Κυριακή, 30 Απριλίου, 2023
Ενα εύρημα το οποίο μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα για εκατομμύρια ασθενείς οι οποίοι πάσχουν από διαβήτη τύπου ΙΙ ανακοινώθηκε στο ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Διαβήτη, την εβδομάδα που πέρασε: βρετανοί επιστήμονες πέτυχαν να θεραπεύσουν τη νόσο υποβάλλοντας τους ασθενείς σε αυστηρότατη δίαιτα, διάρκειας οκτώ εβδομάδων. Και αν η λέξη «δίαιτα», και μάλιστα αυστηρότατη, δεν ακούγεται και πολύ ευχάριστα, μη βιαστείτε να εξαγάγετε συμπεράσματα για το ακατόρθωτο του ...
Ενα εύρημα το οποίο μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα για εκατομμύρια ασθενείς οι οποίοι πάσχουν από διαβήτη τύπου ΙΙ ανακοινώθηκε στο ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Διαβήτη, την εβδομάδα που πέρασε: βρετανοί επιστήμονες πέτυχαν να θεραπεύσουν τη νόσο υποβάλλοντας τους ασθενείς σε αυστηρότατη δίαιτα, διάρκειας οκτώ εβδομάδων. Και αν η λέξη «δίαιτα», και μάλιστα αυστηρότατη, δεν ακούγεται και πολύ ευχάριστα, μη βιαστείτε να εξαγάγετε συμπεράσματα για το ακατόρθωτο του πράγματος! Οι βρετανοί επιστήμονες ήθελαν με αυτό τον τρόπο να αποδείξουν ότι ο διαβήτης τύπου ΙΙ είναι μια αναστρέψιμη νόσος, αρκεί κάποιος να ελέγξει το ενεργειακό του ισοζύγιο.
Για την επιβίωση και την εύρυθμη λειτουργία του οργανισμού μας χρειαζόμαστε ενέργεια την οποία προσλαμβάνουμε από την τροφή. Το τελικό προϊόν της διάσπασης των τροφών που καταναλώνουμε είναι η γλυκόζη, η οποία «τρέφει» τα κύτταρά μας. Είναι προφανές ότι η ανάγκη να εξασφαλίζεται ικανοποιητική παροχή ενέργειας σε όλα τα κύτταρά μας ανά πάσα στιγμή σημαίνει ότι τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα θα πρέπει να διατηρούνται σταθερά.
Η σταθερότητα των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα εξασφαλίζεται μέσω ενός μηχανισμού ο οποίος φροντίζει να αποθηκεύεται η γλυκόζη που περισσεύει, αλλά και να απελευθερώνεται η αποθηκευμένη όταν υπάρχει ανάγκη. Σε υγιείς ανθρώπους το έργο της ρύθμισης των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα έχουν κατά κύριο λόγο αναλάβει δύο ορμόνες του παγκρέατος, η ινσουλίνη και η γλυκαγόνη.
Υπό κανονικές συνθήκες λοιπόν κάθε φορά που ένας υγιής άνθρωπος καταναλώνει ένα γεύμα και τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα του αυξάνουν, τα β κύτταρα των νησιδίων του Λάγκερανς (Langerhans) στο πάγκρεας εκκρίνουν ινσουλίνη. Η ορμόνη αυτή πυροδοτεί την αύξηση της πρόσληψης γλυκόζης από τα κύτταρα, αλλά και την αποθήκευσή της ως γλυκογόνου στο ήπαρ και ως λίπους στον λιπώδη ιστό.
Οταν η συγκέντρωση γλυκόζης στο αίμα πέσει κάτω από τα κανονικά επίπεδα αναστέλλεται η έκκριση ινσουλίνης, ενώ παράλληλα τα α κύτταρα του παγκρέατος αρχίζουν να εκκρίνουν γλυκαγόνη. Αυτή η ορμόνη επιταχύνει τις διαδικασίες αποδέσμευσης της αποθηκευμένης γλυκόζης από το ήπαρ και τον λιπώδη ιστό.
Με άλλα λόγια, ένας υγιής οργανισμός διαθέτει και κινητοποιεί μηχανισμούς οι οποίοι εξασφαλίζουν την ισορροπία της γλυκόζης στο αίμα και ως εκ τούτου την εύρυθμη λειτουργία του. Μακροχρόνια μετατόπιση της ισορροπίας είτε προς τη μια είτε προς την άλλη κατεύθυνση (υπεργλυκαιμία ή υπογλυκαιμία) συνιστά παθολογική κατάσταση. Ο διαβήτης, ο οποίος χαρακτηρίζεται από υψηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, είναι μια τέτοια παθολογική κατάσταση. Ειδικότερα, ο διαβήτης τύπου ΙΙ προκύπτει από τη μειωμένη ευαισθησία στην ινσουλίνη των κυττάρων-στόχων της ορμόνης, αλλά βαθμηδόν παρατηρείται βλάβη των β κυττάρων του παγκρέατος και ανάγκη εξωγενούς χορήγησης ινσουλίνης στους ασθενείς.
Με ασθενείς οι οποίοι έπασχαν από σχετικά νεοδιαγνωσμένο διαβήτη τύπου ΙΙ εργάστηκαν οι βρετανοί ερευνητές του Πανεπιστημίου του Νιουκάστλ (Νewcastle) με επικεφαλής τον καθηγητή Ρόι Τέιλορ (Roy Τaylor). Οπως περιγράφεται στο σχετικό άρθρο τους, το οποίο δημοσιεύτηκε στη διαδικτυακή έκδοση της επιθεώρησης Diabetologia (9 Ιουνίου 2011), οι ασθενείς- δύο γυναίκες και εννέα άνδρες, ηλικίας από 35 ως 65 ετών- είχαν διαγνωστεί με διαβήτη στη διάρκεια των τεσσάρων προηγούμενων ετών. Επτά από αυτούς ελάμβαναν μετφορμίνη (φάρμακο επιλογής για αρχόμενο διαβήτη), η χορήγηση της οποίας διακόπηκε μία εβδομάδα πριν από τη μελέτη. Το βάρος των ασθενών εμφάνιζε μεγάλο εύρος: υπήρχαν από ελαφρώς υπέρβαροι μέχρι παχύσαρκοι ασθενείς.
Αφού υποβλήθηκαν σε ενδελεχείς εξετάσεις, οι οποίες είχαν στόχο να ελεγχθεί τόσο η παγκρεατική όσο και η ηπατική λειτουργία, καθώς επίσης και η γενικότερη κατάσταση της υγείας τους, οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε μια… ακραία δίαιτα 600 θερμίδων ημερησίως. Η δίαιτα προέβλεπε τη λήψη τρεις φορές την ημέρα ενός υγρού γεύματος που περιείχε 46,6% υδατάνθρακες, 32,5% πρωτεΐνη και 20,1% λίπος, ενώ ήταν εμπλουτισμένο με βιταμίνες και ιχνοστοιχεία. Αυτή η φαρμακευτική δίαιτα παρείχε στους ασθενείς 510 θερμίδες ημερησίως, ενώ οι υπόλοιπες 90 παρέχονταν από την κατανάλωση (και πάλι σε τρεις δόσεις) μη αμυλούχων λαχανικών. Με την υπόδειξη να πίνουν δύο λίτρα νερό ημερησίως και να συνεχίσουν τις κανονικές δραστηριότητές τους, οι ασθενείς εστάλησαν μεν στα σπίτια τους, αλλά όπως σημειώνεται και στο άρθρο « είχαν συνεχή συμπαράσταση και ενθάρρυνση» από την επιστημονική ομάδα, προκειμένου να ενισχυθεί η προσπάθειά τους και να μην εκτραπούν από το δύσκολο διατροφικό πρόγραμμα.
Τα αποτελέσματα αυτής της σκληρής ομολογουμένως προσπάθειας διερευνήθηκαν μία εβδομάδα, τέσσερις εβδομάδες και οκτώ εβδομάδες μετά την έναρξη του προγράμματος. Ηδη από την πρώτη εβδομάδα φάνηκε η θετική επίδραση της δίαιτας: η γλυκόζη νηστείας των συμμετεχόντων έπεσε στα κανονικά επίπεδα και το ίδιο συνέβη και με όλους τους δείκτες της ηπατικής και παγκρεατικής λειτουργίας. Με άλλα λόγια, μία εβδομάδα αρνητικού ενεργειακού ισοζυγίου ήταν αρκετή για να αρχίσει η μετατόπιση της ισορροπίας της γλυκόζης προς τα κανονικά επίπεδα.
Τα θεαματικά αποτελέσματα παρουσίασαν ακόμη μεγαλύτερη βελτίωση και σταθεροποιήθηκαν μέχρι το τέλος του προγράμματος. Οι συμμετέχοντες σε αυτό, αφού πρώτα έλαβαν συμβουλές άσκησης και σωστής διατροφής, επέστρεψαν στις καθημερινές τους ασχολίες. Δώδεκα εβδομάδες αργότερα, η επανεξέτασή τους έδειξε τα εξής: επτά από αυτούς δεν ήταν πλέον ασθενείς! Τρεις επανεμφάνισαν τη νόσο, ενώ μία ασθενής δεν εξετάστηκε διότι νοσηλευόταν (υποβλήθηκε σε επέμβαση για αφαίρεση κύστης από τις ωοθήκες, η οποία αποδείχθηκε καλοήθης).
Αν και ο αριθμός των ασθενών με διαβήτη τύπου ΙΙ που έλαβε μέρος στη μελέτη των βρετανών επιστημόνων είναι πολύ μικρός για να εξαγάγει κάποιος ασφαλή συμπεράσματα, το γεγονός ότι επτά στους έντεκα (αν όχι οκτώ, καθώς δεν γνωρίζουμε τι συμβαίνει με την ασθενή που δεν εξετάστηκε) παραμένουν υγιείς τρεις μήνες μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος δραστικού περιορισμού των προσλαμβανομένων θερμίδων είναι εντυπωσιακό. Αν μη τι άλλο, δείχνει ότι η διάγνωση με διαβήτη τύπου ΙΙ δεν ισοδυναμεί με τελεσίδικη απόφαση για ισόβια νόσο. Είναι όμως έτσι; Ζητήσαμε από τον κ. Χρήστο Μαντζώρο , καθηγητή Παθολογίας και διευθυντή της Παθολογικής- Ενδοκρινολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ να μας δώσει την εκτίμησή του σχετικά με τα ευρήματα των βρετανών επιστημόνων και να εξηγήσει για τους αναγνώστες του «Βήματος» τι μπορούν να σημαίνουν αυτά για τις ζωές των ασθενών με διαβήτη (που αριθμούν σε πολλά εκατομμύρια ανά τον κόσμο).
« Η ιδέα ότι η δραστική μείωση των προσλαμβανομένων θερμίδων αναστέλλει την εξέλιξη του διαβήτη, δεν είναι καινούργια. Αναφορές υπάρχουν στον Ιπποκράτη,ενώ ο πρωτοπόρος στη μελέτη της νόσου αμερικανός γιατρός Ελιοτ Τζόσλιν (Εlliot Joslin,1869-1962) συνήθιζε μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα να υποβάλλει τους ασθενείς του σε δίαιτες απίσχνανσης,καθώς είχε παρατηρήσει τα θετικά αποτελέσματά τους και μάλιστα σε μια εποχή που δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμη η ινσουλίνη. Η ιδέα αυτή βαθμηδόν ξεχάστηκε. Πολύ πρόσφατα όμως επανήλθε στο προσκήνιο κάπως αναπάντεχα:αρκετές μελέτες έδειξαν ότι ως και το 85% των ιδιαίτερα παχύσαρκων ασθενών με διαβήτη τύπου ΙΙ που υποβάλλονταν σε χειρουργική επέμβαση για τη σμίκρυνση του στομάχου θεραπεύονταν από τη νόσο.Η θεραπεία επερχόταν πολύ σύντομα μετά την επέμβαση, πριν δηλαδή υπάρξει σημαντική απώλεια βάρους. Αυτό μας έδειξε ότι η θετική αυτή αναπάντεχη επίδραση της επέμβασης έπρεπε να αποδοθεί, μεταξύ άλλων,και στην απότομη μείωση της λαμβανομένης τροφής » δήλωσε ο έλληνας επιστήμονας και συνέχισε: « Με βάση τα παραπάνω, το εύρημα των βρετανών συναδέλφων δεν μας εξέπληξε.Συνέβαλε όμως στη διαλεύκανση του μηχανισμού μέσω του οποίου η στέρηση τροφής αναστέλλει την εξέλιξη του διαβήτη.Εχοντας στη διάθεσή τους έναν ισχυρό μαγνητικό τομογράφο κατέδειξαν ότι η παρουσία έκτοπου λίπους στο ήπαρ και στο πάγκρεας ευθύνεται για τις δυσλειτουργίες που χαρακτηρίζουν τη νόσο ».
Πράγματι η βρετανική ερευνητική ομάδα ανήκει στο δυναμικό του Κέντρου Μαγνητικής Τομογραφίας του Πανεπιστημίου του Νιουκάστλ και η αξιοποίηση των δυνατοτήτων των τομογράφων του υπήρξε καθοριστική στη μελέτη τους. Τι μας λένε όμως τα ευρήματά τους; « Το εύρημα των βρετανών συναδέλφων αποκάλυψε τη σειρά με την οποία αποκαθίσταται η διαταραγμένη ισορροπία της ρύθμισης της γλυκόζης:αρχικά μειώνεται το λίπος που έχει συσσωρευτεί στο ήπαρ και στο πάγκρεας με αποτέλεσμα να μειώνεται η ινσουλινοαντοχή και να “ξεκουράζεται” το πάγκρεας και στη συνέχεια βελτιώνεται η έκκριση ινσουλίνης.Με άλλα λόγια, η αυστηρή δίαιτα στην οποία υποβλήθηκαν οι συμμετέχοντες στη μελέτη είχε ως τελικό αποτέλεσμα να “ξεκουραστεί” το πάγκρεας, να αναλάβει και να συνεχίσει να λειτουργεί » εξηγεί ο κ. Μαντζώρος.
Σημαίνει όμως αυτό ότι η μόνη οδός για τη θεραπεία του διαβήτη τύπου ΙΙ περνά μέσα από μια τόσο δύσκολη δίαιτα; « Οχι!» λέει ο έλληνας ειδικός και εξηγεί: « Το ζητούμενο των βρετανών συναδέλφων ήταν να αποδείξουν ότι επί της αρχής ο διαβήτης είναι ελέγξιμος μέσω της τροποποίησης του ενεργειακού ισοζυγίου.Για λόγους συντομίας υπέβαλαν τους ασθενείς σε δίαιτα 600 θερμίδων για οκτώ εβδομάδες. Τα αποτελέσματα θα ήταν πιθανότατα τα ίδια αν είχαν επιλέξει υποθερμιδική δίαιτα κάπως περισσότερων θερμίδων,αλλά για περισσότερες εβδομάδες ».
Υπάρχουν άραγε γενικά συμπεράσματα που να είναι δυνατόν να εξαχθούν από τη μελέτη και να έχουν πρακτική αξία για τους ασθενείς; « Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι ασθενείς οι οποίοι επιλέχθηκαν να λάβουν μέρος στη μελέτη ήταν νεοδιαγνωσμένοι.Δεν υπήρχε δηλαδή ασθενής ο οποίος να ελάμβανε ινσουλίνη. Ετσι, δεν γνωρίζουμε τι συμβαίνει με αυτή τη μερίδα των ασθενών και δεν μπορούμε να πούμε τίποτε για αυτούς » είπε ο κ. Μαντζώρος και προσέθεσε: « Υπάρχουν όμως μία-δύο συμβουλές που μπορεί κάποιος να δώσει στους νεοδιαγνωσμένους ασθενείς,καθώς επίσης και στους ασθενείς με μεταβολικό σύνδρομο που προηγείται του διαβήτη. Πρώτον,να μην επιχειρήσουν μόνοι τους τη δίαιτα της μελέτης. Ηταν μια πολύ δραστική δίαιτα και τέτοιες δίαιτες πρέπει να γίνονται μόνο υπό στενή ιατρική παρακολούθηση. Δεύτερον, να προσπαθήσουν με τη βοήθεια του γιατρού τους, ίσως και με τη βοήθεια διατροφολόγου,να αλλάξουν το ενεργειακό τους ισοζύγιο. Η κλινική πράξη, αλλά και λεπτομερείς μακροχρόνιες μελέτες, έχουν δείξει ότι σε άτομα με μεταβολικό σύνδρομο που αρχίζουν συστηματική δίαιτα και άσκηση ελαττώνονται, σε σχέση με άτομα που συνεχίζουν τον προηγούμενο τρόπο ζωής, οι πιθανότητες να εκδηλώσουν διαβήτη κατά 60% σε τρία χρόνια και κατά 35% σε ορίζοντα δεκαετίας. Νομίζω ότι η μελέτηθα πρέπει να λειτουργήσει ως ένα μέσο τόνωσης της αυτοπεποίθησης των ασθενών και να δράσει ενισχυτικά στις προσπάθειές τους να ελέγξουν τη νόσο ».
TO BHMA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου