Οι πωλήσεις στο Μανχάταν μειώθηκαν το πρώτο τρίμηνο του 2023 κατά 38% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους. Σε ό,τι αφορά τις μεταβολές στις τιμές, έχουν υποχωρήσει 10% κατά μέσον όρο. Φωτ. A.P.
Ολα δείχνουν πως συνεχίζεται και επιδεινώνεται η πτώση της αγοράς στέγης στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, με τις πωλήσεις και τις τιμές των κατοικιών να υποχωρούν σημαντικά ιδιαιτέρως σε ορισμένες περιοχές. Ανάμεσά τους το λαμπερό Μανχάταν αλλά και μία από τις σημαντικότερες αγορές ακινήτων της Ευρώπης, η Σουηδία. Καίριο ρόλο στις πιέσεις που δέχονται οι αγορές κατοικίας είναι τόσο σε ΗΠΑ όσο και σε Ευρώπη η άνοδος των επιτοκίων και η ανησυχία των ενδιαφερόμενων για τις ενδεχόμενες περαιτέρω αυξήσεις.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη των Ντάγκλας Ελιμαν και Σάμιουελ Μίλερ, οι πωλήσεις στο Μανχάταν μειώθηκαν το πρώτο τρίμηνο του 2023 κατά 38% καθώς έχει γίνει εξαιρετικά δύσκολη η συμφωνία ανάμεσα σε πωλητές και επίδοξους αγοραστές για το ύψος του τιμήματος. Η θεαματική πτώση των πωλήσεων προστίθεται στην εξίσου σημαντική πτώση 29% το τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους. Ο αριθμός των κατοικιών και διαμερισμάτων που πουλήθηκαν περιορίστηκε το α΄ τρίμηνο στις 2.242, ενώ την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους είχε φθάσει στις 2.546. Σε ό,τι αφορά τις μεταβολές στις τιμές, έχουν υποχωρήσει 10% κατά μέσον όρο. Μιλώντας για το θέμα στο δίκτυο CNBC ο Τζόναθαν Μίλερ, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ερευνών και εκτιμήσεων Miller Samuel, εκτιμά πως θα υπάρξει ανάκαμψη της αγοράς την άνοιξη, αλλά τονίζει ότι «αυτό θα εξαρτηθεί έως ένα βαθμό από το τι θα κάνει η Fed με τα επιτόκια».
Παράγοντες της αμερικανικής αγοράς ακινήτων εκτιμούν πως το μεγαλύτερο πρόβλημα και ο κυριότερος παράγοντας που οδηγεί σε πτώση των πωλήσεων είναι το μεγάλο χάσμα ανάμεσα στις προσδοκίες των πωλητών και τις προσδοκίες των αγοραστών. Τα αποθέματα κατοικιών που δεν έχουν διατεθεί παραμένουν σχετικά σε χαμηλά επίπεδα, εξέλιξη που συνεπάγεται περιορισμένες επιλογές για τους επίδοξους αγοραστές κατοικιών στο ιδιαιτέρως δημοφιλές Μανχάταν. Με στοιχεία του α΄ τριμήνου στην αγορά υπάρχουν 6.006 κατοικίες, ελαφρώς λιγότερες από τον μέσο όρο των τελευταίων πέντε ετών που ήταν περίπου 7.200 κατοικίες. «Υπάρχει ασυμφωνία ανάμεσα σε αγοραστές και πωλητές», τονίζει ο Τζέισον Χάμπερ της Compass και διευκρινίζει πως «οι πωλητές αρνούνται να μειώσουν τις τιμές για να κλείσουν συμφωνίες καθώς νιώθουν σίγουροι πως θα βρουν άλλον αγοραστή». Σε ό,τι αφορά τους επίδοξους αγοραστές δείχνουν απρόθυμοι να αγοράσουν υπερτιμημένα ακίνητα και να καταβάλουν περισσότερα απ’ όσα θα έπρεπε, καθώς παραμένουν ο κίνδυνος της ύφεσης, η αστάθεια στο χρηματιστήριο και η τραπεζική κρίση.
Καίριο ρόλο στις πιέσεις που δέχονται οι αγορές κατοικίας παίζουν η άνοδος των επιτοκίων και η ανησυχία για τις ενδεχόμενες περαιτέρω αυξήσεις.
Το ενδιαφέρον των αγοραστών παραμένει πάντως υψηλό σε ό,τι αφορά τις κατοικίες και τα διαμερίσματα πολυτελείας που αντιπροσωπεύουν περίπου το 10% όσων συμφωνιών έκλεισαν μέσα στο πρώτο τρίμηνο. Οπως επισημαίνουν μεσίτης και παράγοντες της αγοράς, οι πλούσιοι αγοραστές συχνά προτιμούν να πληρώσουν με μετρητά και έτσι δεν επηρεάζονται τόσο από τις αυξήσεις των επιτοκίων. Οι αγοραπωλησίες που έγιναν με μετρητά έφθασαν στο 57% του συνόλου το πρώτο τρίμηνο, ενώ όταν πρόκειται για ακίνητα αξίας μεγαλύτερης από 5 εκατ. δολ. το αντίστοιχο ποσοστό φθάνει στο 75%.
Την ίδια στιγμή στη Σουηδία οι εκτιμήσεις για τις τιμές των κατοικιών γίνονται όλο και πιο απαισιόδοξες. Σύμφωνα με τους οικονομολόγους Μάικλ Γκραν και Τερέζα Πέρσον, οι τιμές των κατοικιών θα υποχωρήσουν μάλλον κατά 25% από τα υψηλά επίπεδα που σημείωσαν τον Φεβρουάριο και όχι 20% όπως είχε εκτιμηθεί νωρίτερα. Εχουν, άλλωστε, υποχωρήσει ήδη περίπου 12% σε σύγκριση με τα επίπεδα του Φεβρουαρίου και όλα δείχνουν πως τον Μάρτιο μπήκαν και πάλι σε καθοδική πορεία. Στο ίδιο χρονικό διάστημα καταγράφεται, άλλωστε, πτώση των τιμών των κατοικιών κατά 15% στην αγορά του Καναδά και 9% στις μητροπόλεις της Αυστραλίας. Σύμφωνα, πάντως, με τους ίδιους οικονομολόγους, οι τιμές πρόκειται να σταθεροποιηθούν το καλοκαίρι από τη στιγμή που η κεντρική τράπεζα της Σουηδίας, η Riksbank, θα τερματίσει αυτόν τον γύρο αυξήσεων των επιτοκίων. Οικονομολόγοι της Danske Bank εκτιμούν πως οι υπεύθυνοι νομισματικής πολιτικής στην Τράπεζα της Σουηδίας θα προχωρήσουν σε νέα αύξηση του κόστους δανεισμού μέσα στον Απρίλιο και πιθανόν η αύξηση θα είναι 75 μονάδες βάσης. Τον Ιούνιο του περασμένου έτους η Τράπεζα της Σουηδίας αύξησε τα επιτόκια κατά 50 μ.β., καθώς ο πληθωρισμός εξακολουθεί να υπερβαίνει τις προβλέψεις της. Τώρα έχει αφήσει να εννοηθεί πως επίκειται νέα αύξηση κατά άλλες 50 μ.β., ενώ ο διοικητής της Riksbank Ερικ Τέντιν έχει εκφράσει ικανοποίηση για την πτώση των τιμών των κατοικιών, γιατί, όπως εξήγησε ο ίδιος, με την πτώση των τιμών δημιουργούνται υγιέστερες συνθήκες στην αγορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου