Κυριακή, 15 Οκτωβρίου, 2023
Ο Κώστας Τσαρτσαρής «ακτινογραφεί» στην «Κ» την επανεκκίνηση που θα επιχειρήσει ο «Kill Bill» στην ελληνική ομάδα
Οταν τον Ιούνιο του 1987 η Ελλάδα έβρισκε τους 12 ήρωες της, ένα πεντάχρονο παιδί από την Λάρισα, βλέποντάς τον Γκάλη και τον Γιαννάκη άρχιζε να κάνει τα πρώτα του δειλά όνειρα.
Πριν ακόμα ξεκινήσει το σχολείο, το πεπρωμένο του είχε ήδη γραφτεί. Θα ήταν ο κύριος εκφραστής μιας άλλης σπουδαίας μπασκετικής γενιάς, της τελευταίας, που έχει καταφέρει να χαρίσει διακρίσεις στην χώρα μας.
Την στιγμή που η «επίσημη αγαπημένη» αναζητά την χαμένη της ταυτότητα, ο Βασίλης Σπανούλης φαντάζει ως η τελευταία ευκαιρία προκειμένου με υπομονή και επιμονή να προσδώσει στην εθνική ομάδα την πίστη και την αποφασιστικότητα για να επιστρέψει ξανά στον δρόμο των επιτυχιών.
Και το καίριο ερώτημα που τίθεται σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ένα: Μπορεί ένας νέος προπονητής στα 41 του έτη και με μόλις έναν χρόνο προϋπηρεσία στους πάγκους, να ανταπεξέλθει, όσο βαρύ όνομα κι αν κουβαλάει;
Μοιάζει υπερφίαλο να ισχυριστεί κάποιος πως ο «Kill Bill» είναι ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση. Ίσως όμως το τάιμινγκ να είναι το ιδανικότερο. Τώρα, που η εθνική είναι μια ομάδα… εκτάκτου ανάγκης και προέρχεται από ένα Παγκόσμιο Κύπελλο όπου κάθε προσδοκία διαψεύστηκε, η προσωπικότητα και ο χαρακτήρας του, είναι αυτά που μπορούν να ανάψουν την «σπίθα» στην γαλανόλευκη.
Αλλωστε κατά καιρούς η εθνική δοκίμασε πολλούς προπονητές. Ολοι τους είχαν τις αρχές τους και την φιλοσοφία τους. Κανείς τους όμως δεν κατάφερε να μεταδώσει στους διεθνείς το πνεύμα του αλτρουισμού που διακατείχε την μπασκετική γενιά του Σπανούλη.
Η περίπτωσή του είναι «καρμπόν» με αυτή του Παναγιώτη Γιαννάκη που μόλις ένα χρόνο μετά το τέλος της καριέρας του ως παίκτης άνοιξε επιτυχημένα το προπονητικό του κεφάλαιο. Η αύρα, το πάθος και η δίψα του «δράκου» για τη νίκη είχε περάσει στο dna της τότε εθνικής που επιχειρούσε την πρώτη μεγάλη ανανέωση.
«Οποιοι κι αν παίζουν στο παρκέ, θα το κάνουν με αυταπάρνηση»
«Οταν μιλάω για τον Βασίλη, μου είναι δύσκολο να είμαι αντικειμενικός. Γιατί εκτός από παλιοί συμπαίκτες είμαστε και αδελφικοί φίλοι. Δεν ξέρω ποιο θα είναι το αποτέλεσμα της επιλογής και ποια θα είναι τα καινούργια πράγματα που θα φέρει στο αγωνιστικό κομμάτι, αυτό όμως που μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι πως όποιοι παίκτες κι αν παίζουν στο παρκέ, θα το κάνουν με αυταπάρνηση», αναφέρει στην «Κ» ο Κώστας Τσαρτσαρής, με τον οποίο ο νέος ομοσπονδιακός τεχνικός συνυπήρξε τόσο στον Παναθηναϊκό όσο και στην εθνική ομάδα, κερδίζοντας τίτλους και διακρίσεις.
Από το πόστο του υπεύθυνου του αναπτυξιακού προγράμματος της ΕΟΚ, ο παλαίμαχος άσος, θεωρεί πως η Ομοσπονδία με την επιλογή Σπανούλη, «διάβασε» τι λείπει αυτή την περίοδο από την εθνική.
«Η ομάδα θέλει φρεσκάδα. Οχι τόσο σε πρόσωπα όσο σε τρόπο σκέψης. Δεν μπορούμε να ρίξουμε ευθύνες στον Ιτούδη ότι δεν προσπάθησε για το καλύτερο δυνατό αλλά εκτιμώ πως με τον Βασίλη θα βρούμε σαν ομάδα την μαχητικότητα που μας έλειπε τα τελευταία χρόνια. Έτσι είναι γαλουχημένος. Είμασταν μια φουρνιά παικτών που ακόμα και 15 πόντους να βρισκόμασταν πίσω στο σκορ, στα τελευταία λεπτά παλεύαμε και γυρίζαμε το ματς. Αυτό το πάθος θα το μεταδώσει και στους διεθνείς».
Η περίπτωση του Γιάννη Αντετοκούνμπο
Σύμφωνα με τον Κώστα Τσαρτσαρή, η συσπείρωση που θα υπάρξει, θα κάνει τον Γιάννη Αντετοκούνμπο να επιστρέψει στην ομάδα με περισσότερη θέληση για προσφορά.
«Δεν γνωρίζω κάτι, αλλά το ένστικτό μου, μου λέει πως ο Γιάννης θα γυρίσει στην εθνική και μάλιστα με μεγαλύτερη διάθεση. Είναι ευλογία για το ελληνικό μπάσκετ να διαθέτει έναν αστέρα του αθλήματος στις τάξεις του και δεν πρέπει αυτό να το αφήσει να περάσει ανεκμετάλλευτο. Ο Βασίλης ήταν υψηλού επιπέδου παίκτης όπως ο Γιάννης και θεωρώ πως η προσέγγισή του θα είναι αυτή που πρέπει σε τέτοιες περιπτώσεις».
Αρκεί όμως μόνο μια χρονιά θητείας στον πάγκο του Περιστερίου για να επιβεβαιωθούν οι προσδοκίες;
«Πολλοί στέκονται στο θέμα της απειρίας. Έχει πάρει μια γερή δόση με αρκετά δύσκολα παιχνίδια στα οποία έχει δείξει τις δυνατότητές του και πολύ καλά στοιχεία. Στην πρώτη του χρονιά πήγε σε έναν τελικό κυπέλλου, αναδείχθηκε τρίτος στο πρωτάθλημα, νίκησε τρεις φορές τον Παναθηναϊκό και ήταν ανταγωνιστικός με τον Ολυμπιακό όπου έχασε στο φινάλε. Νομίζω ότι στην εθνική, με το σταφ που θα επιλέξει ο ίδιος, θα καταφέρει να αντιπαρέλθει στα όποια μειονεκτήματα δημιουργεί η έλλειψη πολλών προπονητικών εμπειριών. Πιστεύω ότι πολύ γρήγορα αυτό το θέμα θα ξεπεραστεί. Το θετικό γι’ αυτόν είναι πως διαθέτει αρκετό χρόνο μέχρι τα πρώτα επίσημα παιχνίδια που θα γίνουν τέλη Φεβρουαρίου. Επειδή είναι τελειομανής, το διάστημα που μεσολαβεί δεν θα αφήσει τίποτα στην τύχη. Θα έχει δουλέψει και την παραμικρή λεπτομέρεια, σε ότι αφορά τις κλήσεις, την προετοιμασία ακόμα και τα λειτουργικά θέματα. Και νομίζω πως στην τακτική του είναι οι κατ΄ ιδίαν συζητήσεις με τους παίκτες, με τους οποίους μιλάει την ίδια γλώσσα, λόγω του ότι και αυτός μέχρι πρόσφατα αγωνιζόταν και με τους περισσότερους είτε ήταν συμπαίκτης είτε αντίπαλος».
«Θα εμπνεύσει σεβασμό και εμπιστοσύνη»
Η κοινή γλώσσα με τους παίκτες έχει αποβεί μπούμερανγκ σε αρκετές περιπτώσεις προπονητών στα πρώτα τους βήματα…
«Εχει τον τρόπο να τραβήξει την γραμμή ανάμεσα σε αυτόν και τους παίκτες προκειμένου να μην χαθεί ο σεβασμός. Είμαι 100% σίγουρος πως θα εμπνεύσει τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη προς το πρόσωπό του. Και όχι μόνο αυτό αλλά να κάνει τους παίκτες να παίζουν και γι αυτόν. Πιστέψτε με, είναι ότι πιο σημαντικό στον ομαδικό αθλητισμό, ο παίκτης να έχει στο μυαλό του πως πρέπει να παίξει και για τον προπονητή του, ώστε να του ανταποδώσει την εμπιστοσύνη του».
Είναι φανερό πως με την παρουσία του Σπανούλη, η ΕΟΚ θέλησε να υπενθυμίσει στους παλαιότερους αλλά και να μεταδόσει στους νεότερους, συμβολισμούς και νοοτροπίες της εθνικής που χάθηκαν όσο περνούσαν τα χρόνια. Μένει φυσικά να αποδειχθεί στην πράξη…
«Το παιχνίδι μας θα έχει το αυθόρμητο και παθιασμένο στυλ του»
Στην πρόσφατη παρουσίαση του ο 41χρονος κόουτς θέλοντας να σκιαγραφήσει το στυλ με το οποίο θα αγωνίζεται η εθνική, έκανε λόγο για έναν μπασκετικό χαμαιλέοντα που θέλει να δημιουργήσει.
«Θα προσαρμόζει το στυλ της ομάδας ανάλογα με τον αντίπαλο αλλά και με τις λύσεις που θα έχει στα χέρια του. Θα επιδιώξει να ξέρει ευθύς εξαρχής σε ποιους παίκτες θα υπολογίζει γιατί είναι διαφορετικό να παίζεις για παράδειγμα χωρίς τον Γιάννη και άλλο να τον έχεις στην διάθεσή σου. Θεωρώ ότι το παιχνίδι μας θα έχει το αυθόρμητο και παθιασμένο στυλ που είχε και ο Βασίλης όταν αγωνιζόταν» τονίζει ο Κώστας Τσαρτσαρής.
Αρκετοί εκτιμούσαν πως μετά την λύση της συνεργασίας με τον Δημήτρη Ιτούδη η ΕΟΚ θα στρεφόταν σε λύση ξένου προπονητή. Είναι ένα μοντέλο που το είχαμε δοκιμάσει και στο παρελθόν, χωρίς ωστόσο ιδιαίτερα αποτελέσματα.
«Προσωπικά δεν είμαι αντίθετος σε αυτό το μοντέλο και δεν θα πρέπει να το απορρίψουμε. Έχουν καθίσει εξαιρετικοί προπονητές στον πάγκο όπως ο Τρινκιέρι, όμως το πράγμα δεν κόλλησε και έφυγαν ως αποτυχημενοι. Νομίζω πως αυτή την στιγμή χρειαζόμασταν στον πάγκο έναν άνθρωπο που θα έχει το κίνητρο και θα εμπνεύσει την ομάδα και αυτά τα στοιχεία μόνο ο Βασίλης τα είχε στον μέγιστο βαθμό». Το γεγονός πως δεν έχουμε κάποια σημαντική διάκριση μετά το χάλκινο στο Ευρωμπάσκετ του 2009 έχει αρκετές αναγνώσεις. Δεδομένα, σε αυτό το διάστημα των 14 ετών και ταλέντα ανέδειξε το ελληνικό μπάσκετ και σημαντικοί παίκτες φόρεσαν το εθνόσημο.
«Απλά νομίζω πως έλειπε η μαγιά που είχε η ομάδα του 2005 και του 2006. Το μέταλλο και το πνεύμα νικητή με τα οποία αντιμετώπιζε όλα τα παιχνίδια».
Κάποια μέλη αυτής της ομάδας που ήταν συμπαίκτες από τα μικρά κλιμάκια των εθνικών (Δήμος Ντικούδης, Νίκος Ζήσης, Κώστας Τσαρτσαρής, Δημήτρης Διαμαντίδης), βρίσκονται αυτή την στιγμή σε καίρια πόστα στην ΕΟΚ πλαισιώνοντας τον Βασίλη Σπανούλη. Το ένδοξο παρελθόν θα είναι υπεύθυνο για το μέλλον του ελληνικού μπάσκετ. Σημάδι, αν μη τι άλλο, που μπορεί να μας γεμίζει ελπίδα και αισιοδοξία πως από αυτή την τρελή παρέα, θα γίνει η νέα αρχή που όλοι περιμένουμε, αφήνοντας στην άκρη τα αρνητικά των τελευταίων ετών.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου