον Μητροπολίτη Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας, στου οποίου το σπίτι εγκαταστάθηκαν. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του παρακολούθησε μαθήματα ιατρικής στο Πανεπιστήμιο και έλαβε μέρος σε επαναστατικές διεργασίες δημιουργώντας τον λεγόμενο «Κύκλο της Πίζας», ο οποίος διαδραμάτισε παρασκηνιακό ρόλο στην εξέλιξη της επανάστασης του '21. Το 1819 ο Μαυροκορδάτος μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Τσακάλωφ,[5] ο οποίος τον είχε επισκεφθεί στην Πίζα μαζί με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο.β[›] Ο «κύκλος της Πίζας» θεωρούσε ότι η επανάσταση απαιτούσε περισσότερο χρόνο και μεγαλύτερη προετοιμασία,[6] ενώ ήταν αντίθετος στην τοποθέτηση του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας. Στην Πίζα ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ανέπτυξε στενούς φιλικούς δεσμούς με τον Άγγλο ποιητή Πέρσι Σέλλεϋ και τη σύζυγό του, συγγραφέα, Μαίρη Σέλλεϋ, στην οποία δίδασκε[7] αρχαία ελληνικά. Μέσω της γνωριμίας του με τον Σέλλευ διοχέτευσε[8] στον βρετανικό τύπο δύο επιστολές με σχόλια για την ελληνική επανάσταση, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στην Morning Chronicle, την εφημερίδα με την μεγαλύτερη[8] κυκλοφορία της εποχής, και στο περιοδικό Examiner. Η φιλική αυτή σχέση φαίνεται[9] να διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην σταδιακή απόσυρση της αφοσίωσής του προς τον ρόλο της Ρωσίας και στην επιφυλακτική στροφή του προς τα βρετανικά συμφέροντα. Λίγο μετά την φυγή του Μαυροκορδάτου για την επαναστατημένη Ελλάδα, ο Σέλλευ του αφιέρωσε[10] το ποίημα «Ελλάς: στην Εξοχότητά του πρίγκιπα Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο» (Hellas: «To His Excellency Prince Alexander Mavrocordato»), που δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο του 1821, εις ένδειξι "θαυμασμού, συμπάθειας και φιλίας".
Την περίοδο της παραμονής του στην ιταλική χερσόνησο έγραψε στα γαλλικά το έργο «Συνοπτικά περί Τουρκίας» (Coup d’ oeil sur la Turquie), το οποίο δεν εξέδωσε λόγω των φιλελεύθερων ιδεών που εξέφραζε, έστειλε όμως αντίγραφα σε διάφορες προσωπικότητες.
Η Επανάσταση του 1821[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Με το ξέσπασμα της επανάστασης του '21 ο Μαυροκορδάτος εξόπλισε ένα πλοίο, έπλευσε από το Λιβόρνο στην Μασσαλία, πήρε μαζί του Έλληνες της Ευρώπης και φιλέλληνες και ανεχώρησε για την Πάτρα πιστεύοντας ότι είχε ελευθερωθεί. Στην πορεία όμως έμαθε ότι βρισκόταν ακόμα στα χέρια των Οθωμανών γι' αυτό εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι.[11] Εκεί άρχισε αμέσως τις ενέργειες για τοπική πολιτική οργάνωση. Συναντάται με τον Δημήτριο Υψηλάντη τον Αύγουστο του '21, ορίζεται πληρεξούσιός τουγ[›] και συγκαλεί την «Συνέλευσιν της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος» της οποίας εκλέγεται πρόεδρος. Η διαφωνία του με τον Δημήτριο Υψηλάντη και η επακόλουθη συμμαχία του με τους προεστούς[12] του δίνουν την ευκαιρία αλματώδους προώθησης: εκλέγεται πρόεδρος της πρώτης Εθνικής Συνέλευσης της Επιδαύρου (που την 1η Ιανουαρίου 1822 ψήφισε το «Προσωρινό Πολίτευμα της Ελλάδος» και στις 15 Ιανουαρίου εξέδωσε την περίφημη «Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας του Ελληνικού Έθνους»), πρόεδρος την ίδια μέρα του Εκτελεστικού Σώματος και αργότερα του Βουλευτικού. Η σύντομη Διακήρυξη που προτάσσεται στο «Προσωρινό Πολίτευμα» («πεμπτουσία της αρχής των εθνοτήτων») συντάχθηκε από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τον στενό του συνεργάτη Αναστάσιο Πολυζωίδη.[13][14]
Αλλά οι θεσμοί και τ’ αξιώματα δεν ήταν αυτό που πρωτίστως χρειαζόταν η Ελλάδα.[15] Έτσι ο Μαυροκορδάτος για να δυναμώσει τη θέση του και να εφαρμόσει τις περί συγκεντρωτικής εξουσίας ιδέες του αποφάσισε ν’ αναλάβει και στρατιωτική δράση.
Η επιτυχία όμως στον στρατιωτικό τομέα δεν ήταν ανάλογη με αυτήν στον πολιτικό. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, που πίστευε ότι αν πετύχαινε μια περιφανή νίκη εναντίον των τουρκικών στρατευμάτων θα κατάφερνε να επισκιάσει τους οπλαρχηγούς[16] και να αποκτήσει ακόμα περισσότερο κύρος, οργάνωσε εκστρατεία στην Ήπειρο, η οποία οδήγησε στην αποτυχημένη μάχη του Πέτα. Είναι πάντως ο μόνος πρωθυπουργός που έλαβε προσωπικά ενεργό μέρος σε (τρεις) πολεμικές επιχειρήσεις.
Μάχη του Πέτα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Την άνοιξη του 1822 ο Χουρσίτ Πασάς ύστερα από διαταγή της Πύλης αναχώρησε για την Πελοπόννησο και την Ήπειρο· αρχηγός των τουρκικών δυνάμεων διορίστηκε ο Ομέρ Βρυώνης με εντολή να πολιορκήσει το Σούλι. Πολύ πριν από την εκδήλωση της τουρκικής επίθεσης εναντίον των Σουλιωτών, η κυβέρνηση λάμβανε εκκλήσεις[17] από την Ήπειρο για αποστολή ενισχύσεων. Επικεφαλής της εκστρατείας ήταν ο ίδιος ο Μαυροκορδάτος,[18] ο οποίος συγκέντρωσε στρατό 3.000 ατόμων καθώς και σώμα Φιλελλήνων η αρχηγία των οποίων ανατέθηκε στον Γερμανό αξιωματικό Κάρολο Νόρμαν. Η πρώτη νικηφόρα μάχη δόθηκε στο Κομπότι της Άρτας στις 10 Ιουνίου. Τρεις εβδομάδες αργότερα στα υψώματα του Πέτα τα δύο στρατεύματα ήρθαν σε αποφασιστική σύγκρουση αλλά στην κρίσιμη στιγμή της μάχης ο οπλαρχηγός Γώγος Μπακόλας, όπως κατηγορήθηκε αργότερα, άφησε τους Τούρκους να περάσουν και οι Έλληνες βρέθηκαν σε δεινή θέση.[19] Ο Μαυροκορδάτος, όντας 6 ώρες μακριά από τον τόπο της μάχης, δεν μπορούσε να δώσει οδηγίες για οργανωμένη υποχώρηση (αλλά κι αυτές που είχε δώσει δεν εισακούστηκαν) με αποτέλεσμα Έλληνες και Φιλέλληνες να υποστούν πανωλεθρία. Εξοντώθηκαν τα δύο τρίτα των φιλελλήνων, οι μισοί Επτανήσιοι και το ένα τρίτο του Τακτικού, που ήταν και ο πρώτος τακτικός ελληνικός στρατός.[20] Τα λάθη του Μαυροκορδάτου σε συνδυασμό με την προδοσία του Μπακόλα οδήγησαν όχι μόνο στην ήττα των Ελλήνων αλλά και στην διάλυση των οργανωμένων ελληνικών δυνάμεων της περιοχής, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι να προελάσουν μέχρι το Μεσολόγγι το οποίο και πολιόρκησαν.
Πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Εκεί είχε καταφύγει ήδη ο Μαυροκορδάτος και εκεί ανεδείχθη ευτυχέστερος. Η πόλη είχε άθλια οχύρωση και όχι περισσότερους από 360 υπερασπιστές κατά τον Τόμας Γκόρντον και κατ΄ άλλους πολύ λιγότερους. Ανάμεσά τους ο Μάρκος Μπότσαρης και ο Δημήτριος Μακρής. Οργάνωσε την άμυνα, χρησιμοποίησε όλες τις μεθόδους της οχυρωματικής τέχνης και τα τεχνάσματα που μπόρεσε να επινοήσει,[21] ανέθεσε στον Μάρκο Μπότσαρη συνομιλίες περί παράδοσης με τους πολιορκητές για να κερδίσει χρόνο, διέγειρε την αντιζηλία μεταξύ των πασάδων[22] και τελικά με τη βοήθεια των αφιχθέντων πελοποννησιακών στρατευμάτων οι Τούρκοι αποκρούστηκαν τη νύχτα των Χριστουγέννων του 1822 με αποτέλεσμα να λύσουν με βαριές απώλειες την Πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου. Ήταν μια προσωπική επιτυχία του Μαυροκορδάτου που αντιστάθμιζε την ήττα του Πέτα, κι αναγνωρίστηκε ακόμα κι από τους εχθρούς του.[23]
Ο Μαυροκορδάτος και οι οπλαρχηγοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Στο πλαίσιο των ενεργειών του Μαυροκορδάτου για ενίσχυση της κεντρικής εξουσίας και κατάργηση της αυτοτέλειαςδ[›] των οπλαρχηγών εντάσσονται και οι συγκρούσεις του με τον Βαρνακιώτη το 1822, που κατέφυγε τελικά στον Ομέρ Βρυώνηε[›] και αργότερα, το 1824, επίσης στο Μεσολόγγι, με τον Καραϊσκάκη, ο οποίος μόνο μετά την σύγκρουση αυτή, κατά Παπαρρηγόπουλον, «ήρχισε να λαμβάνη συνείδησίν τινα πειθαρχίας».[24] Τον Απρίλιο του 1823 ο Μαυροκορδάτος εκλέχθηκε από την Β΄ Εθνοσυνέλευση Άστρους γραμματέας του Εκτελεστικού και στη συνέχεια πρόεδρος του Βουλευτικού με 41 ψήφους, υπερισχύσας συντριπτικώς του προεστού Αναγνώστη Δεληγιάννη[25]
Το Καλοκαίρι του ίδιου έτους εκδηλώθηκε ανοιχτή σύγκρουση μεταξύ Βουλευτικού και Εκτελεστικού, τον έλεγχο των οποίων ασκούσαν για το μεν ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και οι νησιώτες, για το δε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, οι στρατιωτικοί και οι Πελοποννήσιοι. Η σύγκρουση αυτή σε συνδυασμό με την εκλογή του Μαυροκορδάτου στην προεδρία εξόργισε τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ο οποίος τον απείλησε λέγοντάς του «Σου λέγω τούτο, Κύριε Μαυροκορδάτε... μη καθίσεις πρόεδρος διότι έρχομαι και σε διώχνω με τα λεμόνια, με τη βελάδα όπου ήρθες».[26] Είναι αξιοσημείωτο ότι την καθόλου ψύχραιμη συμπεριφορά του Κολοκοτρώνη αναφέρουν επικριτικά και κολοκοτρωνικοί συγγραφείς.[27] Ύστερα από αυτή την προειδοποίηση ο Μαυροκορδάτος αναχώρησε για την Ύδρα συνεργαζόμενος στενότατα με τους Κουντουριώτηδες.[28] Στη συνέλευση του Άστρους εκδηλώθηκε για πρώτη φορά διαμάχη μεταξύ ετεροχθόνων και αυτοχθόνων με πρωταγωνιστές την ομάδα των εκσυγχρωνιστών από τη μία, στην οποία ανήκε και ο Μαυροκορδάτος, και των προεστών από την άλλη.[29]
Τον Δεκέμβριο του 1823 ο Μαυροκορδάτος πήγε πάλι στο Μεσολόγγι ως Διευθυντής, τακτοποίησε τα πράγματα, έβαλε τις βάσεις για την ένδοξη άμυνα της δεύτερης πολιορκίας και τέλος προσείλκυσε τον Μπάυρον καθώς και τα βλέμματα όλης της Ευρώπης στον τόπο, όπου η τραγωδία θα κορυφωνόταν με την Έξοδο. Ο ηρωϊκός θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη και ο ξαφνικός του Μπάυρον στέρησαν τον Μαυροκορδάτο από δύο πολύτιμα στηρίγματα. Την περίοδο αυτή μαίνονταν στην Πελοπόννησο οι εμφύλιοι πόλεμοι. Ο Μαυροκορδάτος ανήκε στην κυβερνητική παράταξη, η οποία επικράτησε τελικά, έμεινε όμως αμέτοχος και μάλιστα προστάτεψε τους αντικυβερνητικούς Ανδρέα Ζαΐμη, Λόντο και Νικηταρά που κατέφυγαν στο Μεσολόγγι.[30][31]
Πτώση της Σφακτηρίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τον Μάρτιο του 1825 ο Μαυροκορδάτος συνόδευσε τον πρόεδρο του Εκτελεστικού Γεώργιο Κουντουριώτη στην κακά οργανωμένη και χειρότερα εκτελεσμένη εκστρατεία κατά του Ιμπραήμ στην Μεσσηνία. Μετά την αναπόφευκτη ήττα στο Κρεμμύδι ο Μαυροκορδάτος πήγε στο θέατρο των επιχειρήσεων του κόλπου της Πύλου (στο Ναυαρίνο δηλαδή-Απρίλιος 1825), σταλμένος από τον Κουντουριώτη, μήπως μπορέσει να συντονίσει τα ασυντόνιστα και να σώσει τα φρούρια και την Σφακτηρία. Αλλά παρά τις προσπάθειές του, τίποτα δεν σώθηκε –πλην βεβαίως της τιμής ορισμένων. Πολλοί έφυγαν «γενόμενοι ριψάσπιδες, εζήτησαν να σωθώσιν... Οι δ’εγκαρτερήσαντες μεθ’ων και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος» δεν μπόρεσαν βέβαια ν’αντέξουν.[32] Όταν λοιπόν οι Αιγύπτιοι κατέκλυσαν το νησί κι ο καθένας προσπαθούσε να σώσει εαυτόν, ο εκ των εγκαρτερησάντων Μαυροκορδάτος μόλις που διέφυγε τον θάνατο ή τη σύλληψη και μπόρεσε να διασωθεί στον «Άρη» του Τσαμαδού.[33] Εννοείται βέβαια ότι κατηγορήθηκε για τα πάντα[34] παρά την συνηγορία και εχθρών του ακόμη.[35] Στη Τρίτη Εθνοσυνέλευση παραγκωνίστηκε εντελώς.
Διπλωματία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο τομέας στον οποίο όλοι σχεδόν οι συγγραφείς, ακόμα και ο εχθρικότατος προς τον Μαυροκορδάτο Βερναρδάκης,[36] αναγνωρίζουν την πολύτιμη προσφορά του Μαυροκορδάτου, είναι η διπλωματία. Είναι αξιοσημείωτο ότι ενεργούσε στον τομέα αυτό μόνος του και αυθαίρετα σχεδόν.[37] Αναφέρθηκε ήδη το σύγγραμμά του τού 1820 περί Τουρκίας. Και σ’ αυτό και στις άλλες επαφές του εξηγούσε ότι η πτώση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν όχι μόνον αναπόφευκτη αλλά και ωφέλιμη για τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Στην Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας φρόντισε να καθησυχάσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις διαχωρίζοντας τις θέσεις της Επανάστασης από τους Καρμπονάρους, Κομουνέρος κ.τ.τ., καταργώντας τα σύμβολα της Φιλικής Εταιρείας και καθιερώνοντας ως σημαία τη γαλανόλευκη.[38] Και τελικά ήταν ο μόνος, μαζί με τον Μέττερνιχ, που κατάλαβε πως κάτι άλλαξε, όταν ανέλαβε υπουργός εξωτερικών της Αγγλίας ο Τζωρτζ Κάνινγκ. Ήταν από το χρονικό εκείνο σημείο που ο Μαυροκορδάτος έγινε αγγλόφιλος. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που ο ίδιος ο Καποδίστριας αναφέρει: «ο πρίγκιψ[39] Μαυροκορδάτος και ο κ. Πανταζόγλου (απεσταλμένοι των ηγεμόνων Βλαχίας και Μολδαβίας) προσεπάθησαν να μοι αποδείξουν, ότι η διατήρησις της μετά των Τούρκων ειρήνης ήτο αδύνατος, και ότι, ως Έλληνες, ήσαν ανυπόμονοι να μάθουν ότι τα Ρωσσικά στρατεύματα ήσαν έτοιμα να διαβούν τον Προύθον.[40] Αλλά από το 1818 που έγινε αυτή η συνάντηση μέχρι το 1828 οι Ρώσοι δεν κινήθηκαν. Έπρεπε οι Έλληνες να βρουν κάποιους άλλους.
Φρόντισε για την σύναψη του αγγλικού δανείου για το οποίο κατηγορήθηκε σφοδρότατα. ΄Οσο κι αν λόγω λονδρέζικης αρπακτικότητας και ελληνοπρεπούς διαχείρισης το δάνειο δεν απέδωσε τ’αναμενόμενα και θεωρήθηκε από πολλούς σαν αιτία του εμφυλίου πολέμου (που θα γινόταν βέβαια και χωρίς το δάνειο που απλώς βοήθησε την παράταξη που το πήρε να επικρατήσει),[41] εν τούτοις ο κύριος σκοπός επετεύχθη: «να ενοχοποιήσει, ούτως ειπείν, την Αγγλίαν εν τη εκβάσει της ελληνικής επαναστάσεως» και να δώσει αφορμή «εις την έναρξιν αμοιβαίων σχέσεων» μεταξύ Ελλάδος και Αγγλίας, όπως έλεγε ο ίδιος ο Μαυροκορδάτος στις οδηγίες του.[42]
Ο τεράστιος όγκος της αλληλογραφίας του περιλαμβάνει επιστολές προς κάθε κατεύθυνση, ακόμη και προς τον Γκέντς, σύμβουλο του Μέττερνιχ. Αλλά βέβαια την σπουδαιότερη σημασία είχαν οι επιστολές προς Κάνινγκ, ο οποίος τελικά απάντησε ως κυβέρνηση προς κυβέρνηση.
Ο Μαυροκορδάτος ήταν πεπεισμένος ότι για την απελευθέρωση της Ελλάδος ήταν απαραίτητη η εξωτερική βοήθεια. Ο Τζον Πετρόπουλος στο βιβλίο του "Πολιτική και Συγκρότηση Κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο, 1833-1843" (ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1985) τον σκιαγραφεί ως ευέλικτο (μη δογματικό) και ρεαλιστή, ο οποίος εκτιμούσε κατά περίπτωση τις καταστάσεις και δρούσε ανεξάρτητα από τις προσωπικές του συμπάθειες ή αντιπάθειες[43]. Είδαμε παραπάνω, ότι το 1818 ζητούσε από τους Ρώσους να εισβάλουν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αφού αυτό δεν έγινε, στράφηκε προς την Αγγλία χρησιμοποιώντας τώρα τη Ρωσία ως φόβητρο: η Επανάσταση, που θα συνεχιζόταν με κάθε κόστος, θα έφθειρε τόσο τις δυνάμεις της Τουρκίας που θα την καθιστούσε (μαζί και την Ελλάδα) εύκολη λεία της Ρωσίας, που θ’ αποφάσιζε κάποτε να κινηθεί με οποιαδήποτε πρόφαση. Ο Κάνινγκ εννόησε την απειλή (ενδεχομένως εκβιασμό): Η Αγγλία κινδύνευε ν’ αποκλειστεί από την ανατολική Μεσόγειο και ν’ αποκοπεί ο δρόμος της προς τις Ινδίες. Ο Μέτερνιχ επίσης είδε με τρόμο το ενδεχόμενο να καταπιεί η όμορος τότε της Αυστρίας Ρωσία όλη τη Βαλκανική και στην απόγνωσή του, μεταξύ δύο κακών, διάλεξε το μικρότερο και πρότεινε την πλήρη ανεξαρτησία της Ελλάδος. Όλος αυτός ο χειρισμός, που είχε τα αποτελέσματα που ξέρουμε, εξηγεί το κατά του Μαυροκορδάτου μένος των ρωσόφιλων συγγραφέων. [44]
Τον Ιούλιο του 1825, μετά την απόβαση του Ιμπραήμ και τις καταστροφές στη Σφακτηρία και στο Μανιάκι, οι Έλληνες υπέγραψαν την πράξη με την οποία ζητούσαν να τεθούν υπό την αγγλική προστασία. Αυτή είναι μια από τις σοβαρότερες κατηγορίες κατά του Μαυροκορδάτου, ότι προσπάθησε δηλαδή να κάνει την Ελλάδα αγγλικό προτεκτοράτο. Ο ίδιος αρνήθηκε έντονα ότι είχε την παραμικρή ανάμειξη και υπάρχουν πράγματι αμφιβολίες[45], αλλά ο τελικός χειρισμός είναι μάλλον δικός του. Μένει τώρα να εξεταστεί αν η αίτηση αυτή είχε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, αν ενέπλεξε δηλαδή ακόμη περισσότερο την Αγγλία στη δίνη του Ελληνικού ζητήματος και την οδήγησε, μαζί με την ανησυχία για το δάνειο και τον φόβο των περιπλοκών, στο Ναυαρίνο.[46]
Μετεπαναστατική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Με την έλευση του Καποδίστρια (Γ' Εθνοσυνέλευση Τροιζήνας) το 1828, ο Μαυροκορδάτος διορίστηκε μέλος του Πανελληνίου και τον Μάρτιο του ίδιου χρόνου μέλος του Γενικού Φροντιστηρίου, με αρμοδιότητα τα ναυτικά. Στην Δ΄Εθνοσυνέλευση του Άργους δεν συμμετέχει, ενώ δεν αποδέχεται τον διορισμό του στη Γερουσία. Γρήγορα ο Μαυροκορδάτος παραιτείται από όλες τις θέσεις του και αποσύρεται στην Ύδρα.
Πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραμάτισε και στην ανταρσία της Ύδρας,[47] η οποία κορυφώθηκε με την πυρπόληση του ελληνικού στόλου στον ναύσταθμο του Πόρου. Την 14η Ιουλίου του 1831 οι Ανδρέας Μιαούλης και Κριεζής με 200 Υδραίους στρατιώτες κατέλαβαν τον ναύσταθμο στον Πόρο, όπου κατέφθασε αμέσως ο Μαυροκορδάτος για να συντονίσει τις ενέργειες ως πολιτικός σύμβουλος του πρώτου. Στις άκαρπες διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση και τους αντιπρέσβεις πήραν μέρος οι Μιαούλης και Μαυροκορδάτος ως αντιπρόσωποι των επαναστατών. Για να εξουδετερώσει την ανταρσία ο Καποδίστριας σχεδίασε αποκλεισμό της Ύδρας (κέντρον των αντιπολιτευομένων) με τα πλοία του στόλου, που βρίσκονταν στον Πόρο, αλλά ο Μιαούλης πρόλαβε και τα κατέλαβε. Ο Καποδίστριας ζήτησε τη βοήθεια του αρχηγού της ρωσικής μοίρας ναυάρχου Ricord που επιχείρησε ν’ ανακαταλάβει τον στόλο. Την 1η Αυγούστου του 1831 ο Μιαούλης τίναξε στον αέρα [48] την φρεγάτα «Ελλάς» και την κορβέτα «Ύδρα».Ο Μαυροκορδάτος, αν και επέστρεψε στη Ύδρα πριν από το κατά τον Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή «μεγαλουργόν έγκλημα»,[49] θεωρήθηκε ηθικός αυτουργός της καταστροφής ακόμη και από συμπαθούντες αυτόν νεώτερους ιστορικούς.[50][51] Πλην όμως οι σχετικές διατυπώσεις εγγυτέρων χρονικά προς το γεγονός συγγραφέων γεννούν πολλές αμφιβολίες για την ενοχή του.[52] Το 1833 διορίζεται από την Αντιβασιλεία υπουργός Οικονομικών (25 Ιανουαρίου) και Στρατιωτικών (3 Απριλίου). Τον ίδιο χρόνο διορίζεται Γραμματεύς της Επικράτειας επί του Βασιλικού Οίκου και των Εξωτερικών Υποθέσεων[53] και πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου. Διαφωνεί με την καταδίκη σε θάνατο του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα και στέλνεται πρεσβευτής στο Μόναχο σε τιμητική εξορία.[54][55] Το 1841, ενώ ήταν πρεσβευτής στο Λονδίνο, τον κάλεσε ο Όθων να σχηματίσει κυβέρνηση. Ο Μαυροκορδάτος έθεσε όρους για ριζικές καθεστωτικές, οικονομικές και διοικητικές μεταρρυθμίσεις και για την απομάκρυνση των Βαυαρών.[56] Ο Όθων δυστρόπησε επί ένα μήνα, μετά δέχτηκε κατ’αρχήν και ο πρωθυπουργός πλέον Μαυροκορδάτος υπέβαλε έκθεση για τις εφαρμοστέες μεταρρυθμίσεις που απορρίφθηκε σιωπηρά, και στη συνέχεια παραιτήθηκε. Μετά την Επανάσταση του 1843 έγινε αντιπρόεδρος της συντακτικής συνέλευσης και τον Μάρτιο του 1844 πρωθυπουργός. Τον Αύγουστο όμως παραιτήθηκε για ν’ αποτραπεί ο εμφύλιος πόλεμος στον οποίο έσυρε τη χώρα το κόμμα Κωλέττη.
Στις 19 Σεπτεμβρίου 1850 ο βασιλιάς Όθωνας στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να αδρανοποιήσει την αντιπολίτευση, διόρισε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτου πρέσβη της Ελλάδας στο Παρίσι με τον βαθμό του εκτάκτου απεσταλμένου και πληρεξούσιο υπουργού.[57] Ανακλήθηκε στις 15 Μαΐου 1854 και επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου σχημάτισε και πάλι κυβέρνηση πετυχαίνοντας ν’απαλύνει τις συνέπειες της αγγλογαλλικής κατοχής[58] που επιβλήθηκε στα πλαίσια του Κριμαϊκού πολέμου, όταν η Ελλάδα με επικεφαλής τον Όθωνα θέλησε να πραγματοποιήσει την Μεγάλη Ιδέα πολεμώντας στο πλευρό της Ρωσίας κατά της Τουρκίας και των Αγγλογάλλων. Τελικά στράφηκαν εναντίον του και το λαϊκό αίσθημα -που πρώτη φορά εκδηλώθηκε υπέρ του Όθωνος- και οι Αγγλογάλλοι και έτσι αναγκάστηκε να παραιτηθεί το Σεπτέμβριο του 1855 αφού αντιτάχθηκε στη απαίτηση του Όθωνα για την απόλυση του υπουργού των Στρατιωτικών Δημητρίου Καλλέργη.Επί της κυβερνήσεως αυτής του Μαυροκορδάτου δόθηκε χάρη και αποφυλακίστηκε ο εκτίων ποινήν ισοβίων δεσμών-κατά μετατροπήν της θανατικής- Μακρυγιάννης. To 1863 εξελέγη πρόεδρος της Επιτροπής για τη σύνταξη σχεδίου του Συντάγματος
Επί της πρωθυπουργίας του αγοράστηκαν τα πρώτα ελληνικά επιβατηγά ατμόπλοια. Ο ίδιος ο Μαυροκορδάτος πήγε στο Λονδίνο όπου παρήγγειλε τρία πλοία έναντι 24.000 λιρών. Τα πλοία βαπτίστηκαν "Βασίλισσα της Ελλάδος", "Ύδρα" και "Πανελλήνιον" και αποτέλεσαν τον πυρήνα της "Ελληνικής Ατμοπλοϊκής Εταιρείας" με έδρα τη Σύρο.[59]
Τέλος & προσωπική ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το 1863 αποσύρθηκε στην εξοχική του κατοικία (πρώην Φίνλευ) στην Αίγινα, όπου και απεβίωσε το 1865 τυφλός και φτωχός.[60][61] Η εξοχική αυτή κατοικία διατηρείται ακόμα και μέχρι τα τέλη του 1990 ανήκε στον απόγονό του Νικόλαο Ρωκ - Μελά. Ήταν παντρεμένος με την Χαρίκλεια Αργυροπούλου (1808 - 1884), κόρη του μεγάλου διερμηνέα της Υψηλής Πύλης Ιακώβου Αργυρόπουλου. Ο γάμος πραγματοποιήθηκε στις 20 Ιανουαρίου του 1830 στην Αίγινα. Είχαν αποκτήσει μαζί τα εξής παιδιά:
- Νικόλαος Μαυροκορδάτος (1831 - 1837), γεννημένος στην Ύδρα, ανάδοχός του ο Ανδρέας Μιαούλης
- Ελπινίκη Μαυροκορδάτου (1833 - 1835), γεννημένη στο Ναύπλιο, ανάδοχός της ο Εμμανουήλ Αργυρόπουλος, αδερφός της Χαρίκλειας
- Κίμων Μαυροκορδάτος (1834 - 1837), γεννημένος στο Μόναχο, ανάδοχός του ο Ρώσος πρεσβευτής Γκαγκάριν
- Ελένη Μαυροκορδάτου (1836 - 1837), γεννημένη στο Μόναχο
- Νικόλαος Μαυροκορδάτος (1837 - 1903), πολιτικός και διπλωμάτης
- Γεώργιος Μαυροκορδάτος (1839 - 1902), δικηγόρος, πρέσβης και συλλέκτης
Η τριετία 1835-1837 ήταν η οδυνηρότερη στη ζωή του Μαυροκορδάτου. Έχασε τέσσερα παιδιά του-ένα στο Μόναχο το 1835 και τρία μαζί στη Τεργέστη το Δεκέμβριο του 1837. Η αδελφή του Αικατερίνη ήταν παντρεμένη με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, με τον οποίο απέκτησαν τον μετέπειτα πρωθυπουργό, Χαρίλαο Τρικούπη.
Μιλούσε άπταιστα οκτώ γλώσσες μεταξύ των οποίων τούρκικα, γαλλικά και αγγλικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου