Τρίτη, 25 Απριλίου, 2023
Υψηλές επιβαρύνσεις από άμεσους και έμμεσους φόρους σε φυσικά πρόσωπα, καλύτερη η κατάσταση για τις επιχειρήσεις.
Πρωταθλητισμό στις επιβαρύνσεις τόσο στην άμεση φορολογία όσο και στην έμμεση κάνει η χώρα μας, σε σύγκριση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές και σε κάθε περίπτωση στη βαλκανική ζώνη, όπως προκύπτει από τα στατιστικά στοιχεία του ΟΟΣΑ, της Ε.Ε. και του tax foundation. Ωστόσο, η χώρα διατηρεί μια θετική πρωτιά για τους μετόχους των επιχειρήσεων, καθώς ο φόρος στη διανομή μερίσματος είναι ο χαμηλότερος στην Ε.Ε. Βέβαια, και σε αυτή την περίπτωση υπάρχουν χώρες που δεν επιβάλλουν φόρο στη διανομή ή γενικότερα η φορολογία τόσο σε επίπεδο διαχείρισης όσο και σε διαδικαστικά θέματα ελκύει τους επενδυτές.
Ο διάλογος για το φορολογικό σύστημα έχει ήδη ξεκινήσει σε συνέδρια και φόρουμ, με τον επιχειρηματικό κόσμο αλλά και τα φυσικά πρόσωπα να περιμένουν τα προγράμματα των κομμάτων προκειμένου να διαπιστώσουν πώς μπορεί να αλλάξει η κατάσταση.
Στα φυσικά πρόσωπα, λοιπόν, οι οικογένειες με παιδιά, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, πληρώνουν ιδιαίτερα υψηλούς φόρους και εισφορές, παρά τις μειώσεις που έχουν γίνει και τη βελτίωση σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα έχει το 9ο υψηλότερο ποσοστό στον ΟΟΣΑ μεικτών αποδοχών που απορροφά το Δημόσιο σε φόρους και εισφορές (φορολογική σφήνα), στην ανωτέρω κατηγορία. Συγκεκριμένα, η φορολογική σφήνα για έναν μέσο έγγαμο εργαζόμενο με δύο παιδιά διαμορφώνεται στο 33,2%, όταν ο μέσος όρος στα μέλη του ΟΟΣΑ είναι 24,6%.
Στις επιχειρήσεις τα πράγματα είναι καλύτερα σε ό,τι αφορά τη φορολογία. Ο συντελεστής έχει διαμορφωθεί στο 22% τα τελευταία χρόνια, ενώ παράλληλα έχει μειωθεί και ο φόρος στα μερίσματα στο 5%.
Το πρόβλημα κυρίως έχει να κάνει στη φορολογία των επιχειρήσεων, με το γεγονός ότι το κράτος δεν τρέχει τόσο γρήγορα για να προλαβαίνει τις εξελίξεις βοηθώντας τους επιχειρηματίες να είναι ανταγωνιστικοί.
Από την άλλη πλευρά, ένα από τα μεγάλα προβλήματα είναι οι υψηλοί έμμεσοι φόροι. Η Ελλάδα έχει τον πέμπτο υψηλότερο συντελεστή ΦΠΑ στην Ε.Ε. και από τους υψηλότερους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στη βενζίνη. Κάτι το οποίο ένιωσαν και συνεχίζουν να νιώθουν οι καταναλωτές στην τσέπη τους, συνεπεία της ενεργειακής κρίσης.
«Χρυσοί χορηγοί» της… εφορίας, οι οικογένειες που έχουν δύο παιδιά
Στα χρόνια των μνημονίων η μεσαία τάξη σήκωσε το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία συνεχίζει και στηρίζει τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού. Η τελευταία φορολογική μεταρρύθμιση, αυτή του 2019, αν και βελτίωσε το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών ωστόσο έμειναν εκτός τα εισοδήματα πάνω από 18.000 ευρώ. Τα οφέλη για αυτούς ήταν ελάχιστα, ενώ ταυτόχρονα ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής τοποθετήθηκε στο 44% για εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ. Η συζήτηση για τη νέα κλίμακα αναμένεται να ανάψει λίγο πριν από τις κάλπες και ήδη ο δημόσιος διάλογος έχει ξεκινήσει. Αυτό όμως που φαίνεται να είναι ένα από τα μεγάλα προβλήματα, που διαπιστώνεται και από τον ΟΟΣΑ, είναι το πώς φορολογούνται οι οικογένειες. Αν και με βάση τα τελευταία στοιχεία που έχουν δημοσιοποιηθεί η κατάσταση έχει βελτιωθεί, ωστόσο ακόμα απέχουμε από τον μέσο όρο που καταγράφεται στα μέλη του ΟΟΣΑ.
Ο μέσος έγγαμος εργαζόμενος με δύο παιδιά στην Ελλάδα τελικώς εισπράττει το 81,9% του ακαθάριστου μισθού του.
Η Ελλάδα έχει το 9ο υψηλότερο ποσοστό μεικτών αποδοχών που απορροφά το Δημόσιο σε φόρους και εισφορές (φορολογική σφήνα) στον ΟΟΣΑ, στην ανωτέρω κατηγορία. Συγκεκριμένα, η φορολογική σφήνα στην Ελλάδα για έναν μέσο έγγαμο εργαζόμενο με δύο παιδιά διαμορφώνεται στο 33,2% όταν ο μέσος όρος στα μέλη του ΟΟΣΑ είναι 24,6%. Μάλιστα το ποσοστό αυτό ήταν υψηλότερο τα προηγούμενα χρόνια και η βελτίωσή του (οριακή) είναι αποτέλεσμα των μειώσεων τόσο στη φορολογία εισοδήματος όσο και των ασφαλιστικών εισφορών.
Λαμβάνοντας υπόψη τις παροχές που σχετίζονται με τα παιδιά και τις φορολογικές διατάξεις, ο καθαρός μέσος φορολογικός συντελεστής των εργαζομένων για έναν μέσο εργαζόμενο με δύο παιδιά στην Ελλάδα ήταν 18,1% το 2021, που είναι ο 13ος υψηλότερος στον ΟΟΣΑ, όταν ο μέσος όρος διαμορφώνεται στο 13,1%. Αυτό σημαίνει ότι ένας μέσος έγγαμος εργαζόμενος με δύο παιδιά στην Ελλάδα είχε μισθό, μετά από φόρους και οικογενειακές παροχές, 81,9% του ακαθάριστου μισθού του, σε σύγκριση με το 86,9% του μέσου όρου του ΟΟΣΑ.
Οι επιχειρήσεις
Η χώρα μας βρίσκεται στον μέσο όρο περίπου όσον αφορά τον εταιρικό συντελεστή φορολόγησης των κερδών (22%), ενώ αντίθετα διατηρεί τον χαμηλότερο συντελεστή φορολόγησης των μερισμάτων. Βέβαια, κάποιες χώρες έχουν ιδιαίτερα χαμηλούς εταιρικούς συντελεστές της τάξης του 10%-12,5%, άλλες χώρες έχουν μεγάλες υπεραποσβέσεις δαπανών, ενώ άλλες έχουν ενσωματώσει εταιρικό φόρο και φόρο μερισμάτων με στόχο να προσελκύουν επενδύσεις.
Σύμφωνα με το Tax Foundation, η Ιρλανδία έχει τον υψηλότερο ανώτατο φορολογικό συντελεστή μερισμάτων μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών του ΟΟΣΑ με 51%. Ακολουθούν η Δανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, με 42% και 39,4% αντίστοιχα. Ωστόσο, Ιρλανδία και Κύπρος αποτελούν πόλο έλξης για επιχειρήσεις, επιβάλλοντας τον ίδιο συντελεστή, 12,5%, που είναι από τους χαμηλότερους μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης και από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη.
Η Εσθονία και η Λετονία είναι οι μόνες ευρωπαϊκές χώρες που δεν επιβάλλουν φόρο στα εισοδήματα από μερίσματα. Αυτό οφείλεται στο εταιρικό τους σύστημα φορολογίας που βασίζεται σε ταμειακές ροές. Αντί να επιβάλλουν φόρο μερισμάτων, η Εσθονία και η Λετονία επιβάλλουν φόρο εισοδήματος 20% όταν μια επιχείρηση διανέμει τα κέρδη της στους μετόχους.
Από τις χώρες που επιβάλλουν φόρο μερισμάτων, η Ελλάδα έχει τον χαμηλότερο φορολογικό συντελεστή 5%, ακολουθούμενη από τη Σλοβακία με 7%. Οι ευρωπαϊκές χώρες του ΟΟΣΑ επιβάλλουν έναν μέσο ανώτατο φορολογικό συντελεστή μερισμάτων 24%.
Σημειώνεται ότι σε πολλές χώρες, τα εταιρικά κέρδη υπόκεινται σε δύο επίπεδα φορολογίας: τον εταιρικό φόρο εισοδήματος σε επίπεδο οικονομικής οντότητας όταν η εταιρεία κερδίζει εισόδημα και τον φόρο μερισμάτων ή τον φόρο κεφαλαιουχικών κερδών σε ατομικό επίπεδο όταν αυτό το εισόδημα μεταβιβάζεται στους μετόχους. Ορισμένες χώρες, ωστόσο, έχουν ενσωματώσει τη φορολόγηση των εταιρικών και μερισμάτων/κεφαλαιουχικών κερδών για την εξάλειψη αυτής της διπλής φορολογίας.
Οπως αναφέρουν οικονομικοί σύμβουλοι, ένας από τους λόγους που η Ελλάδα έχει χαμηλό συντελεστή στα μερίσματα είναι για να έχει σχεδόν ίδια αντιμετώπιση ο Ελληνας μέτοχος με τον ξένο μέτοχο, ο οποίος και απαλλάσσεται του φόρου επί των μερισμάτων.
Σε γενικές γραμμές η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει πόλος έλξης επενδύσεων καθότι ο φορολογικός συντελεστής δεν είναι από τους υψηλότερους στην Ε.Ε. Ωστόσο, το «αγκάθι» που εντοπίζουν οι άνθρωποι του χώρου σχετίζεται κυρίως με διαδικαστικά και διαχειριστικά θέματα, τα οποία πολλές φορές τους αναγκάζουν να σηκώσουν τα χέρια ψηλά. Και αυτό καθώς το ελληνικό Δημόσιο αργεί να προσαρμοστεί στις εξελίξεις. Είναι ενδεικτικό ότι μία startup για καιρό δεν ήξερε πώς να τιμολογήσει τις υπηρεσίες τις, ενώ άλλη καινοτόμα επιχείρηση δεν έβρισκε σε ποιον ΚΑΔ ανήκει.
Από τους υψηλότερους ΦΠΑ και ΕΦΚ στην Ε.Ε.
Στην πρώτη 5άδα των ευρωπαϊκών χωρών με τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ βρίσκεται η Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι ήδη στις Βρυξέλλες έχουν ξεκινήσει συζητήσεις και έχουν ληφθεί κατ’ αρχάς αποφάσεις που παρέχουν τη δυνατότητα στη χώρα μας να προχωρήσει στη μείωση των συντελεστών. Επίσης, η θέση της κυβέρνησης για μεγάλη μείωση των εσόδων από ενδεχόμενη μείωση του ΦΠΑ ενδεχομένως να μην ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, καθώς η ιστορία έχει δείξει ότι όσο υψηλότεροι είναι οι συντελεστές τόσο μεγεθύνεται η φοροδιαφυγή.
Με βάση τα στοιχεία, μόνο η Ουγγαρία, η Κροατία, η Δανία και η Σουηδία έχουν υψηλότερο ΦΠΑ από την Ελλάδα και όλες είναι χώρες εκτός Ευρωζώνης. Επί της ουσίας, στη ζώνη του ευρώ η Ελλάδα με τη Φινλανδία κρατάνε τα πρωτεία με συντελεστή 24%.
Μόνο η Ουγγαρία, η Κροατία, η Δανία και η Σουηδία έχουν υψηλότερο ΦΠΑ από την Ελλάδα.
Οι χαμηλότεροι κανονικοί συντελεστές ΦΠΑ είναι στο Λουξεμβούργο (17%), στη Μάλτα (18%) και την Κύπρο, τη Γερμανία και τη Ρουμανία (όλοι στο 19%).
Στην Ελλάδα, πάνω από το 40% των συνολικών φορολογικών εσόδων της προέρχεται από την έμμεση φορολογία (τουλάχιστον 10 μονάδες πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε.), ενώ η αναλογία ως προς το ΑΕΠ ξεπερνάει το 17%, όταν ο μέσος όρος της Ευρώπης είναι στο 13%. Σε πολλά πεδία –καύσιμα, τρόφιμα, πετρέλαιο θέρμανσης κ.λπ.– η Ελλάδα εφαρμόζει από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ και φόρων κατανάλωσης διεθνώς.
Η τελευταία μελέτη της Κομισιόν για την «τρύπα» στα έσοδα του ΦΠΑ είναι αποκαλυπτική. Αυτό που μετράει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάθε χρόνο είναι τι χάνεται από τα δυνητικά έσοδα ΦΠΑ και ειδικά για την Ελλάδα η εικόνα τα τελευταία χρόνια είναι ίδια. Η χώρα μας χάνει περισσότερα από 5 δισ. ευρώ από ΦΠΑ ετησίως. Και αυτό οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στους υψηλούς συντελεστές ΦΠΑ που επιβάλλονται.
Σημειώνεται ότι εκτός από τον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ, που δεν μπορεί να είναι χαμηλότερος από 15%, τα κράτη-μέλη μπορούν να εφαρμόζουν έναν ή δύο μειωμένους συντελεστές, όχι χαμηλότερους από 5% σε ορισμένα αγαθά και υπηρεσίες και έναν υπερμειωμένο συντελεστή κάτω του 5%. Ωστόσο, μόνο η Ιρλανδία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία και το Λουξεμβούργο εφαρμόζουν μειωμένους συντελεστές κάτω του 5%.
Οι φόροι κατανάλωσης
Τον τέταρτο υψηλότερο φόρο κατανάλωσης στη βενζίνη πληρώνουν οι Ελληνες καταναλωτές στην Ε.Ε. Σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το ελάχιστο ύψος που προβλέπεται όσον αφορά τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στη βενζίνη ανέρχεται στο 0,36 ευρώ/λίτρο. Βέβαια, ελάχιστες χώρες έχουν υιοθετήσει τον κατώτατο συντελεστή ΕΦΚ.
Η Ολλανδία κατέχει την πρώτη θέση και συγκεκριμένα ο φόρος ανέρχεται σε 0,81 ευρώ/λίτρο, ενώ ακολουθούν η Ιταλία, με 0,73 ευρώ/λίτρο και η Φινλανδία με 0,72 ευρώ/λίτρο. Η χώρα μας, όπως προαναφέρθηκε, κατέχει την τέταρτη θέση, καθώς κάθε λίτρο αμόλυβδης βενζίνης επιβαρύνεται με φόρο 0,70 ευρώ/λίτρο.
Στον αντίποδα, ο χαμηλότερος Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης επιβάλλεται στην Ουγγαρία και διαμορφώνεται σε 0,34 ευρώ/λίτρο. Ο επόμενος πιο χαμηλός Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης επιβάλλεται στη Βουλγαρία (0,36 ευρώ/λίτρο), ενώ πίσω της ακολουθούν η Πολωνία και η Ρουμανία, με 0,37 ευρώ/λίτρο.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει ορίσει για τα κράτη-μέλη της ως κατώτατο όριο επιβολής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο ντίζελ το 0,33 ευρώ/λίτρο.
Η Ε.Ε. ορίζει έναν ελαφρώς χαμηλότερο ελάχιστο ειδικό φόρο κατανάλωσης 0,33 ευρώ ανά λίτρο (1,48 δολ. ανά γαλόνι) για το ντίζελ.
Είκοσι πέντε από τις 27 χώρες της Ε.Ε. επιβάλλουν χαμηλότερο ειδικό φόρο κατανάλωσης στο ντίζελ από ό,τι στη βενζίνη. Μετά την αποχώρηση της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε., που κατείχε την πρώτη θέση, τα ηνία έχουν περάσει στην Ιταλία με 0,62 ευρώ/λίτρο, ενώ στη δεύτερη θέση βρίσκεται το Βέλγιο με 0,60 ευρώ/λίτρο.
Η Ελλάδα επιβάλει Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στο ντίζελ, που ανέρχεται σε 0,41 ευρώ/λίτρο (13η θέση ανάμεσα στις χώρες-μέλη της Ε.Ε.). Οι χώρες με τον χαμηλότερο Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στο ντίζελ είναι η Ουγγαρία, με 0,32 ευρώ/λίτρο (κάτω από το ελάχιστο προβλεπόμενο όριο λόγω της συναλλαγματικής ισοτιμίας), η Βουλγαρία και η Πολωνία, που αμφότερες επιβάλλουν δασμούς της τάξης των 0,33 ευρώ/λίτρο..
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου