ΜΑΝΤΣΕΣΤΕΡ. ΚΟΝΕΚΤΙΚΑΤ. Οταν ο Ρέιμοντ Ντόλφιν (Raymond Dolphin) έγινε υποδιευθυντής ενός Γυμνασίου στο Κονέκτικατ πριν από δύο χρόνια, είχε διαπιστώσει ότι τα παιδιά δεν ήταν καλά.
Το πρόβλημα ήταν τα κινητά τηλέφωνα. Οι μαθητές χρησιμοποιούσαν τις συσκευές στην τάξη. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όξυναν σχεδόν κάθε τσακωμό μεταξύ των μαθητών. Οταν ο Ντόλφιν περπατούσε στους διαδρόμους ή παρατηρούσε την καφετέρια, έβλεπε πάντα κεφάλια σκυμμένα πάνω από οθόνες.
Το πείραμα πλήρους απαγόρευσής τους στο Γυμνάσιο Illing προκάλεσε αντιδράσεις από τους μαθητές και ορισμένους γονείς, αλλά έχει ήδη φέρει σημαντικά και απροσδόκητα αποτελέσματα.
Ο Ντόλφιν παρομοίασε την απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων με τον περιορισμό της κατανάλωσης ζάχαρης. «Μέσα σε λίγους μήνες, αρχίζεις να αισθάνεσαι καλύτερα», είπε.
Αυτό που εκτυλίχθηκε στο σχολείο αντικατοπτρίζει έναν ευρύτερο αγώνα που διεξάγεται στην εκπαίδευση, καθώς ορισμένοι διευθυντές στρέφονται σε όλο και πιο δραστικά μέτρα για να περιορίσουν την εμβέλεια μιας τεχνολογίας που είναι πανταχού παρούσα και αποσπά την προσοχή.
Τα τελευταία χρόνια η παρουσία των τηλεφώνων στο σχολείο έχει γίνει «συντριπτική», είπε ο Ντόλφιν. Οταν ένας συνάδελφος εκπαιδευτικός στο κοντινό Χάρτφορντ του συνέστησε έναν τρόπο για να αμβλύνει τον αντίκτυπό τους, ο Ντόλφιν έσπευσε να τον ακολουθήσει.
Στις 7:50, ένα πρωινό του Μαρτίου, ο Ντόλφιν κατευθύνθηκε στο συνηθισμένο του σημείο κοντά στην είσοδο του σχολείου για να βεβαιωθεί ότι το σύστημα λειτουργούσε. Λίγες στιγμές αργότερα, περισσότεροι από 800 μαθητές Γυμνασίου -άλλοι ζωηροί, άλλοι νυσταγμένοι- άρχισαν να εισέρχονται από τις πόρτες.
Οσοι είχαν κινητά στα χέρια τους τα έβαλαν σε ατομικές γκρίζες θήκες από συνθετικό καουτσούκ. Κλείδωσαν τις θήκες τους και στη συνέχεια τις τοποθέτησαν στα σακίδιά τους ή τις σήκωσαν ψηλά για να τις δείξουν στους δασκάλους. Οι θήκες θα παρέμεναν μαζί τους, κλειδωμένες, μέχρι το σχόλασμα.
Η καθιέρωση των θηκών -που κατασκευάζονται από μια εταιρεία με έδρα την Καλιφόρνια που ονομάζεται Yondr- δεν ήταν εύκολη υπόθεση. «Εκλαψα», είπε ο 14χρονος Μάικλ Γουίλσον (Michael Wilson), για όταν έμαθε ότι δεν θα είχε πρόσβαση στο τηλέφωνό του κατά τη διάρκεια της σχολικής ημέρας.
Οι δάσκαλοι που αρχικά ήταν επιφυλακτικοί ως προς το αν οι θήκες θα λειτουργούσαν, λένε ότι υπήρξαν καταλυτικές.
Δεν είναι ότι το Illing επέτρεπε προηγουμένως τα κινητά τηλέφωνα στην τάξη. Οπως τα τρία τέταρτα όλων των σχολείων των ΗΠΑ, δεν τα επέτρεπαν. Αλλά τέτοιες πολιτικές βασίζονται σε μεμονωμένους εκπαιδευτικούς για να τις εφαρμόσουν, καθιστώντας τες ουσιαστικά μια «ανεφάρμοστη ευχή», σύμφωνα με τον Τζόναθαν Χάιντ (Jonathan Haidt), ψυχολόγο στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.
Πηγή: «The Washington Post, E.K.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου