Τετάρτη, 20 Νοεμβρίου, 2024
Και μια λέξη: γιατί;
Να συμφωνήσουμε ότι παράδεισος επί γης δεν υπάρχει πουθενά; Άρα αιθέρια και ευγενή πλάσματα αγγελικής υπόστασης ενδεχομένως να ευφραίνονται στων «αγγέλων τα μπουζούκια», αλλά σίγουρα δεν κυκλοφορούν σε καμία χώρα του κόσμου. Ούτε καν στη χώρα μας η οποία αμέσως μετά τον απελευθερωτικό αγώνα του 1821, ξεκινάει όχι από, αλλά υπό, το μηδέν, δηλαδή υπερχρεωμένη και με πληθυσμό κατά 90% αγροτικό. Ποιος «παράδεισος» λοιπόν, όταν πρέπει και να χρηματοδοτήσει τις πολεμικές ανάγκες και σύντομα να αποκτήσει και να συγκροτήσει τις απαραίτητες υποδομές στη διοίκηση, στην παιδεία, στην υγεία, στη δικαιοσύνη, στον στρατό; Με ελάχιστες μάλιστα δυνατότητες φορολόγησης.
Σ’ αυτήν την υπάρχουσα πραγματικότητα προσπαθεί, για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, ο Καποδίστριας να δημιουργήσει ένα κράτος με θεσμούς βασισμένους στον Διαφωτισμό και στις δομές και πρακτικές των κρατών της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης, για ν’ ακολουθήσουν οι βασιλείς Όθων και Γεώργιος. Ένα κράτος που διεθνώς αναγνωρίστηκε ως κυρίαρχο και ανεξάρτητο με το Πρωτόκολλο της Ανεξαρτησίας (του Λονδίνου) στις 3 Φεβρουαρίου του 1830, υπογεγραμμένο από Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία. Και με μια πραγματικότητα με τη μορφολογία του εδάφους και της θάλασσας, αλλά χωρίς αντίστοιχη αστική τάξη όπως υπήρχε στη Κεντρική και Δυτική Ευρώπη, μιας και η βυζαντινή αριστοκρατία είχε αφανιστεί. Ποιος λοιπόν θα αποτελούσε τον πυρήνα της κοινωνικής και πολιτικής εξέλιξης, αλλά και της οικονομικής ανάπτυξης; Ενώ στις ευρωπαϊκές χώρες προεξάρχει μια ιστορική αριστοκρατία με πλούτο προερχόμενο από την ιδιοκτησία της γης και με μακράν παράδοση κοινωνικής και πολιτικής δύναμης, στην Ελλάδα η οικονομία αναπτύσσεται βασιζόμενη στην αγροτική παραγωγή, στη ναυτιλία, στο διεθνές εμπόριο. Και οι τρεις κλάδοι έχουν ένα κοινό: στηρίζονται στην οικογένεια.
Για να επιζήσουν λοιπόν τα μέλη της οικογένειας δεν έχουν άλλη επιλογή από το να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις της δύσκολης πραγματικότητας, μιας και το, μικρό τότε, ελληνικό κράτος, όχι μόνο δεν είναι σε θέση να τα υποστηρίξει οικονομικά, αλλά είναι αναγκασμένο να προσπαθήσει να τα φορολογήσει. Είτε ζουν στην ύπαιθρο, είτε στις πόλεις, είτε στα νησιά. Στην ύπαιθρο, όπου το φυσικό περιβάλλον και το κλίμα οδηγεί στη δημιουργία μικρών παραγωγικών μονάδων με φτωχούς μικροκαλλιεργητές της γης. Στις πόλεις, οι περισσότερες των οποίων βρίσκονται εκτός της μικρής τότε επικράτειας, πολλοί κάτοικοι των οποίων ασχολούνται με το εμπόριο. Στα νησιά, από τα οποία ξεπηδάει η ναυτιλία. Και κατ’ αυτόν τον τρόπο αρχίζει σταδιακά να «αναπτύσσεται ένα κράτος, στη βάση τεσσάρων ιδιοτυπιών. Πρώτον, τα αστικά του στρώματα αναπτύσσονται σε γεωγραφικό χώρο ευρύτερο της ελληνικής επικράτειας· δεύτερον, αυτά είναι ισχυρά οικονομικώς και αδύναμα πολιτικά· τρίτον, υπάρχει αυξημένη κοινωνική κινητικότητα και, τέταρτον, τα μικροαστικά στρώματα διαχωρίστηκαν ταχύτατα από τα μεγαλοαστικά.» Όπως περιγράφει ο αείμνηστος ιστορικός και διανοητής Γ. Δερτιλής.
Κι έτσι αρχίζει το δούναι και λαβείν μεταξύ του κράτους και των πρώην υπηκόων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι οποίοι σταδιακά εξελίσσονται σε πολίτες του. Πολίτες που προσπαθούν μέσα από την κοινωνική ομαδοποίησή τους να είναι κοντά στην εξουσία: προεστοί και οπλαρχηγοί της Επανάστασης, κληρικοί, έμποροι και κτηματίες, πλοιοκτήτες και καπετάνιοι, Φαναριώτες. Κι ένα κράτος, το οποίο λόγω της υπερχρέωσης και της παράλληλης τεράστιας ανάγκης χρηματοδότησης των αναγκαίων πολεμικών δραστηριοτήτων, ήταν για δεκαετίες αποκλεισμένο από τις διεθνείς αγορές και οι μόνοι του πόροι προέρχονταν, πέραν των δωρεών, από τη φορολογία. Το δούναι από τον πολίτη προς το κράτος λοιπόν. Και το λαβείν; Από τα συντεχνιακά προνόμια, το αυθαίρετο κτίσιμο λόγω ανυπαρξίας κτηματολογίου, μέχρι το, διαχρονικά, κλασικό ρουσφέτι, δηλαδή της πρόσληψης στο κράτος, κάτι το οποίο μετά την παροχή γενικού δικαιώματος ψήφου για τους άνδρες, το 1864, λειτουργούσε μέσω της ψήφου σε κόμματα και πολιτευτές. Κι ας καθιερώθηκε μόλις το 1911 η μονιμότητα στο Δημόσιο. Καζάν – καζάν λοιπόν.
Συντεχνιακά προνόμια σε ποιους όμως; Οι ανάγκες της σκληρής καθημερινότητας σε συνδυασμό με τις αδυναμίες του νεοσύστατου κράτους, οδήγησαν αρκετούς επαγγελματίες να «διευρύνουν» το οικογενειακό τους δέσιμο στον χώρο του επαγγέλματός τους. Ήδη λίγο μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους συστήνονται τα πρώτα αλληλοβοηθητικά σωματεία στη ναυτιλία (1836), το Ταμείο Χηρών και Ορφανών του Στρατού (1853), το οποίο το 1867 ενσωματώθηκε στο «Ταμείον Μετοχικόν του κατά Γην Στρατού» και το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (ΝΑΤ, 1861). Ακολουθεί το 1865 η «πρώτη προσπάθεια ίδρυσης δικηγορικού συλλόγου», όπως αναφέρεται στον ιστότοπο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (Δ.Σ.Α.), διότι «στη λύση των προβλημάτων αυτών θα συντελούσε αποτελεσματικά η ύπαρξη ενός συλλογικού οργάνου, ενός δικηγορικού συλλόγου.»
Μ’ αυτά και μ’ αυτά λοιπόν το μικρό και αδύναμο ελληνικό κράτος άρχισε σιγά – σιγά να αναπτύσσεται, παρέχοντας, παράλληλα με τη μεγέθυνσή του, σε αρκετούς υπηκόους – πολίτες, ιδιαίτερα από τα μικροαστικά στρώματα, τη δυνατότητα του λαβείν, μέσω του οποίου ήταν σε θέση ν’ ανέβουν οικονομικά και κοινωνικά και να «προκόψουν» στη ζωή τους. Από τη μια μεριά αυτή η εξέλιξη λειτουργούσε εξισορροπητικά, απαλύνοντας αδικίες και μειώνοντας ανισότητες, εξασφαλίζοντας παράλληλα μια κοινωνική συνοχή, απαραίτητη για την επιβίωσή του. Το δούναι του κράτους προς τους υπηκόους του. Και το λαβείν; Η αποδοχή της νομιμότητας του κράτους εκ μέρους των πολιτών του. Από την άλλη όμως το δούναι εκ μέρους του κράτους άρχισε να γίνεται τρόπος ζωής για αρκετούς και να θεωρείται βασικό ζητούμενο της ζωής τους. Πολλές φορές μάλιστα με οποιοδήποτε μέσο.
Με λίγα λόγια, διαπλοκή. Η οποία μπαίνει «στο πετσί» της κοινωνίας. Διαπλοκή λοιπόν μεταξύ της εξουσίας, π.χ. βουλευτών, υπουργών, αλλά και τοπικών αρχόντων από τη μια πλευρά και μεμονωμένων ατόμων, οικογενειών, συλλόγων, επαγγελματικών οργανώσεων, επιχειρήσεων, κοινωνικών τάξεων από την άλλη. Έτσι λοιπόν ακόμη και κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου, ίσως, ειρηνικού επιτεύγματος του ελληνικού κράτους, της ενσωμάτωσης των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής στην Ελλάδα, εξαθλιωμένοι πρόσφυγες «έπρεπε» να ενταχθούν στην «κανονικότητα» της διαπλοκής για να επιβιώσουν. Ο όρος «προσφυγοπατέρας» κάνει την εμφάνισή του εκείνη την εποχή.
Εξαιρετικά χαρακτηριστικό το πρωτοσέλιδο άρθρο της εφημερίδας της Θεσσαλονίκης ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ με τίτλο: «Οι κίνδυνοι της υπαίθρου και οι ωθούντες εις αυτούς». Συνεχίζοντας: «Ησκήθη, δηλαδή, μια τεραστία κοσμογονική εθνική πολιτική υπέρ της υπαίθρου, … αλλά την ενόθευσε μόνον ο πολιτικάντης σφετεριζόμενος τα παρεχόμενα αγαθά της και ενθαρρύνων την δημιουργίαν του προσφυγοπατέρα και του αγροτοπατέρα διά να καρπούται ασφαλέστερα κομματικά έσοδα. Έτσι, όμως, εδημιουργήθη μια επί πλέον φάρα κακοποιών παρασίτων –οι προσφυγοπατέρες και οι αγροτοπατέρες- η οποία μαζί με την συντεχνίαν του πολιτικάντη απειλεί να εκμηδενίση … την προσπάθειαν της οικονομικής, ιδεολογικής ακόμη και εθνικής προκοπής της Ελλάδος δια της μετατροπής την εις παραγωγικήν, γεωργικήν χώραν.» Ημερομηνία δημοσίευσης: 1/12/1929.
Και παρ’ όλα αυτά το ελληνικό κράτος μεγαλώνει διαρκώς: μέσα από αιματηρούς πολέμους που είχαν ως αποτέλεσμα την υπερχρέωση και την αντίστοιχη διαρκή οικονομική εξάρτηση, με πτωχεύσεις και χρεοκοπίες, με εθνικούς θριάμβους και καταστροφές, με το όραμα και το τέλος της Μεγάλης Ιδέας, με πρόσφυγες και μετανάστες, με διχασμό και εμφύλιους, με διπλωματικούς ελιγμούς στο εξωτερικό και δικτατορίες στη χώρα. Μεγαλώνει εδαφικά, πληθυσμιακά, πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά. Εδαφικά από το πρώτο Βασίλειο της Ελλάδος του 1830 (Πελοπόννησος, Στερεά, Εύβοια και τα κοντινά στη στεριά νησιά), στην ολοκλήρωση με την προσάρτηση των Δωδεκανήσων το 1948. Πληθυσμιακά από 750 χιλιάδες κατοίκους το 1828, σε 10,5 εκατομμύρια το 2021. Πολιτικά από μια μικρή επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κι ένα ασταθές κι εύθραυστο πολιτικό περιβάλλον, σε μια σταθερή και σύγχρονη κοινοβουλευτική Δημοκρατία, κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κοινωνικά από μια άναρχη και ανομοιογενή, σε μια συγκροτημένη κοινωνία με συμπαγή μεσαία τάξη. Οικονομικά από μια φτωχή, μικρή και κατακερματισμένη αγροτική παραγωγή, σε μια σύγχρονη οικονομία παροχής υπηρεσιών που εξασφαλίζει στους πολίτες ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο.
Μα που ζούμε σήμερα; Στον παράδεισο; Φυσικά και όχι! Έτσι κι αλλιώς, όπως αναφέραμε, παράδεισος επί γης, απλώς δεν υπάρχει. Αλλά ας ρίξουμε μια ματιά και στον υπόλοιπο κόσμο που περιλαμβάνει περίπου διακόσια κράτη. Με μια «μπακάλικη» προσέγγιση σίγουρα δεν είμαστε στα πρώτα είκοσι, αλλά ούτε και στα τελευταία εκατό. Κάπου στα πρώτα πενήντα βρισκόμαστε. Μάλιστα βάσει του Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης (ΔΑΑ, αγγλικά: Human Development Index, HDI) του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), η Ελλάδα βρίσκεται στη θέση 33 ανάμεσα σε 193 κράτη, (βλ. Σχήμα 1), καταλαμβάνοντας μια θέση ανάμεσα στα πολύ αναπτυγμένα κράτη.
Κι αυτά με όλα τα καλά και τα στραβά μας και παρ’ όλο το στραπάτσο της πρόσφατης κρίσης. Με κοσμογονικές αλλαγές όλα αυτά τα χρόνια, αλλά και δύο σταθερές. Η πρώτη σταθερά το, ελληνικού τύπου, δούναι και λαβείν μεταξύ της κρατικής εξουσίας και πολιτών. Το ρουσφέτι. Όπως π.χ. μιας «ευμενούς» μετάθεσης ενός νέου στον στρατό. Αλλά και μεταξύ κράτους και διαφόρων ομάδων. Μήπως θυμάται κάποιος την «εισφορά υπέρ τρίτων»; Ας ανατρέξουμε λοιπόν στο άρθρο της Ιωάννας Μάνδρου στο ΒΗΜΑ με τίτλο: «Τέλος οι εισφορές υπέρ τρίτων». «Προ τετελεσμένων γεγονότων βρίσκεται πλέον η κυβέρνηση, η οποία καλείται πια να αντιμετωπίσει «εδώ και τώρα» … το μείζον θέμα της κατάργησης των λεγομένων «κοινωνικών πόρων» ή άλλως «εισφορών υπέρ τρίτων». Μια σημαντική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου … καταργεί οριστικά και αμετάκλητα τους λεγόμενους κοινωνικούς πόρους (εισφορές υπέρ τρίτων). Η πρακτική της Ελλάδας να επιβάλει με νόμους και νομοθετικά διατάγματα «εισφορές» υπέρ τρίτων (άλλος να πληρώνει αντί άλλων δηλαδή) …». Ημερομηνία δημοσίευσης: 24/11/2008. «Εδώ και τώρα».
Και πότε καταργήθηκαν τελικά αυτές οι «εισφορές» του τύπου «Γιάννης κερνάει, Γιώργος πληρώνει»; Έπρεπε να φθάσουμε στα πρόθυρα (;) της χρεοκοπίας και να αναγκασθούμε τον Αύγουστο του 2014 να καταργήσουμε λόγω «μνημονιακών υποχρεώσεων» περίπου 150 φόρους και μη ανταποδοτικές χρεώσεις υπέρ τρίτων, όπως π.χ. ο φόρος 5% επί των εισιτηρίων των δημοσίων θεαμάτων, φόρος που θεσπίστηκε το 1947 υπέρ του «Εράνου για τις Βόρειες Επαρχίες της Ελλάδος», τον οποίο ξεκίνησε τότε η βασίλισσα Φρειδερίκη. Όποιος δεν θέλει να ζυμώσει, έξι χρόνια (κατ’ ελάχιστον) κοσκινίζει.
Και η δεύτερη σταθερά της ελληνικής κοινωνίας; Η έρευνα της Διανέοσις «Τι πιστεύουν οι Έλληνες – Απρίλιος 2024» καταδεικνύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στον θεσμό της οικογένειας, η οποία κατατάσσεται στην πρώτη θέση με διαφορά μάλιστα από τους υπόλοιπους. Με βάση την αδιαμφισβήτητη και διαχρονική αξία της ελληνικής οικογένειας, μήπως, αναφερόμενοι στα μέλη της, θα πρέπει να αναθεωρήσουμε την άποψη ότι αιθέρια και ευγενή πλάσματα αγγελικής υπόστασης ενδεχομένως να κυκλοφορούν σε κάποια χώρα του κόσμου, π.χ. στη χώρα μας; Η ύπαρξη της «κατσίκας του γείτονα» μάλλον μας δίνει αρνητική απάντηση. Μα κι’ αυτή η «καταραμένη κατσίκα» στη χώρα μας βρήκε να έρθει;
Και μιας και φθάσαμε στο 2024, πριν λίγο καιρό απονεμήθηκε από τη Βασιλική Σουηδική Ακαδημία Επιστημών το βραβείο Νόμπελ οικονομίας σε τρεις εξέχοντες οικονομολόγους (Acemoglu, Johnson, Robinson), για «μελέτες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι θεσμοί διαμορφώνονται και επηρεάζουν την ευημερία», επειδή «μας βοήθησαν να κατανοήσουμε τις διαφορές στην ευημερία μεταξύ των εθνών». Αυτές τις διαφορές είχαν εξηγήσει οι δύο πρώτοι στο, εκδοθέν το 2012, βιβλίο τους «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη» (Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη). Η απάντηση που έδωσαν στο ερώτημα οι δύο οικονομολόγοι, μετά από πολυετή έρευνα, ήταν απλή, σχεδόν απλοϊκή: οι ανοιχτοί (inclusive) πολιτικοί και οικονομικοί θεσμοί αποτελούν τη βάση της οικονομικής ανάπτυξης ενός έθνους και της ευημερίας των περισσοτέρων πολιτών. Εν αντιθέσει, οι κλειστοί θεσμοί οδηγούν στη συγκέντρωση της εξουσίας και του πλούτου σε μια μικρή ελίτ. Ένα κλασικό παράδειγμα που ανέφεραν στο βιβλίο τους ήταν η Νότιος και η Βόρεια Κορέα.
Ας εξετάσουμε λοιπόν τη θέση της Ελλάδας αναφορικά με τους θεσμούς. Κι επειδή τα οικονομικά στοιχεία είναι πολλές φορές μετρήσιμα, ενδεικτικά ας δούμε τις μετρήσεις του καναδικού Ινστιτούτου Fraser σχετικά με τον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας. Σύμφωνα με τη μελέτη για το 2024 με στοιχεία του 2022 (βλ. Πίνακα 1, δεξιά), η Ελλάδα, επί συνόλου 165 χωρών, βρίσκεται στην 70ή θέση, παραμένοντας μαζί με την Πολωνία ουραγός ανάμεσα στα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).
Πάμε τώρα στους πολιτικούς θεσμούς της χώρας μας. Η πρόσφατη έρευνα του Ευρωβαρόμετρου (Μάρτιος / Απρίλιος 2024) δείχνει ότι σε ολόκληρη την ΕΕ, το 66% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι οι βασικές αξίες της ΕΕ, όπως τα θεμελιώδη δικαιώματα, η δημοκρατία και το κράτος δικαίου, προστατεύονται καλά στη χώρα τους. Ποιος είναι ουραγός; Η χώρα μας με ποσοστό 32%. Σε 20 χώρες, τουλάχιστον οι μισοί από όλους τους ερωτηθέντες συμφωνούν με αυτή τη δήλωση (βλ. Πίνακα).
Αν ρίξουμε μια πιο προσεκτική ματιά στην αριστερή πλευρά και των δύο πινάκων με τα κράτη – πρότυπα ανοιχτών θεσμών, θα διαπιστώσουμε ότι τη «σημαία» της ΕΕ καρτούν ψηλά το Λουξεμβούργο, η Δανία και η Ιρλανδία. Χώρες στις οποίες το υψηλό επίπεδο ευημερίας των πολιτών τους δεν αμφισβητείται, κάτι που, γι’ αυτές τις χώρες, επιβεβαιώνει τη θεωρία του φετινού Νόμπελ. Από την άλλη πλευρά το ερώτημα, πως γίνεται η Ελλάδα να «τερματίζει ασθμαίνουσα» στις τελευταίες θέσεις, τουλάχιστον της ΕΕ, αναφορικά με τους θεσμούς και παρ’ όλα αυτά να βρίσκεται στις πολύ ανεπτυγμένες χώρες, με βάση τον ΔΑΑ, χρήζει βαθύτερης ανάλυσης.
Ας αφήσουμε την ανάλυση για το μέλλον κι ας μείνουμε στο παρόν ατενίζοντας προς το μέλλον. Τι πραγματικά θέλουμε ως πολίτες; Είμαστε ευχαριστημένοι με τη ζωή μας εν έτει 2024 ή όχι; Ποιες είναι οι προοπτικές ενός νέου, μιας νέας που ξεκινάει σήμερα το δικό του ταξίδι στη ζωή; Και μαζί μ’ αυτά, μήπως το Δημογραφικό αργά ή γρήγορα θα μας «πλακώσει» όλους; Αν η απάντηση είναι ότι είμαστε ευχαριστημένοι, οι προοπτικές είναι θετικές και ποιος νοιάζεται τώρα για το Δημογραφικό, τότε δεν χρειάζεται να κάνουμε κάτι. Ας συνεχίσουμε να κατηγορούμε σταθερά την εκάστοτε κυβέρνηση, γενικά τους πολιτικούς και ιδιαίτερα το «σύστημα», ότι «αυτοί φταίνε», αλλά να μην παραπονιόμαστε ότι παραμένουμε, μαζί με τη Βουλγαρία, οι φτωχοί της Ευρώπης.
Αν όμως οι απαντήσεις μας είναι διαφορετικές, ας αποδεχθούμε ότι δεν φταίει ο … Χατζηπετρής, αλλά εμείς «αρμενίζουμε στραβά». Και ας βάλουμε στόχους και προτεραιότητες, οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές. Επειδή η φράση «it’s the economy stupid» καθορίζει, όχι μόνο αποτελέσματα εκλογών, αλλά, υπό προϋποθέσεις, σ’ έναν μεγάλο βαθμό και την ευημερία μας, η κυβέρνηση έχει καθήκον να στοχεύσει στην, όσο πιο ισόρροπη, πραγματική οικονομική ανάπτυξη, ελαχιστοποιώντας σταδιακά την επιδοματική πολιτική στα απολύτως αναγκαία. Με λίγα λόγια η προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, δηλαδή να έχουν «πιο πολλά λεφτά στην τσέπη τους στο τέλος του μήνα». Όταν ο πολίτης αρχίζει και το βιώνει αυτό, βλέποντας, μεταξύ των άλλων, να αντιστρέφεται το brain drain σε brain gain, ανακτά την αισιοδοξία του για το μέλλον και, το βασικότερο, την εμπιστοσύνη του προς αυτό που εκφράζει και η κυβέρνηση, δηλαδή τους θεσμούς. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα είναι θετικά διακείμενος σε αλλαγές, που θα στοχεύουν στην ενίσχυση αυτής της εξέλιξης. Τόσο σε πολιτικό, όσο και σε οικονομικό, αλλά και κοινωνικό επίπεδο, μέσω ενίσχυσης των ανοικτών θεσμών.
Το νόημα των ανοιχτών οικονομικών θεσμών, σύμφωνα με τους Νομπελίστες, είναι να προστατεύουν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και να προσφέρουν οικονομικές ευκαιρίες για όλους, τόσο για τους επιχειρηματίες, όσο και για τους πολίτες. Για να έχουν όλοι κίνητρα να επενδύσουν, να καινοτομήσουν και να συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας. Αν όμως σε αυτά τα γενικά παραδείγματα αντιπαραθέσουμε τα «εδώδιμα φρούτα», όπως την πολυνομία που μπορεί να οδηγεί και σε ανομία, αλλά και τη, χωρίς ύπαρξη κινήτρων για τους δημοσίους υπαλλήλους, βαθιά ριζωμένη γραφειοκρατία, καθώς επίσης και τη Δικαιοσύνη με τους δικούς της, πολύ «μακροπρόθεσμους» ρυθμούς, τότε γεννάται το ερώτημα: γιατί να επενδύσει κάποιος στη χώρα μας, ιδιαίτερα μια ξένη εταιρεία. Μήπως όμως είναι απολύτως απαραίτητες αυτές οι επενδύσεις, ιδιαίτερα στον τομέα της τεχνολογίας και της καινοτομίας; Κι επειδή «όλοι οι οικονομικοί θεσμοί δημιουργούνται από την κοινωνία η οποία επιλέγει τους κανόνες που τη διέπουν μέσω της πολιτικής», όπως σημειώνουν οι Νομπελίστες, το «γκάζι» δεν πρέπει να το πατήσει μόνο η πολιτική και δικαστική εξουσία, αλλά και οι επαγγελματικοί φορείς.
Με ποιον τρόπο; Μεταξύ των άλλων δίνοντας το καλό παράδειγμα. Πως; Πρόσφατα εντοπίσθηκαν από τον ΕΟΠΥΥ μη συνηθισμένες συμπεριφορές στη συνταγογράφηση συγκεκριμένων φαρμάκων και, σύμφωνα με τον Τύπο, η Οικονομική Αστυνομία κατάφερε να εξιχνιάσει μια απάτη σε βάρος του ΕΟΠΥΥ που φτάνει τα 3,5 εκατ. €. Χρήματα των φορολογούμενων πολιτών δηλαδή. Επαφίεται στα αρμόδια Πειθαρχικά Συμβούλια φαρμακοποιών και ιατρών να επιβάλλουν πειθαρχικές ποινές στα μέλη τους ανάλογες ποινές, όπως π.χ. πρόσκαιρο κλείσιμο του φαρμακείου ή προσωρινή παύση ασκήσεως επαγγέλματος, μέχρι και οριστική στέρηση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος σε ιδιαιτέρως σοβαρές περιπτώσεις. Τηρώντας τους κανόνες δικαίου και του τεκμήριου της αθωότητας, ας αποδείξουν οι συγκεκριμένοι επαγγελματικοί σύλλογοι ότι προφυλάσσουν τόσο την πλειονότητα των συναδέλφων τους που λειτουργούν επιστημονικά και επαγγελματικά άψογα, πληρώνοντας και τους αναλογούντες φόρους, όσο όμως και τους πολίτες οι οποίοι επίσης πληρώνουν τους φόρους τους.
Αφού έχουμε συμφωνήσει ότι «αρμενίζουμε στραβά», είμαστε σε θέση να πάρουμε το «πηδάλιο» στα χέρια μας και ν’ αλλάξουμε την πορεία μας; Δύο απαντήσεις υπάρχουν σ’ αυτό το ερώτημα: ναι ή όχι. Αν είναι όχι, τότε δεν χρειάζεται να κουραζόμαστε και συνεχίζουμε. Αν όμως η απάντηση είναι ναι, τι πρέπει ν’ αλλάξουμε για ν’ αλλάξουμε; Πολλά! Το πρώτο όμως και πιο βασικό: την εκπαίδευση! Από τη ρίζα της! Και να ενσωματώσουμε μια λέξη – έννοια στην «καρδιά» της: το «γιατί»! Όχι η αποστήθιση του «τι» έγινε το 480 π.Χ., αλλά γιατί έγινε και είχε αυτό το αποτέλεσμα που είχε. Ούτε το «πως» έγινε η μάχη με τόσους ήρωες και νεκρούς, αλλά γιατί έγινε. Όσο παραμένουμε στη «διδακτέα ύλη», η εκ-παίδευση θα συνεχίσει να παιδεύει και η Παιδεία θα βαλτώνει στην εκπαίδευση.
Τι «ηθικοπλαστικά» μας λες τώρα, ρε Γιάννη; Δεν αλλάζουν αυτά στην Ελλάδα! Ας επανέλθουμε λοιπόν στον Γ. Δερτιλή: «έχω μάθει ότι οι θεσμοί εξαρτώνται από τους ανθρώπους: ευημερούν όσο υπάρχουν άνθρωποι που τους δίνουν την ψυχή τους· αλλιώς μαραζώνουν ή πεθαίνουν, είτε για έναν εξωραϊστικό σύλλογο πρόκειται είτε για ένα κράτος.» Είτε για τον Φαρμακευτικό, είτε για τον Ιατρικό Σύλλογο.
Βέβαια, στον Παράδεισο, πάντα υπάρχει ο Θεός της Ελλάδας ο οποίος θα μας «σώζει», εκτός αν, όπως έχει δηλώσει η Ελληνίδα καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας, Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ, «Ο Θεός της Ελλάδας δεν βαρέθηκε την Ελλάδα. Ίσως βαρέθηκε τους Έλληνες.»
Ο.Τ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου