Οταν στην Ουάσιγκτον κυβερνούσαν οι νεοσυντηρητικοί του Τζορτζ Μπους τζούνιορ, Βρετανός σχολιαστής με ροπή προς τον αυτοσαρκασμό έλεγε ότι η περίφημη «ειδική σχέση» της χώρας του με τις ΗΠΑ ήταν «τόσο ειδική, που τη βλέπει μόνο η μία πλευρά» – εννοώντας βεβαίως ότι στο τέλος της ημέρας οι Αμερικανοί θα κάνουν πάντα το δικό τους. Δύο δεκαετίες αργότερα, παρόμοια συναισθήματα αρχίζουν να αναπτύσσουν Γάλλοι σχολιαστές για την ειδική σχέση της δικής τους χώρας με τη Γερμανία. Οι πιο έγκυρες γαλλικές εφημερίδες κατακλύζονται το τελευταίο διάστημα από ρεπορτάζ και αναλύσεις που αποπνέουν αγωνία για την αυξανόμενη αποξένωση στο γαλλογερμανικό ζεύγος, τον βασικό μέχρι σήμερα κινητήρα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, καθώς οι δύο ισχυρότερες δυνάμεις της Ε.Ε. βρίσκονται στους αντίποδες σε σειρά καίριων ζητημάτων, από το ενεργειακό και την άμυνα μέχρι τη διεύρυνση της Ενωσης και τις σχέσεις με την Κίνα.
Την περασμένη Τετάρτη επρόκειτο να πραγματοποιηθεί στο κάστρο του Φοντενεμπλό διακυβερνητική διάσκεψη Γαλλίας – Γερμανίας, παρουσία των ηγετών και σύσσωμων των υπουργικών συμβουλίων των δύο χωρών. Πρόκειται για θεσμό που συγκαλείται τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο και ειδικά τη φετινή χρονιά θα είχε ιδιαίτερη σημασία λόγω ενεργειακής κρίσης και πολέμου στην Ουκρανία. Ωστόσο, οι Γάλλοι αναγκάστηκαν να αναβάλουν τη διακυβερνητική για τον Ιανουάριο για δύο σοβαρούς λόγους: ο πρώτος ήταν οι ασυμφωνίες των δύο πλευρών για τα επίμαχα ζητήματα και ο δεύτερος, από μια άποψη ακόμη σοβαρότερος για τη Γαλλία, ότι αρκετοί Γερμανοί υπουργοί ήταν απρόθυμοι να χάσουν μια μέρα σε ένα ανούσιο κατ’ αυτούς τελετουργικό και προτίμησαν μια οικογενειακή εκδρομούλα, εκμεταλλευόμενοι τις σύντομες σχολικές διακοπές των παιδιών.
Προκειμένου να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις, κανονίστηκε βιαστικά στη θέση της διάσκεψης ένα γεύμα εργασίας των Εμανουέλ Μακρόν και Ολαφ Σολτς την ίδια ημέρα. Ενώ όμως η γερμανική καγκελαρία ανακοίνωσε ότι μετά το γεύμα θα ακολουθούσε, ως είθισται, κοινή συνέντευξη Τύπου των δύο ηγετών, το Μέγαρο των Ηλυσίων, στη δική του ανακοίνωση, δεν έλεγε τίποτα περί συνέντευξης. Πράγματι, την επομένη ο Γερμανός καγκελάριος αναχώρησε από το Παρίσι για την Αθήνα χωρίς να έχει μιλήσει, μαζί με τον οικοδεσπότη του, στους εκπροσώπους Τύπου για όσα διημείφθησαν μεταξύ τυρού και αχλαδιού. Οταν ο Σολτς αρνήθηκε στον Ορμπαν, κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Ούγγρου πρωθυπουργού στο Βερολίνο, την κοινή συνέντευξη Τύπου, το επεισόδιο δεν προκάλεσε κανένα σκάνδαλο. Αλλά όταν ο ίδιος ο Σολτς εισπράττει την ίδια μεταχείριση από τον πρόεδρο της Γαλλίας –έστω κι αν υπάρχει η τυπική δικαιολογία του γεύματος εργασίας και όχι της επίσημης επίσκεψης– το πράγμα γίνεται πολύ σοβαρότερο.
Η ειδική σχέση ανάμεσά τους εξελίσσεται σε παράπλευρη απώλεια του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς η Γερμανία μετατοπίζει το κέντρο βάρους της προς τα ανατολικά.
Ουδείς θα μπορούσε να προβλέψει μια τέτοια ατμόσφαιρα τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν ο Ολαφ Σολτς, μόλις δύο ημέρες μετά την εγκατάστασή του στη γερμανική καγκελαρία, επισκέφθηκε το Ελιζέ με όρκους πίστης στη γαλλογερμανική συμμαχία και στο όραμα του Μακρόν για τη «στρατηγική αυτονομία» της Ευρώπης απέναντι στις άλλες μεγάλες δυνάμεις του κόσμου. Ωστόσο, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, που ξεκίνησε δύο μήνες αργότερα, έφερε τα πάνω κάτω στο Βερολίνο, απειλώντας να μετατρέψει τις γαλλογερμανικές σχέσεις σε μία από τις μεγαλύτερες παράπλευρες απώλειες του πολέμου.
Η σύνοδος κορυφής της Ε.Ε. κατά την περασμένη εβδομάδα ήταν αποκαλυπτική. Γαλλία και Γερμανία βρέθηκαν στους αντίποδες, με το Παρίσι να συντάσσεται με πολλές χώρες-μέλη υπέρ της επιβολής πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου και το Βερολίνο να διαφωνεί. Και ναι μεν τα προσχήματα διασώθηκαν με τη συμφωνία επί ενός οδικού χάρτη για το ενεργειακό, αλλά οι αποκλίσεις παραμένουν και ο δρόμος για τη γεφύρωσή τους προβλέπεται ανηφορικός. Προηγουμένως, οι Γάλλοι είχαν ερεθιστεί από την απόφαση της κυβέρνησης Σολτς για ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα ενίσχυσης των γερμανικών επιχειρήσεων και νοικοκυριών, ύψους 200 δισ. ευρώ, υποστηρίζοντας με το δίκιο τους ότι με αυτόν τον τρόπο οι Γερμανοί εξαγωγείς αποκτούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των εταίρων τους, με τους οποίους δεν υπήρξε καμία διαβούλευση – ο ίδιος ο Μακρόν έμαθε τα μαντάτα από τις εφημερίδες.
Εκεί όπου οι ρωγμές έγιναν πραγματικό ρήγμα είναι στο πεδίο της άμυνας. Στο πλαίσιο της αναβάθμισης των όπλων της, η Γερμανία παρήγγειλε από τις ΗΠΑ 35 μαχητικά αεροπλάνα F-35, αφήνοντας στην άκρη όχι μόνο τα γαλλικά Rafale, αλλά και τα ευρωπαϊκά Eurofighter, παρότι συμμετέχει στο κονσόρτσιουμ που τα παράγει. Παράλληλα, η γερμανική απροθυμία πάγωσε επ’ αόριστον τα φιλόδοξα προγράμματα για παραγωγή ευρωπαϊκών ελικοπτέρων Tiger, αρμάτων μάχης και αεροπλάνων νέας γενεάς. Το αποκορύρωμα ήρθε όταν η Γερμανία συνομολόγησε με 13 χώρες της Βόρειας και Ανατολικής Ευρώπης το πρόγραμμα για τη δημιουργία αντιπυραυλικής ασπίδας (Sky Shield), στην οποία θα συμμετάσχουν οι Βρετανοί, αλλά όχι και οι Γάλλοι, καθώς οι Γερμανοί προτίμησαν τα αμερικανικά συστήματα Patriot και τα ισραηλινά Arrow-3 από τα γαλλικά ΜΑΜΒΑ.
Με άλλη πυξίδα
Η εντύπωση που τείνει να διαμορφωθεί στους Γάλλους αναλυτές είναι ότι τα ανησυχητικά μηνύματα από το Βερολίνο δεν απηχούν απλώς κάποιες επιλογές με στενά εθνικά, εγωιστικά κριτήρια, αλλά μια στρατηγική μετατόπιση στην εξωτερική πολιτική. Στη σημαντική ομιλία που εκφώνησε στην Πράγα, στις 29 Αυγούστου, ο Ολαφ Σολτς ουσιαστικά θεωρητικοποίησε την αίσθησή του ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία αναγκαστικά μετατοπίζει το κέντρο βάρους της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής προς την Ανατολική και Βόρεια Ευρώπη. Υπό αυτό το πρίσμα, το Βερολίνο πιέζει για περαιτέρω διεύρυνση της Ε.Ε. προς τα Βαλκάνια και τα ανατολικά, κάτι που θα σήμαινε μια χαλαρή Ευρώπη των 30 ή μέχρι και των 36 κρατών, με κυρίαρχη δύναμη τη Γερμανία. Αντίθετα, η Γαλλία πιέζει για βαθύτερη πολιτική ενοποίηση της Ενωσης, με έναν γαλλογερμανικό σκληρό πυρήνα και με πολλές ταχύτητες. Ωστόσο, η προοπτική αυτή μοιάζει να απομακρύνεται, με κίνδυνο να περιοριστεί ο χώρος επιρροής της Γαλλίας στο Κλαμπ Μεντιτερανέ των νοτίων χωρών, δημοφιλών ως τουριστικών προορισμών για το καλοκαίρι, αλλά με μικρότερη επιρροή στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου