Κυριακή, 30 Ιανουαρίου, 2022
Δεν υπάρχει, θαρρώ, καλύτερη γιορτή ή ευκαιρία αν προτιμάτε, για να αφιερώσει κανείς ένα λόγο τιμής και ευχαριστίας στους δασκάλους της Ελληνικής Γλώσσας, από τούτη τη μεγάλη Γιορτή των Ελληνικών Γραμμάτων. Οι σκέψεις που ακολουθούν δεν είναι μία απόπειρα φιλοφρόνησης από αυτές τις πολλές και ενίοτε τετριμμένες που τόσο πληθωρικά ακούγονται κάθε χρόνο στη Γιορτή των Γραμμάτων, αλλά ας μου επιτραπεί να τις χαρακτηρίσω αφιέρωμα ψυχής. Καρδιόσταγμα αγάπης, σεβασμού, τιμής και εκτίμησης. Κι ακόμα μια ανοιχτή ευχαριστία στους ήρωες, αποστόλους και πρεσβευτές που είναι οι σημερινοί δάσκαλοι και δασκάλες του Ελληνισμού της Αμερικής.
Είναι μύστες και παιδαγωγοί και διδάχοι της πιο μοναδικής και πλούσιας Παιδείας όλου του κόσμου, της Ελληνικής Παιδείας. Είναι οι δάσκαλοι και οι δασκάλες της γλώσσας της Ελληνικής, με την οποία ο Θεός διεμήνυσε στων ανθρώπων τις καρδιές το σωστικό μίλημα και μήνυμα του ουρανού. Οποία ιερή επιλογή και τιμή αλήθεια! Αλλά και οποία ευθύνη για μας σήμερα!
Οι δάσκαλοι και οι δασκάλες είναι μορφές θαρραλέες, οι οποίοι με διάθεση θυσιαστική, με μεράκι ατέλεστο και με μια αγάπη δίχως όρους και όρια, ολημερίς, ολοχρονίς, άσκιαχτοι μέσα στις νυχτιές της αδιαφορίας και μπροστά στις δυσκολίες ακόμα και σε κατατρεγμούς, ορθόστητοι στο χρέος, σμιλεύουν στων παιδιών τις καρδιές του Θεού τα πράγματα και του Γένους του Ελληνικού τα σπουδάγματα.
Αυτό είναι το λειτούργημα της διδασκαλίας! Μία κατάθεση χρέους. Ένα αδιάκοπο ξεδίπλωμα της ψυχής. Ένα σμίλεμα της καρδιάς, που έκανε τον Κωστή Παλαμά να στοχαστεί και να γράψει σε στίχους ποιητικούς: «Σμίλεψε πάλι, δάσκαλε, ψυχές! Κι’ ό,τι απόμεινε ακόμα στη ζωή σου, μη το αρνηθείς! Θυσίασ’ το, ως τη στερνή πνοή σου».
Αυτό κάνουν οι δάσκαλοι και δασκάλες, μέσα στο εργαστήρι του πνεύματος και της καρδιάς, το σχολείο, σμιλεύουν ψυχές. Δεν μορφώνουν απλώς τον νου του παιδιού με γνώσεις, αλλά μορφοποιούν και την ψυχή του με γνώση. Άλλωστε κάποιες φορές, γνώσεις χωρίς γνώση, δηλαδή ήθος, καλλιέργεια και καλλιέπεια ψυχής, μπορεί να καταστεί και επικίνδυνη υπόθεση. Στις μέρες μας η ανθρωπότητα δεν κινδυνεύει από τους «ολιγογράμματους», αλλά από τους διδάκτορες και διανοούμενους, γιατί με τις γνώσεις τους κακώς δομημένες και ιεραρχημένες, ιδιαίτερα με τον αέρα της οίησης και της υπεροψίας, μπορούν να καταστρέψουν το σύμπαν με τις βόμβες και τα οπλικά συστήματα λόγου χάρη.
Ο δάσκαλος και η δασκάλα, γεμίζει την καρδιά του ελληνοαμερικανόπουλου, πρώτης, δεύτερης, τρίτης και τέταρτης γενιάς, αλλά και όλων των γενιών, μ’ έναν πολιτισμό μοναδικό και πανανθρώπινο, που δεν υπάρχει πουθενά το όμοιό του. Μ’ έναν πολιτισμό που έχει πρόταση για τα ανθρώπινα, αλλά και τα Θεϊκά. Για τα χωματερά και τα γήινα, αλλά ταυτόχρονα για τα επέκεινα και τα απέθαντα. Για την παράδοση της Ελληνοορθοδοξίας, η οποία είναι παράδοση του ανθρώπινου προσώπου, δηλαδή του ανθρώπου στην ολότητά του. Η παράδοση, η οποία πιστεύει υπαρκτικά πως ο άνθρωπος, αυτός ο άγνωστος, αλλά και τόσο γνώριμος μαζί, δεν είναι απλά μια χούφτα γης, μια χούφτα θάνατος. Αλλά είναι συνάμα κι ένα μεράδι του Θεού, κι ένα κομμάτι του παράδεισου. Μια γνώση της αγνωσίας του Θεού. Μία ζωντανή εικόνα Του, κι όχι απλά ένα περιχάραγμα πάνω στον πηλό. Εδώ μιλούμε για σοβαρά πράγματα, για εκείνα τα οποία παρέμειναν και εξακολουθούν να παραμένουν ανέγγιχτα από την φθαρτική διαδοχή του χρόνου.
Η διδασκαλία είναι το λειτούργημα της ψυχής. Το αγκάλιασμα του όλου ανθρώπου, το οποίο κάνει τον άνθρωπο, «ανθρωπόθεο», δίνοντας νόημα στην ετυμολογική σημασία της λέξης άνθρωπος, που πάει να πει, «άνω θρώσκω», δηλαδή βλέμμα που βλέπει ψηλά.
Αναμφίβολα κάτι ήξερε ο Κωστής Παλαμάς, όταν συμβούλευε τον δάσκαλο λέγοντάς του, με τον δικό του τον εξαίσιο λόγο τον ποιητικό, τον βαθυστόχαστο και υψιπετή: «(Δάσκαλε), Θέμελα βάλε τώρα πιο βαθιά, ο πόλεμος να μην μπορεί να τα γκρεμίσει. Σκάψε βαθιά. Τι κι αν πολλοί σ’ έχουνε λησμονήσει;
Θα θυμηθούνε κάποτε κι αυτοί τα βάρη που κρατάς, σαν άτλαντας στην πλάτη.
Υπομονή!!!! Χτίζε, σοφέ, της κοινωνίας το παλάτι…».
Αναντίλεκτα η λησμοσύνη δεν θίγει τόσο τους λησμονημένους, όσο τους επιλήσμονες.
Και κάτι άλλο ακόμα: Εχομε φτάσει σήμερα στο έμπονο σημείο εδώ στην Αμερική, τη χώρα της ελευθερίας και την ελευθέρως πολλά παρέχουσα που η απελληνοποίηση της Εκκλησίας μας συνιστά σκάνδαλο. Ναι σκάνδαλο.
Φτάσαμε στο σημείο τη Μεγαλοβδομάδα να μην ψέλνεται το τροπάρι της Κασσιανής, «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή», το τροπάρι της σταύρωσης, «σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας» ή ο κανόνας της Μεγάλης Παρασκευής «κύματι θαλάσσης» στην Ελληνική, αλλά στην Αγγλική και μάλιστα από μεταφράσεις αδόκιμες. Δεν είναι δυνατόν στην Αφρική οι γηγενείς να ψάλλουν «ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου», το «Κύριε ελέησον», «οι τα χερουβείμ μυστικώς εικονίζοντες» στην Ελληνική, κι εμείς εδώ να τα τραυλίζουμε στην Αγγλική. Ακόμα και σε Καθεδρικούς Ναούς η κατάσταση είναι δυστυχώς τραγελαφική από πολλές απόψεις, με πρωταρχική τον εξοστρακισμό της ελληνικής γλώσσας από τη Λατρεία γιατί «ναυαγοί τους πάτησαν (τους ναούς) με λερωμένα ποδήματα».
Δεν πρόκειται εδώ για κάποια θρηνητική Ιερεμιάδα, αλλά για έκφραση αγωνίας προφητικής για να μη βρεθούμε κάποιο πρωινό, ο μη γένοιτο, μπροστά στο ιστορικό μας τέλος εδώ στην Αμερική, γιατί ήδη βαδίζουμε σε προχωρημένα προτελεύτεια.
Εδώ στις Ηνωμένες Πολιτείες, που μας έταξε ο Θεός και η ιστορία να διαβούμε τον γοργά περαστικό και διαβατάρικο βίο μας, οι προκλήσεις που ανοίγονται μπροστά μας ως Ελληνοαμερικανών είναι τεράστιες και σίγουρα ιστορικές. Σήμερα εδώ στην Αμερική βρισκόμαστε σ’ ένα καθοριστικό σταυροδρόμι ως Ομογένεια και ως Εκκλησία, που σημαίνει πως είτε θα τολμήσουμε να κρατήσουμε ζωντανή την ταυτότητα και αυτοσυνειδησία μας ως Ελληνορθόδοξοι, είτε θα βαδίσουμε την οδό της λησμοσύνης και του αφανισμού. Έχουμε τεράστια ευθύνη όλοι μας!
Πολλές φορές διερωτώμαι, άραγε μέσα στην φρενίτιδα των ήχων του πλουραλισμού και της παγκοσμιοποίησης, της ολιστικότητας και του οδοστρωτισμού, της φρενίτιδας του Facebook και του Twitter, δεν υπάρχουν περιθώρια παρουσίας και πρότασης του λόγου και του τρόπου του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας;
Όχι, προς Θεού, δεν λέγει κανείς να επιδοθούμε σε κανενός είδους εσωστρέφεια και απομονωτισμό. Άλλωστε κάτι τέτοιο θα ήταν αναιρετικό του εύρους και της οικουμενικότητας των μεγεθών και του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας. Αλλά αυτό που λέγω ουσιαστικά είναι να τολμήσουμε και να εκφράσουμε την ζωτική πρόταση της Ελληνορθόδοξης Παράδοσής μας, όχι απλώς θεωρητικά δίκην ικανοποίησης ψυχολογικών ορμέφυτων, αλλά υπαρξιακά, ως στάση ζωής. Ως συγκεκριμένο ήθος. Ως μια χούφτα πηλού, που έχει τη δύναμη όμως να ανοίγει τα μάτια των ανθρώπων και του κόσμου στη θέα και τη θέαση και του Θεού και του ανθρώπου.
Καθώς γράφω τούτες τις σκέψεις θυμάμαι τους πρωτοπόρους μας, οι οποίοι πέτρα την πέτρα, με δάκρυ και με αίμα, έχτισαν τους ναούς και τα σχολεία. Στο Λόουελ για παράδειγμα πουλούσαν τα δαχτυλίδια και τα χρυσαφικά τους για να αγοράσουν υλικά να χτίσουν τον ναό και το σχολείο. Στο Γούστερ, όταν αγόραζαν ψωμί, ο φούρναρης κρατούσε από κάθε ομογενή ένα σεντ. Στο τέλος της εβδομάδας περνούσε επιτροπή με τον ιερέα και τα συγκέντρωναν για την ανοικοδόμηση του ναού και του σχολειού. Ναι, έτσι χτίσθηκαν οι ναοί και τα σχολειά τα οποία δυστυχώς κλείνουμε σήμερα και βαθμηδόν θα κλείσουν και οι ναοί αν συνεχιστεί η νοοτροπία της ακηδίας.
Κι εμείς σήμερα με τα Ταμεία, τα Τάγματα, τους Οργανισμούς και τις Ηγεσίες, με τα εκατομμύρια να μοιράζονται επί χρόνια τώρα παντού, το μέγιστο και ουσιώδες θέμα της Παιδείας, της Ελληνικότητας, του Πολιτισμού εξακολουθεί να είναι ο φτωχός συγγενής.
Να θυμίσω πως η Εκκλησία αντιστάθηκε στον αφανισμό του πολιτισμού και της αλλοίωσης της ελληνικής συνείδησης του Ελληνισμού στις δύσκολες στιγμές. Στα μαύρα χρόνια της σκλαβιάς από τους βάρβαρους Τούρκους, τότε που «όλα τα έσκιαζε η φοβέρα», ο παπάς δάσκαλος κάτω από το τρεμάμενο φως του καντηλιού, με τη βραχνή και φοβισμένη του φωνή κρατούσε αναμμένη την σπίθα της πίστης και της ελληνικής συνείδησης στις καρδιές των παιδιών. Μάλιστα, έτσι κρατήθηκε η ελληνική συνείδηση ανάλλακτη και αναλλοίωτη. Ναι, έτσι μέχρι σήμερα πορεύεται το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως ορόσημο διάσωσης της αυτοσυνειδησίας του Γένους. Εμείς εδώ στην Αμερική ξεχνούμε πως είμαστε προέκταση του Πατριαρχείου ως Εκκλησιαστική του Επαρχία και ως συνέχιση του Γένους.
Βέβαια θα μπορούσε να αντιτάξει κάποιος τη διαφορετικότητα των σημερινών συνθηκών και συμβεβηκότων για τα καθ’ ημάς εδώ. Όμως, ο αντίλογος πως υπάρχει πλήρης ελευθερία, νομίζω πως εξασθενεί την επιχειρηματολογία πως αλλιώς είναι τα πράγματα εδώ. Η πικρή αλήθεια είναι πως εδώ δυστυχώς «φεύγομεν μηδενός διώκοντος». Λόγια και λογίδρια ακούμε συχνά – πυκνά και από πολλές κατευθύνσεις, αλλά ο λιμός της πράξης είναι εφιαλτικός.
Αλήθεια, ποίος θα υπενθυμίσει στη Θεολογική Σχολή στη Βοστώνη πως η Ορθοδοξία προσέλαβε τον Ελληνισμό και τον Εκκλησιοποίησε; Έδωσε το θείο και προσέλαβε το ανθρώπινο, κι έτσι ολοκληρώθηκε το «πρόσλημμα»; Ποίος;
Οι δάσκαλοι, οι γενναίοι αυτοί ιεραπόστολοι της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, οι οποίοι αγωνίζονται με μισθούς πείνας και με ανύπαρκτες συντάξεις, πρέπει κάποτε να αγκαλιαστούν με στοργή, φροντίδα και αγάπη από όλους, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης.
Οι δάσκαλοι και οι δασκάλες συνεχίζουν να γράφουν ιστορία και να τους γράφει η ιστορία, γι’ αυτό και θα μείνουν απέθαντοι, όπως όλοι οι δημιουργοί. Όπως όσοι τολμούν και ρίχνουν «θέμελα βαθιά».
ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου