Τετάρτη, 28 Σεπτεμβρίου, 2022
Κάθε πόλεμος καταλήγει στην Ιστορία, αλλά η καθημερινότητά του ανήκει στην επικαιρότητα. Η καταστροφή της Σμύρνης δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Στη σύγχρονη εποχή, η οπτικοακουστική κάλυψη των γεγονότων προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες άμεσης ενημέρωσης -όπως και παραπληροφόρησης. Στις αρχές του 20ού αιώνα, όμως, η είδηση ζούσε στο χαρτί και στο μελάνι. Οι εφημερίδες της εποχής κατέγραφαν τα γεγονότα, όχι μόνο ως ιστορία εν τω γεννάσθαι, αλλά ως παρούσα αγωνία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η καταστροφή της Σμύρνης εντάχθηκε στην ύλη μιας ακμάζουσας δημοσιογραφικής κουλτούρας, όπου μεγάλες εφημερίδες ανταγωνίζονταν στην μάχη του εντυπωσιασμού και της εγκυρότητας. Στην Νέα Υόρκη, η «World», της οικογένειας Πούλιτζερ, στον απόηχο πια των πλέον ένδοξων ημερών της ως εισηγήτριας του Κίτρινου Τύπου, απολάμβανε ακόμα σημαντική κυκλοφορία ως διαμορφώτρια της κοινής γνώμης, αν και άλλες εφημερίδες, όπως η «Evening Journal» -στο ύφος της «World»- ή οι «Times» -στον αντίποδα του εντυπωσιασμού- ανέπτυσσαν τη δική τους αναγνωσιμότητα. Στην Ανατολική Ακτή, η «Boston Globe» παρείχε επίσης ενημέρωση για ένα μεγάλο αναγνωστικό κοινό, ενώ και στην Δυτική Ακτή εφημερίδες όπως η «San Francisco Chronicle καθόριζαν τον τόνο της ενημέρωσης. Κάποιες φορές μέσω ειδικών ανταποκριτών, συχνότερα όμως μέσω των ειδησεογραφικών πρακτορείων, των οποίων τα τηλεγραφήματα αποτελούσαν τη βάση της ειδησεογραφικής κάλυψης, η μάχη για την Μικρά Ασία μεταφερόταν στις σελίδες του αμερικανικού Τύπου. Και ενώ οι αναφορές των εφημερίδων στην Ελλάδα αφορούσαν συχνότερα στην ομογενειακή κοινότητα και τα ελληνικά έθιμα όπως αυτά αναδύονταν και καταδύονταν στην επικαιρότητα της μόδας και του αναπτυσσόμενου αμερικανικού πολυπολιτισμού, οι εφημερίδες σταδιακά γέμισαν με τα νέα του πολέμου. Στις επόμενες παραγράφους θα δούμε πώς οι μέρες της κορύφωσης της Μικρασιατικής Καταστροφής διέσχισαν τον Ατλαντικό.
«Αμερικανοί πεζοναύτες προσγειώνονται στην Σμύρνη για να υπερασπιστούν τους Αμερικανούς» είναι ο τίτλος της «World» στις 8 Σεπτεμβρίου 1922, τονίζοντας πως ο τουρκικός στρατός πλησιάζει, και οι Ελληνες διεμήνυσαν πως δεν δύνανται να εγγυηθούν την ασφάλειά τους. Η προέλαση των Τούρκων και ο αποδεκατισμός των ελληνικών δυνάμεων δεν αμφισβητείται, ενώ η εφημερίδα προειδοποιεί για την πείνα και τις αρρώστιες που περιμένουν την περιοχή. Οι εκτιμήσεις της ημέρας κάνουν λόγο για 100.000 ανθρώπους που αντιμετωπίζουν το πλήγμα της προσφυγιάς, ενώ η παραίτηση της ελληνικής κυβέρνησης και η αποτυχία των διπλωματικών προσπαθειών πλαισιώνουν το ανθρώπινο δράμα. Στη Βοστώνη, η «Globe» παρουσιάζει εκτενώς τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα, τονίζοντας, όμως, και την άφιξη των πρώτων εκατοντάδων προσφύγων στον Πειραιά, ενώ σχολιάζει την ελληνική ήττα ως «αποκρουστικώς αποφασιστική», καθώς «ένας στρατός 150.000 ανδρών, με καλή οργάνωση και οπλισμό, μεταμορφώθηκε σε λιγότερο από δύο εβδομάδες σε μια πραγματική ομάδα προσφύγων». Η εικόνα που παρουσιάζει η εφημερίδα για τις ελληνικές δυνάμεις είναι αποκαρδιωτική, περιγράφοντας εικόνες ανυπακοής, απουσίας εφοδίων, και της τρομαγμένης άρνησης εφέδρων να εμπλακούν στη μάχη που ήδη χανόταν. Στις ίδιες σελίδες, πόλεις στα ανατολικά της Σμύρνης παλεύουν ήδη με τις φλόγες, ενώ ένας διεθνής στόλος συγκεντρώνεται στην περιοχή. Οι «New York Times» σχολιάζουν επίσης τις φλεγόμενες πόλεις, προσθέτοντας, όμως, πως η τουρκική προέλαση είναι «αργή και προσεκτική».
Την επόμενη μέρα, το πρωτοσέλιδο των «Times» ανακοινώνει πως οι Ελληνες παραδίδουν την Σμύρνη στους Συμμάχους, σημειώνοντας στην ανάλυσή τους από το Παρίσι πως «το μόνο που μπορούν να κάνουν οι Ελληνες είναι να συνθηκολογήσουν το ταχύτερο δυνατόν, υπό οποιουσδήποτε όρους». Κάθε ανάλυση, όμως, πλαισιώνεται στο τέλος από την ανάλυση της εφημερίδας για τα εσωτερικά της Ελλάδας, όπου ο συντάκτης αναφέρει χαρακτηριστικά πως «είναι πολύ νωρίς να προβλεφθεί επιστροφή του Βενιζέλου, καθώς σήμερα, όπως και 24 αιώνες πριν, υπάρχουν κατά πώς φαίνεται Ελληνες που θα προτιμούσαν να καταστραφούν υπό την ηγεσία κάποιου εκ του κόμματός τους, παρά να νικήσουν υπό κάποιον άλλον». Σε άλλες εφημερίδες, η αντίστροφη μέτρηση για την πτώση της Σμύρνης σε τουρκικά χέρια έχει αρχίσει. Και αν, εκείνη τη στιγμή φαίνεται να απέχει από 1-3 ημέρες, οι εκτιμήσεις για το μέγεθος του προσφυγικού κύματος μιλούν ήδη για μισό εκατομμύριο ανθρώπους. Σε τηλεγράφημα που αναπαράγεται σε πολλές εφημερίδες, το «Associated Press» κατηγορεί στην ίδια πρόταση Τούρκους, Αρμενίους και Ελληνες για καταστροφές, φόνους και λεηλασίες.
Στις 10 Σεπτεμβρίου, οι αμερικανικές εφημερίδες αναγγέλλουν πια την παράδοση της Σμύρνης στους Τούρκους. Είναι, όμως, Κυριακή, και τα φύλλα φιλοξενούν τις πρώτες εκτενείς πολιτικές αναλύσεις της καταστροφής. Ο σημαντικός δημοσιογράφος και αναλυτής της εποχής, Eugene Jared Young, γράφει στην «Boston Globe» για το διεθνές παιχνίδι που διαδραματίζεται στην Μικρά Ασία, τονίζοντας πως μαζί με τους Ελληνες ηττήθηκαν οι Βρετανοί και η προσπάθεια ανάσχεσης των γαλλικών και ρωσικών σχεδίων για την περιοχή. «Οσο οι Ελληνες ονειρεύονταν με την ψευδή τους αίσθηση ασφαλείας, ο Τούρκος επιτέθηκε», γράφει ο Young, εξηγώντας την κατάρρευση της ελληνικής στρατιάς, και περιγράφοντας την συνακόλουθη διατάραξη κάθε ισορροπίας στην Μεσόγειο. Στους «New York Times» εξέχουσα θέση έχει η κάλυψη της πρωτοβουλίας του γερουσιαστή William King από την Utah να παραδώσει στον πρόεδρο Harding των ΗΠΑ, επιστολή στην οποία η απομάκρυνση του ελληνικού στρατού από την Μικρά Ασία περιγράφεται ως «μια από τις μεγαλύτερες τρέλες του Χριστιανισμού και του πολιτισμού». Η επιστολή, την οποία παρέδωσε στον Αμερικανό Πρόεδρο επιτροπή στην οποία συμμετείχαν τρεις ομογενείς και ο Robert H. McNeil, πρόεδρος της Εταιρείας Αμερικανών Φίλων των Διωκόμενων Χριστιανών Μικράς Ασίας, χαρακτήριζε την ελληνική ήττα ως «στίγμα στην Ιστορία της Ευρώπης και της Αμερικής», απειλώντας τους χριστιανούς της περιοχής με ολοκληρωτική εξόντωση. Η εφημερίδα φιλοξενεί ακόμη μακροσκελή παρουσίαση του ιστορικού του πολέμου από τον T. Walter Williams, ο οποίος περιγράφει τη ρωσική βοήθεια προς τον Κεμάλ, και περιλαμβάνει αποσπάσματα από νωρίτερη συνέντευξή του με τον Κωνσταντίνο. Το αίσθημα των κατοίκων της περιοχής περιγράφεται ως φιλοτουρκικό παρά φιλελληνικό, καθώς, παρά τις προσπάθειες των Ελλήνων να αναβαθμίσουν την πόλη και την δημόσια υγεία της Σμύρνης, το λιμάνι υπέφερε οικονομικά λόγω των δασμών που επιβλήθηκαν. Ο Williams επικαλείται μαρτυρίες πως ο κόσμος θα προτιμούσε τους Τούρκους, «με τις δωροδοκίες τους και τον αργό τρόπο δουλειάς, από την αποτελεσματικότητα που εισήγαγαν οι Ελληνες αξιωματούχοι». Την κάλυψη συμπληρώνει άρθρο του Χένρι Μόργκενθαου, του Αμερικανού πρώην πρέσβη στην Τουρκία, ο οποίος τονίζει πως τονίζει πως «το άμεσο αποτέλεσμα της τουρκικής απειλής θα είναι περαιτέρω σφαγές Αρμενίων, Ελλήνων και Σύριων Χριστιανών αν η τουρκική δύναμη αφεθεί να λειτουργεί ως ανεξέλεγκτος κατακτητής. Οι χριστιανικές κυβερνήσεις της Ευρώπης και της Αμερικής πρέπει να βοηθήσουν να διασώσουν τους επιζώντες των δύστυχων αυτών λαών».
Την Δευτέρα, 11 Σεπτεμβρίου, τα νέα έχουν φτάσει πια αδιαμφισβήτητα στις Αμερικανικές εφημερίδες. Στην «Globe» και στους «Times» τα θέματα αφορούν τους τουρκικούς εορτασμούς, τον αγωνιώδη επαναπατρισμό του καταρρακωμένου ελληνικού στρατού, και τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Βασικό θέμα αποτελεί η επιστολή του Κεμάλ που έφθασε την προηγούμενη μέρα στους Συμμάχους μέσω του Ερυθρού Σταυρού και η πραγματικότητα που συγκαλύπτει. Οπως χαρακτηριστικά τιτλοφορούν οι «New York Times», καθώς ο Κεμάλ αποποιείται τις ευθύνες της Αγκυρας για σφαγές, οι οποίες θα οφείλονται στο «ενθουσιώδες πνεύμα του τουρκικού πληθυσμού», αυτές οι σφαγές μαίνονται ανεξέλεγκτες. Η «World» αναφέρει τους τουρκικούς εορτασμούς στην Κωνσταντινούπολη και στα τζαμιά της, τονίζοντας τις επιθέσεις Τούρκων εναντίον Χριστιανών στο Πέραν, καθώς καταστήματα και σπίτια λεηλατούνταν πριν παραδοθούν στις φλόγες. Πολλοί αστυνομικοί φέρονται να δολοφονήθηκαν προσπαθώντας ματαίως να υπερασπιστούν τους Χριστιανούς, ενώ το σύνθημα του όχλου, όπως το μεταφέρει η εφημερίδα, φαίνεται σαφές: «Τέρμα η Ελλάδα – μακάρι να εξαφανιστεί κάθε τι χριστιανικό»!
Στις 12 του μηνός η «Boston Globe» δημοσιεύει την τραγική πρώτη γενική φωτογραφία της Σμύρνης μετά τον βομβαρδισμό. Στις αναλύσεις των εφημερίδων κυριαρχούν η θριαμβευτική είσοδος του Κεμάλ και οι ανησυχίες για την Κωνσταντινούπολη, όπου συγκεντρώνεται ο συμμαχικός στόλος. Την ίδια ώρα, η επιτροπή της Near East Relief και η Ομογένεια συγκεντρώνουν χρήματα προς συνδρομή των εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων. Στους «New York Times» δεσπόζει μια ανάλυση υπό τον τίτλο «Τι να γίνει με τους Τούρκους», η οποία φέρει τους συμμάχους προ των ευθυνών τους καθώς οι τουρκικές απαιτήσεις, ενθαρρυμένες από τον στρατιωτικό θρίαμβο, φανερώνουν το πραγματικό τους εύρος. «Η Ευρώπη», σημειώνει το άρθρο, «είναι για άλλη μια φορά αντιμέτωπη με τον Τούρκο, ο οποίος τα τελευταία τρία χρόνια κρατήθηκε μακριά από τον ανθεκτικό ελληνικό στρατό. Βεβαίως, δεν είναι ο Τούρκος του παρελθόντος. Αν και ισχυρός στο ηθικό, είναι αδύναμος. Αδύναμη, όμως, είναι και η Ευρώπη, αδύναμη και διαιρεμένη. Οι Τούρκοι θέλουν συγκεκριμένα πράγματα και είναι πρόθυμοι να εργαστούν για αυτά πολύ σκληρότερα από ό,τι κάθε άλλη ευρωπαϊκή δύναμη -εκτός από την ηττημένη πια Ελλάδα- είναι πρόθυμη να τους σταματήσει».
Η τελευταία παράγραφος της ανάλυσης είναι συγκλονιστική: «Η ευθύνη της αντιμετώπισης των Τούρκων είναι τώρα στα χέρια των τριών Δυνάμεων, των οποίων οι διαφωνίες και οι ίντριγκες επανέφεραν τον Τούρκο στο κατώφλι της Ευρώπης. Οι Ελληνες μάχονταν υπέρ του ευρωπαϊκού πολιτισμού, οι Τούρκοι μάχονταν για την εθνική τους ύπαρξη». Και αφού προειδοποιεί πως, σε αυτό το πλαίσιο, οι διαφαινόμενες διπλωματικές εξελίξεις θα ευνοούν τους Τούρκους, ο συντάκτης του άρθρου προειδοποιεί για μια σημαντική λεπτομέρεια: «Οι Δυτικές Δυνάμεις δεν πληρώνουν οι ίδιες τις απώλειές τους. Αυτό είναι κάτι που το αφήνουν στους Χριστιανούς της Ανατολίας. Οι Τούρκοι επιδεικνύουν την καλή τους συμπεριφορά στην Σμύρνη, όπου όλοι τους παρακολουθούν και τα βρετανικά όπλα κυριαρχούν στην πόλη. Ομως υπάρχουν αρκετά επαρκούν για το πώς συμπεριφέρονται στους Έλληνες και τους Αρμενίους μόλις βρεθούν εκτός του βεληνεκούς των κανονιών των πλοίων».
Παρόμοιες αγωνίες για το επιχειρησιακό και διπλωματικό μέλλον του πολέμου κυριαρχούν και την επόμενη μέρα στον αμερικανικό Τύπο, όπου αναφέρεται η είσοδος των Τούρκων στην Προύσα, την οποία οι Ελληνες κατηγορούνται πως έκαψαν κατά την υποχώρησή τους. Στην «World», η ίδια αυτή είδηση συνυπάρχει με μια μαρτυρία που αποτυπώνει τις παράλογες ισορροπίες κάθε πολέμου, καθώς ένας Αμερικανός αναγνώστης περιγράφει την πρόσφατη εμπειρία του σε ένα ελληνικό καφενείο, όπου, συνήθως, όσοι βρίσκονται εκεί είναι «ένα ευδιάθετο τσούρμο που τραγουδάνε μετά το φαγητό και λένε ανέκδοτα χαρούμενοι». Μετά από απουσία δύο εβδομάδων, ο αναγνώστης το επισκέφθηκε την προηγούμενη μέρα, μόνο και μόνο για να το βρει θλιμμένο και σκοτεινό, με μια εφημερίδα στο κάθε τραπέζι, που όμως λίγοι ξεφύλλιζαν. «Ρώτησα τον Γιάννη, τον ιδιοκτήτη, τι συνέβη. ‘Η Σμύρνη κυριεύθηκε από τους Τούρκους’, ψιθύρισε με δακρυσμένα μάτια. ‘Πολλοί από εμάς είχαμε συγγενείς εκεί’. Αισθάνθηκα σαν να βρισκόμουν σε κηδεία».
Δυο μέρες αργότερα, στις 15 Σεπτεμβρίου, η πραγματική φρίκη της τουρκικής μανίας αποτυπώνεται στα πρωτοσέλιδα. «Δύο χιλιάδες νεκροί σε σφαγή στην Σμύρνη», ανακοινώνει με πηχυαίο τίτλο η World, συμπληρώνοντας: «Πύρινο τείχος 3 χιλιομέτρων σαρώνει την Σμύρνη, εγκλωβίζοντας πλήθος προσφύγων». Στα άρθρα ξεδιπλώνεται η αγωνία για πολλούς Αμερικανούς στην πόλη, ενώ μια μεγάλη φωτογραφία του Κεμάλ τον συστήνει ως τον «επικεφαλής του στρατού που σφαγίασε χιλιάδες». Η «Boston Globe», υπό παρόμοιους τίτλους περιγράφει τις ολονύχτιες σφαγές που προηγήθηκαν και σχολιάζει πως η φωτιά είχε σκοπό να καλύψει τις αγριότητες των Τούρκων, τονίζοντας την δολοφονία του Χρυσοστόμου και τον αντιχριστιανικό χαρακτήρα της τουρκικής επίθεσης. Θρήνος για τους αγνοούμενους Αμερικανούς και τρόμος για τα επόμενα σχέδια του Κεμάλ χαρακτηρίζει την αρθρογραφία και της «San Francisco Chronicle», η οποία επικαλείται μαρτυρίες πως τη φωτιά ξεκίνησε Τούρκος αξιωματούχος. Την καταστροφή του αμερικανικού προξενείου και τις συνέπειες της κεμαλικής φιλοδοξίας αναλύουν οι «New York Times», ενώ το σχόλιο της «World» συμπυκνώνει τον πανικό του Δυτικού κόσμου, καθώς περιγράφει πως «με φλόγες και σφαγές -και αυτή τη φορά με νίκες- ο Τούρκος απειλεί και πάλι την πολιτική της Ευρώπης».
Στις 16 Σεπτεμβρίου, η «Boston Globe» δείχνει τα ερείπια της πυρπολημένης Σμύρνης, ενώ ο τίτλος της φέρνει τους πάντες αντιμέτωπους με το μέγεθος της καταστροφής, αφού οι εκτιμήσεις της προηγούμενης μέρας ωχριούν μπροστά στον θρήνο για περισσότερους από 120.000 νεκρούς που έχασαν τη ζωή τους στα χέρια του κεμαλικού στρατού, «μεθυσμένου από την νίκη, και διάπυρου από θρησκευτικό φανατισμό». Δημοσιογραφικά τηλεγραφήματα κάνουν λόγο για Τούρκους στρατιώτες που πυροβολούν αδιακρίτως με πολυβόλα, ενώ δεκάδες χιλιάδες γυναικόπαιδα αγνοούνται υπό την εξουσία των Τούρκων στρατιωτών. Σε άρθρο τους με τίτλο «Οι Τούρκοι θα είναι πάντα Τούρκοι», οι «New York Times» σχολιάζουν την ολοκληρωτική καταστροφή που διέψευσε απολύτως την προηγούμενη ρητορική περί εγκρατείας του τουρκικού στρατού: «Δεν γνωρίζουμε κατά πόσον οι θαυμαστές της Εθνικιστικής Τουρκίας θα συμφιλιώσουν αυτά τα γεγονότα με την πεποίθησή τους πως οι Τούρκοι έχουν αλλάξει σελίδα. Οι παγιότεροι και πλέον χρήσιμοι διεθνείς οπαδοί του Κεμάλ, ορισμένοι πολιτικοί και χρηματοδότες στο Παρίσι, δεν προβληματίστηκαν ποτέ από τέτοια ηθικά ζητήματα».
Από τα πλέον διάσημα και επιδραστικά σχόλια για την καταστροφή της Σμύρνης είναι εκείνο ενός νεαρού τότε δημοσιογράφου, ο οποίος ήταν τραυματιοφορέας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και είχε ξεκινήσει να καλύψει την Μικρασιατική Καταστροφή για λογαριασμό της εφημερίδας «Toronto Star». Ο εξόχως ταλαντούχος δημοσιογράφος δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει στην Σμύρνη, αντιμετώπισε όμως τις συνέπειες της ελληνικής ήττας στην Κωνσταντινούπολη, και στην Ανδριανούπολη, όπου βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τους υποχωρούντες, εξαθλιωμένους Ελληνες στρατιώτες. Καθώς οι στρατιώτες αυτοί περνούσαν μπροστά από τον σπουδαίο Ερνεστ Χέμινγουεϊ, τον ενέπνευσαν να συμπληρώσει τα κενά της προσωπικής του δημοσιογραφικής εμπειρίας με την βαθιά του προσωπική γνώση των δυσθεώρητων ορίων της ανθρώπινης κτηνωδίας, όπως την ελευθερώνει ένας πόλεμος. Ακόμα κι αν είναι εν μέρει φανταστική, λοιπόν, η εξιστόρηση του Αμερικανού νομπελίστα για τις κραυγές των γυναικών στην προβλήτα της Σμύρνης, γύρω από πτώματα και κρατώντας νεκρά μωρά, δεν αντιμετωπίζει καμία δυσκολία να αποδώσει την πραγματικότητα. Αλλωστε, κάθε πόλεμος διαγράφει κάποτε την ίδια τραγική και ανώφελη πορεία από την ανθρώπινη οίηση ώς την ανθρώπινη ποίηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου