Τρίτη, 16 Ιανουαρίου, 2024
Αγγελος Κωβαίος, Μαρία Αντωνιάδου
Οι αρχικές σκέψεις σε κυβέρνηση και Εκκλησία ώστε να εκτονωθούν οι πιθανές
εστίες έντασης που θα προκύψουν από το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων
ζευγαριών
Στα ζητήματα που έχουν προκαλέσει τριγμούς στις σχέσεις της Εκκλησίας με την Πολιτεία έρχεται να
προστεθεί το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών που προωθεί η κυβέρνηση. Το κυβερνητικό επιτελείο αναζητεί τρόπους να
απορροφήσει τους κραδασμούς αναθέτοντας ρόλο «ειδικής αποστολής» σε κεντρικό
στέλεχός της.
Από την πλευρά της, η Ιεραρχία φέρεται να κρατά στάση αναμονής έως την
παρουσίαση του νομοσχεδίου, ενώ στη συνέχεια θα αναζητήσει «διεξόδους» για την
τέλεση μυστηρίων όπως η βάφτιση. Σε κάθε περίπτωση, δεν αναμένονται δυναμικές
αντιδράσεις όπως αυτές που είχαν εκδηλωθεί κατά την κατάργηση του θρησκεύματος
από τις ταυτότητες.
Διάλογος «με ειλικρίνεια και αλληλοσεβασμό»
Πώς
προετοιμάζεται το Μαξίμου για τη συζήτηση με την Εκκλησία και η ειδική αποστολή
του Ακη Σκέρτσου
Για μία λεπτή πολιτική διαχείριση, αλλά με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά
από αντίστοιχες περιπτώσεις του παρελθόντος, προετοιμάζεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εν όψει της συζήτησης η οποία προεξοφλείται ότι θα γίνει με την Εκκλησία
για τον γάμο των ομοφύλων και κυρίως την τεκνοθεσία.
Για την κυβέρνηση δεν υπάρχουν απορίες ως προς τη στάση της Ιεράς Συνόδου
και της Ιεραρχίας. Εχει μεν διαμηνυθεί με μία εγκύκλιο ότι αναμένεται το
ακριβές περιεχόμενο του νομοσχεδίου, επί του οποίου θα υπάρξει και η επίσημη
τοποθέτηση, όμως προεξοφλείται ότι, κατά τα λογικά και αναμενόμενα, η Εκκλησία
θα είναι αντίθετη.
Το ζητούμενο για τον Πρωθυπουργό υπό αυτό το πρίσμα είναι η ατμόσφαιρα που θα διαμορφωθεί, με βασική επιδίωξη να μην υπάρξει
κοινωνική ένταση.
Στο παρασκήνιο όμως υπάρχει μία άλλη παράμετρος, η οποία απασχολεί τον
Κυριάκο Μητσοτάκη και εκτιμάται ότι θα απαιτήσει κάποιους ελιγμούς: Είναι η
επιρροή των κατά τόπους εκκλησιαστικών παραγόντων και μητροπολιτών στους
βουλευτές και το κατά πόσον αυτή μπορεί να επηρεάσει τη στάση τους, την ψήφο
τους και τις δημόσιες τοποθετήσεις τους.
Από το Μέγαρο Μαξίμου τονίζεται ότι η επικοινωνία με την Εκκλησία – και
κατ’ αρχάς με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο – είναι μία αποστολή την οποία θα αναλάβει ο ίδιος ο Πρωθυπουργός.
Συνεργάτες του επισημαίνουν σχετικά ότι «υπάρχει τακτική επικοινωνία μεταξύ
τους και όλα τα θέματα συζητούνται πάντα με ειλικρίνεια και αλληλοσεβασμό». Δευτερευόντως και αναλόγως της εξέλιξης των συζητήσεων, κάποιο ρόλο
αναμένεται ότι θα αναλάβει και ο υπουργός Επικρατείας Ακης Σκέρτσος, ο οποίος ούτως ή άλλως θα είναι
κεντρικό πρόσωπο ως προς τη διαχείριση του θέματος σε πολιτικό και
επικοινωνιακό επίπεδο.
Με βάση αυτά, η γραμμή της κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού αναμένεται ότι θα καθοριστεί από τα εξής στοιχεία: Αφενός, να μη δοθούν
αφορμές από πολιτικά στελέχη για αντιπαραθέσεις με εκκλησιαστικούς παράγοντες
και, αφετέρου, να μην απαντούν οι κυβερνητικοί στις αναμενόμενες, περισσότερο ή
λιγότερο έντονες, αντιδράσεις μητροπολιτών. Το πλέον χαρακτηριστικό πάντως που
επισημαίνεται από πηγές με καλή γνώση των όσων εκτυλίσσονται στο εσωτερικό της
Ιεραρχίας είναι ότι «ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος δεν είναι Χριστόδουλος».
Η φράση αυτή διατυπώνεται με την εκτίμηση, σε βαθμό βεβαιότητας, ότι δεν
πρόκειται για το υπό συζήτηση θέμα και με πρωτοβουλία της Εκκλησίας να
οργανωθούν διαδηλώσεις, λαοσυνάξεις και συλλαλητήρια, ανάλογα με εκείνα της
δεκαετίας του 1980, με αφορμή την ατυχή συζήτηση για την εκκλησιαστική
περιουσία, ή του 2000, με αφορμή τη σκληρή αντιπαράθεση της κυβέρνησης με την
Εκκλησία για την αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες.
Αναμένεται ωστόσο από την κυβέρνηση εν όψει αυτών να φανεί (περισσότερο ή
λιγότερο ξεκάθαρα) με ποια διάθεση θα προσέλθει ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος στη
συζήτηση, γνωρίζοντας μεν τους συσχετισμούς και τις ισορροπίες, αλλά έχοντας
πάντα κατά νου ότι σε μία συνθήκη έστω άτυπης διαπραγμάτευσης μπορεί να
διεκδικήσει και να πετύχει κάτι για λογαριασμό της Εκκλησίας.
Τα κρίσιμα ζητήματα που «φοβίζουν» την Ιεραρχία
Οι
αναγκαίες αποφάσεις μετά το νομοσχέδιο και το σενάριο για υιοθέτηση της
«συνταγής» των 80s
Τρία είναι τα καίρια ζητήματα που αναμένονται να κυριαρχήσουν στην έκτακτη Σύνοδο της Ιεραρχίας που θα συγκληθεί
πιθανότατα εντός των επόμενων δύο μηνών, οπότε και αναμένεται να δοθεί στη
δημοσιότητα το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και τη δυνατότητα
υιοθεσίας παιδιών από τους ίδιους. Συγκεκριμένα, η Ιεραρχία πρέπει να
αποφασίσει:
Αν θα βαφτίζει τα παιδιά των ομόφυλων ζευγαριών. Πληροφορίες αναφέρουν ότι
μια ισχυρή ομάδα της Ιεραρχίας θεωρεί αδιανόητη τη μη βάφτιση. Ομως, ορισμένοι
μητροπολίτες εκτιμούν ότι δεν πρέπει το μυστήριο να τελείται από αρχιερείς αλλά
μόνο από έναν ιερέα και ορισμένοι εκτιμούν ότι πρέπει να πραγματοποιείται απλά
και λιτά. Μάλιστα, προβάλλουν τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν από την τέλεση
βάφτισης από τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής, κ. Ελπιδοφόρο. Ωστόσο, σύμφωνα με
ορισμένες πληροφορίες, και άλλοι αρχιερείς έχουν τελέσει αντίστοιχο μυστήριο,
μακριά όμως από τα φώτα της δημοσιότητας, σε παιδί που προερχόταν από τον γάμο
δύο γυναικών.
Τι θα αναγράφει το πιστοποιητικό βαπτίσεως, που ούτως ή άλλως εκδίδεται από
την Εκκλησία.
Αν οι ιερείς θα κηδεύουν αυτούς τους ανθρώπους και με ποιον τρόπο όταν
κάποιος από τους γονείς πεθάνει. Το ερώτημα τίθεται καθώς το πανελλήνιο θυμάται
ιερείς να καβγαδίζουν, κυρίως τη δεκαετία του ’80, για το εάν και πώς θα
κηδευτεί κάποιος που παντρεύτηκε με πολιτικό γάμο. Με άμεσες εισαγγελικές
παρεμβάσεις κατά μητροπολιτών που κατέληγαν στις αίθουσες των δικαστηρίων.
Καίριο είναι το ζήτημα της στάσης της Ιεραρχίας και έναντι των αναδόχων που
θα βαφτίζουν τα παιδιά και των μαρτύρων που εκ του νόμου υπάρχουν στους
πολιτικούς γάμους. Αλλά και των ίδιων των ομοφύλων που έχουν τελέσει πολιτικό
γάμο και επιθυμούν να γίνουν ανάδοχοι.
Το σύνολο της Ιεραρχίας ομοφωνεί ότι ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών δεν
μπορεί να γίνει αποδεκτός, όμως υπάρχουν και ελάχιστες φωνές που δηλώνουν
μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας ότι πρόκειται για μια πολιτική πράξη. Το
ζήτημα για το οποίο η Ιεραρχία της Ελλάδος εμφανίζεται «μπετόν αρμέ» και κάθετα
αρνητική είναι η υιοθεσία παιδιών. Ο «φόβος» ανάμεσα στους αρχιερείς κυριαρχεί,
καθώς επικαλούνται το ενδεχόμενο παρερμηνειών από τη στάση τους και κυρίως από
το γεγονός ότι δύο τουλάχιστον κόμματα μέσα στη Βουλή – η Ελληνική Λύση και η
Νίκη – φαίνεται ότι επηρεάζουν μέρος του ποιμνίου. «Σε καμία περίπτωση δεν
πρέπει να αφήσουμε αυτά τα κόμματα να εμφανίζονται ότι εκπροσωπούν την Εκκλησία
της Ελλάδος» λένε χαρακτηριστικά…
Η δεκαετία του ’80 και οι αποφάσεις που ελήφθησαν με αφορμή την εφαρμογή
του πολιτικού γάμου φαίνεται ότι αποτελούν έναν οδικό άξονα για τη Σύνοδο της
Ιεραρχίας. Τότε είχε αποφασιστεί ότι «ο τελών πολιτικό γάμο: Παύει να ανήκει
στην Εκκλησία. Στερείται της Θείας Κοινωνίας. Δεν δύναται να είναι ούτε
κατώτερος κληρικός (λ.χ. ψάλτης). Δεν γίνονται ανάδοχοι. Βαφτίζονται τα τέκνα
αυτών. Οι τελέσαντες θεωρούνται ασθενή μέλη ως προς την κηδείαν: Παρέχεται η
δυνατότης εις τον επιχώριον Μητροπολίτην κατόπιν ακριβούς εξετάσεως και κατά
την ποιμαντική σύνεσιν και διάκρισιν αυτού να επιτρέπη την τέλεσιν της Εξοδίου
Ακολουθίας εις τους πράξαντες ούτω».
Στάση αναμονής
Ως «πολύ καλό» περιγράφηκε το κλίμα στη συνάντηση που είχαν ο πρόεδρος του
ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ιερώνυμο χθες το πρωί
στην έδρα της Αρχιεπισκοπής στην Πλάκα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, καταγράφηκε συμφωνία σε αρκετά σημεία για τον ρόλο
της Εκκλησίας στις σχέσεις της με την Πολιτεία, ενώ για τον γάμο των ομόφυλων
ζευγαριών συμφώνησαν να ξανασυζητήσουν το ζήτημα όταν γίνουν γνωστές οι
διατάξεις του ν/σ. Συζητήθηκε τέλος και η συμφωνία του 2018 μεταξύ Πολιτείας
και Εκκλησίας επί πρωθυπουργίας Τσίπρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου