Την ανάγκη περαιτέρω διερεύνησης του ρόλου των μιτοχονδρίων στην εκδήλωση καρδιαγγειακών νόσων όπως η αθηροσκλήρωση επισημαίνουν επιστήμονες μέσα από δημοσίευσή τους στο International Journal of Molecular Sciences με τίτλο «Μιτοχονδριακή δυσλειτουργία: Ο παράγοντας-φάντασμα στην παθογένεια της αθηροσκλήρωσης».

Οι ερευνητές με επικεφαλής Giovanni Ciccarelli, M.D, επεμβατικό καρδιολόγο στο νοσοκομείο Monaldi της Νάπολης στην Ιταλία και επίκουρο καθηγητή Βιολογίας στο Κολέγιο Επιστήμης και Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου Temple, πραγματοποίησαν μια ανασκόπηση της υφιστάμενης βιβλιογραφίας για τη σύνδεση της μιτοχονδριακής δυσλειτουργίας και ενδοθηλιακής βλάβης στους ιστούς της καρδιάς και των αιμοφόρων αγγείων με την αθηροσκλήρωση, προτείνοντας την ανάπτυξη νέων θεραπευτικών στόχων για την καλύτερη ρύθμιση της μιτοχονδριακής λειτουργίας σε ασθενείς καρδιοπάθειες. Στη μελέτη συμμετείχε διεθνής ομάδας συμβεβλημένων με το Ινστιτούτο Έρευνας για τον Καρκίνο και τη Μοριακή Ιατρική του Οργανισμού Έρευνας για την Υγεία Sbarro (SHRO), του οποίου ηγείται ο ιδρυτής και πρόεδρος του οργανισμού Antonio Giordano, M.D., Ph.D., καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Temple και στο Πανεπιστήμιο της Σιένα.

Ο ρόλος των ελεύθερων ριζών

Οι διαταραχές στη λειτουργία των μιτοχονδρίων που εμπλέκονται στην μετατροπή της ενέργειας και τον μεταβολισμό, έχουν ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση ελευθέρων ριζών, επιβλαβών μορίων που διαταράσσουν τη λειτουργία του ενδοθηλίου και μπορούν να προκαλέσουν οξειδωτικό στρες στον οργανισμό, φλεγμονή και συσσώρευση χοληστερόλης και λιπιδίων, σχηματίζοντας αθηρωματική πλάκα στα αιμοφόρα αγγεία.

Τριπλασιάστηκαν τα εμφράγματα σε 35 χρόνια

Σύμφωνα με τα ευρήματα, ο επιπολασμός της ASCVD εκτιμάται σε 13,9%, σχετιζόμενης κυρίως με στεφανιαία νόσο (6%) και έπειτα εγκεφαλικό επεισόδιο (4,7%) και έμφραγμα (3,2%). Η μελέτη αποκάλυψε επίσης αυξημένα ποσοστά σε παράγοντες κινδύνου:

Τα δεδομένα του λιπιδαιμικού προφίλ έδειξαν αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης, με μέση ολική χοληστερόλη στα 201,8 mg/dL και LDL (κακή) στα 126,3 mg/dL. Επιπλέον, 60,5% των συμμετεχόντων ανέφεραν οικογενειακό ιστορικό ASCVD, με πολλά από τα περιστατικά να αφορούν πρόωρα καρδιαγγειακά επεισόδια.

Τα ευρήματα δείχνουν σημαντική αύξηση του επιπολασμού της ASCVD σε σύγκριση με το παρεθλόν. Για παράδειγμα, τα ποσοστά στεφανιαίας νόσου και εμφράγματος του μυοκαρδίου έχουν τριπλασιαστεί τα τελευταία 35 χρόνια, εξέλιξη «κόντρα» στις  πτωτικές τάσεις που παρατηρούνται στις δυτικές χώρες, όπου η βελτιωμένη προληπτική φροντίδα και διαχείριση της νόσου έχουν εξασφαλίσει σε καλύτερα αποτελέσματα.

Η δυτικοποίηση της διατροφής

Μια εξήγηση για τα παραπάνω ευρήματα είναι η μετάβαση από την παραδοσιακή μεσογειακή διατροφή σε πιο δυτικά διατροφικά πρότυπα, σε συνδυασμό με τη μειωμένη σωματική δραστηριότητα και τα υψηλά ποσοστά καπνίσματος. Επιπλέον, η Ελλάδα καταγράφει μεγάλη αύξηση του διαβήτη και του προδιαβήτη, σε ευθυγράμμιση με τις παγκόσμιες τάσεις.

Παράλληλα, το οικογενειακό ιστορικό αναδείχθηκε ως σημαντικός προδιαθεσικός παράγοντας, ενώ η αυξανόμενη επικράτηση της δυσλειτουργίας του θυρεοειδούς -ιδιαίτερα του υποθυρεοειδισμού- επιβαρύνει περαιτέρω την κατάσταση.

Από τη μελέτη δεν έλειψαν οι περιορισμοί, όπως η εξάρτηση των συμπερασμάτων από αυτοαναφερόμενα δεδομένα για ορισμένες μεταβλητές που αφήνει περιθώρια για σφάλμα ανάκλησης ή η παρατεταμένη περίοδος συλλογής δεδομένων, που συμπεριέλαβε την πανδημία COVID-19, και ενδεχομένως επηρέασε τα ποσοστά επιπολασμού.

Παρά τους όποιους περιορισμούς, τα δεδομένα υπογραμμίζουν την ανάγκη για επείγουσες παρεμβάσεις στη δημόσια υγεία. Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι στρατηγικές για τον μετριασμό των ανησυχητικών τάσεων θα πρέπει να επικεντρωθούν στην προώθηση ενός πιο υγιεινού τρόπου ζωής, στην ευαισθητοποίηση του πληθυσμού για τους παράγοντες κινδύνου και στην εφαρμογή στοχευμένων προληπτικών μέτρων.