Τρίτη, 4 Ιουλίου, 2023
Με πολλά «χιλιόμετρα» στους διαδρόμους της Ουάσιγκτον, παίρνει θέση στο πιλοτήριο της ελληνικής διπλωματίας
Μια μικρή γιορτή είχε στηθεί στον κήπο
της πρεσβευτικής κατοικίας στην Ουάσιγκτον το περασμένο Σάββατο, σπάζοντας
κάπως τη μονοτονία της πληκτικής γειτονιάς των διπλωματών. Παρά την επίμονη
πρόβλεψη για επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα, η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου είχε
τολμήσει να στήσει τα μεγάλα στρογγυλά τραπέζια στον κήπο.
«Ο,τι και να συμβεί, θα βρούμε λύση»,
με καθησύχασε όταν αναρωτήθηκα τι θα κάνουμε μόλις έρθει η καταιγίδα. Την ίδια
απάντηση, θυμήθηκα, είχα ακούσει πολλές φορές τα τελευταία χρόνια. Οταν μπόρες
άλλου είδους πλησίαζαν. Τροπολογίες κόβονταν, νομοσχέδια σκόνταφταν,
στρατηγικές ανατρέπονταν. Η ψυχραιμία της ήταν πάντοτε σχεδόν μεταδοτική και το
εναλλακτικό σχέδιο έτοιμο στο μυαλό της.
Τελικά τα ακραία φαινόμενα εκείνο το
βράδυ δεν ήρθαν. Hρθαν όμως
απρόσμενες εξελίξεις που μετέτρεψαν, εκ των υστέρων, το ετήσιο κάλεσμα για
φίλους και συνεργάτες της σε μια γιορτή αποχαιρετισμού. Λίγες ώρες αργότερα
έμπαινε εσπευσμένα στο αεροπλάνο για να επιστρέψει, όχι στα «λατρεμένα
Φιλιατρά», όπου οι γείτονες βάζουν το κεφάλι στα παράθυρα για να της πουν μια
καλημέρα, αλλά κατευθείαν στο υπουργείο Εξωτερικών για να αναλάβει καθήκοντα
υφυπουργού.
Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου αφήνει πίσω
της μεγάλες επιτυχίες, ίσως κάποιες εκκρεμότητες που δεν πρόλαβε να
διευθετήσει, μα πάνω από όλα πολύτιμες συμμαχίες και ανοιχτές πόρτες σε
κυβέρνηση και Κογκρέσο. Και αυτό είναι ένα αληθινό κατόρθωμα, αν αναλογιστεί
κανείς τι διαγκωνισμός πρόσβασης γίνεται σε αυτήν την τόσο δύσκολη πόλη.
Τη ρώτησα πρόσφατα ποιες είναι οι πιο
δυνατές στιγμές, τα γεγονότα που καθόρισαν τα χρόνια της στην Ουάσιγκτον.
Ξεχώρισε το καλοκαίρι του 2020, τότε που η ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο είχε
χτυπήσει κόκκινο. Και εστίασε σε ένα από τα πλέον κρίσιμα 24ωρα. «Ηξερα ότι
έπρεπε κατεπειγόντως ο πρόεδρος Τραμπ να ακούσει καθαρά και τη δική μας εκδοχή.
Ο Ερντογάν τον καλούσε στο τηλέφωνο όποτε ήθελε. Εσπασα το κεφάλι μου. Τελικά
βρήκα τον κατάλληλο Ελληνοαμερικανό, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με την
πολιτική, είχε όμως τη δυνατότητα να μου κανονίσει συνομιλία και μάλιστα
τάχιστα με τον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας Ρόμπερτ Ο’ Μπράιαν. Ηταν μέσα στο
προεδρικό αεροπλάνο. Δίπλα του, ο Τραμπ. Μιλήσαμε πολλή ώρα. Οταν κλείσαμε,
ήμουν βέβαιη ότι τα πράγματα δεν θα έφταναν στα άκρα».
Με συγκίνηση μου μίλησε για την ιστορική
ομιλία του Ελληνα πρωθυπουργού στο Κογκρέσο, η εξασφάλιση της οποίας ήταν πολύ
πιο δύσκολη και σύνθετη από όσο μπορεί κανείς να φανταστεί. Την ιδέα είχε
συλλάβει πολύ πριν έρθει στις ΗΠΑ. «Οταν την είπα στους συνεργάτες μου, μου
απάντησαν: Με όλο τον σεβασμό, αλλά αυτά δεν γίνονται. Εγώ τους απάντησα “αν
δεν προσπαθήσουμε δεν θα μάθουμε ποτέ”».
Από τις χοροεσπερίδες στα πιο
απομακρυσμένα χωριά «αδιάφορων πολιτικά» πολιτειών έως τα σαλόνια
Ελληνοαμερικανών μεγιστάνων, επένδυσε μεθοδικά στην αξιοποίηση της ομογένειας.
Οταν τα μέτρα κατά της πανδημίας
άρχισαν να ατονούν, έβαλε το σχέδιό της σε εφαρμογή. Ενα σχέδιο που έπρεπε να
εγκριθεί από την τότε πρόεδρο της Βουλής Νάνσι Πελόζι, καθώς, όπως
πληροφορήθηκε από παντού, «το μαγαζί είναι δικό της». Ισχυροί Ελληνοαμερικανοί
με στενούς δεσμούς μαζί της συνετέλεσαν και κλείστηκε η ημερομηνία. Ομως υπήρχε
ένα μικρό πρόβλημα. Επρεπε να διευθετηθεί τις ίδιες ημέρες και συνάντηση στον
Λευκό Οίκο. Σχεδόν αδύνατο, καθώς ο απαράβατος κανόνας της Ουάσιγκτον λέει ότι
«δεν ζητάς συνάντηση σε συγκεκριμένη ημερομηνία με τον πρόεδρο, ζητάς συνάντηση
και ελπίζεις».
Η δυστοκία συγκεκριμένων συνεργατών
του προέδρου οι οποίοι για μία ακόμη φορά δεν ήθελαν «να θυμώσει η Τουρκία με
μια τόσο αναβαθμισμένη επίσκεψη» και η αιφνίδια ανακοίνωση του Τούρκου ΥΠΕΞ πως
θα επισκεπτόταν τις ίδιες ακριβώς ημέρες την Ουάσιγκτον περιέπλεξαν ακόμη
περισσότερο τα πράγματα. Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου ήξερε ότι ήταν ώρα για
καθαρές κουβέντες. Σήκωσε το τηλέφωνο και είπε στο στέλεχος που δημιουργούσε τα
προβλήματα στον Λευκό Οίκο: «Η δική μας επίσκεψη θα γίνει, αν θέλεις να φέρεις
και τον Τσαβούσογλου καλώς, ο Λευκός Οίκος είναι αυτός που θα κληθεί να πείσει
ότι οι ΗΠΑ δεν δρομολογούν διαμεσολάβηση». Η επίσκεψη Τσαβούσογλου δεν έγινε
ποτέ. Η επίσκεψη Μητσοτάκη πέρασε στην Ιστορία.
Με διπλωμάτες εξαιρετικής ποιότητας
και γνώσεων δίπλα της, κατάφερε να μετατρέψει την πρεσβεία στην Ουάσιγκτον σε
ένα σημαντικό μηχανισμό επιρροής που με ψυχραιμία και στρατηγικό σχέδιο
αντιμετώπιζε κάθε κρίσιμη κατάσταση. Θυμάμαι πέρυσι τον Ιούνιο όταν ο Ερντογάν
–σε μια πρωτοφανή κίνηση όξυνσης– εξαπέλυσε επίθεση με σειρά αναρτήσεων στα
ελληνικά, εγώ και ο αρχαιότερος εκ των συναδέλφων στην αμερικανική πρωτεύουσα
ζητήσαμε αμέσως να τη δούμε. «Δεν μπορεί», λέγαμε, «αφού στο Στέιτ
Ντιπάρτμεντ», από όπου φεύγαμε, «έχει πέσει ήδη πανικός, φαντάσου τι γίνεται
στην ελληνική πλευρά». «Ε, καλά», μας είπε η πρέσβειρα μόλις μπήκαμε στο
γραφείο της, «αφήστε τον Ερντογάν να λέει, σημασία έχει ότι μένει στα λόγια. Αν
αρχίσει και μετακινεί τα πλοία του, τότε θα καταλάβω την αγωνία σας».
Η ίδια ακριβώς αντίδραση και κάθε φορά
που πληροφορίες ήθελαν τους Τούρκους να «κουβαλούν» στην Ουάσιγκτον το χρήμα με
το τσουβάλι. Η πρέσβειρα με μια ελαφρά δόση ειρωνείας και τεράστια δόση
σιγουριάς για τις δικές της δυνατότητες παρέμβασης σχολίαζε: «Η δουλειά τους
είναι, ο καθένας την κάνει όπως μπορεί».
Λόγω των τριών προηγούμενων πόστων στη
Βόρεια Αμερική, του Ελληνοαμερικανού συζύγου της τον οποίο έχασε πρόωρα και της
ευκαιρίας που είχε να κάνει το μεταπτυχιακό της στις ΗΠΑ με υποτροφία του
Ιδρύματος Φούλμπραϊτ, έβλεπε πάντα την επιστροφή της κάτι σαν επιστροφή στις
ρίζες. Και τον εαυτό της σαν «έναν από εμάς», όπως λένε μέλη της ομογένειας.
Από τα πανηγύρια και τις χοροεσπερίδες στα πιο απομακρυσμένα χωριά «αδιάφορων
πολιτικά» πολιτειών έως τα σαλόνια Ελληνοαμερικανών μεγιστάνων, επένδυσε
μεθοδικά στην αξιοποίηση της τεράστιας ισχύος της ομογένειας. «Ολοι έχουν κάτι
να προσφέρουν, όλοι είναι απαραίτητοι, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, με τα
δικά του μέσα», συνήθιζε να λέει, σε μια στάση που σε τίποτα δεν θυμίζει τη
συνήθη ελιτίστικη διπλωματική νοοτροπία.
Σημαντική παρακαταθήκη
H σιδηρά κυρία με το βελούδινο γάντι, όπως την αποκαλεί ο
πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας Ρόμπερτ Μενέντεζ, η
γυναίκα με την αξιοζήλευτη ακεραιότητα όπως λέει ο βουλευτής Τζον Σαρμπάνης, η
μοναδική διπλωμάτης που δεν φοβάται τους δημοσιογράφους όπως θα πρόσθετα εγώ,
ανέλαβε τα καθήκοντά της στην πιο δύσκολη συγκυρία. Δέκα ημέρες από την άφιξή
της, ο πλανήτης βυθιζόταν στο χάος της πανδημίας. Η Αμερική έκλεινε. Η θητεία
στο σημαντικότερο πόστο του πλανήτη ξεκινούσε με τους πιο αβέβαιους οιωνούς.
Τριάμισι χρόνια μετά, η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου αφήνει πίσω της ακόμη πιο
πληκτική τη γειτονιά των διπλωματών, αφήνει όμως και μια σημαντική παρακαταθήκη
που θα καθορίζει την εικόνα της Ελλάδος στις ΗΠΑ τα χρόνια που έρχονται.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου